5 μύθοι για το ποδόσφαιρο της αλάνας που παίζαμε μικροί

Όταν μαζευόμασταν όλοι, στήναμε δυο πέτρες για κάθε τέρμα, βάζαμε τα μπουφάν μας από πάνω για να είναι πιο έντονο το δοκάρι, χωριζόμασταν σε ομάδες και το απόλυτο ντέρμπι ξεκινούσε.
 
Τη θυμάστε τη διαδικασία, προφανώς. Μόνο που με την πάροδο των ετών μάλλον έχουμε διαστρεβλώσει όλοι μας μερικά πραγματάκια κι έχουμε αναγάγει μερικούς μύθους σε πραγματικότητα.
Μύθος νούμερο 1: ο χοντρός παίζει πάντα τέρμα
Το μεγαλύτερο- και βαθιά «ρατσιστικό»- ψέμα στα χρονικά του ψεύδους: τέρμα δεν έπαιζε απαραιτήτως ο χοντρός της παρέας, αλλά ο πιο άμπαλος της παρέας, αυτός που χρειαζόταν εννιά επαφές για να κοντρολάρει την μπάλα μετά από πάσα στα δύο μέτρα.
 
Ποιος ο λόγος να χαραμίσεις τον ευτραφή συμμαθητή σου βάζοντάς τον κάτω από τα δοκάρια (θα πείτε ότι δεν είχαμε οριζόντιο, αλλά οκ…), αν της «μιλούσε» της μπάλας κι αυτή ανταποκρινόταν;
Τερματοφύλακας ήταν κατά κανόνα αυτός που όταν έπαιζε επιθετικός δε σκόραρε ούτε στο ημίχρονο που όλοι έπιναν νερό κι αυτός συνέχιζε, όταν ξεκινούσε στα χαφ η ομάδα θύμιζε ξέφραγο αμπέλι και κοβόταν στο half, και στις περιπτώσεις που έκανε τον στόπερ, δεν ύψωνε stop σε κανέναν, αλλά άφηνε αφύλακτη τη διάβαση προς τα δίχτυα μας.
Εν ολίγοις, εκείνος που με το ποδόσφαιρο ήταν παράλληλες έννοιες και δε θα συναντιούνταν ποτέ.
Ο άμπαλος.
Μύθος νούμερο 2: όλοι θέλαμε τους καλύτερους στην ομάδα μας
Τρίζουν τα κόκκαλα του Ανδρέα: ποιος διάλεγε πρώτα τον κατά τεκμήριο καλύτερο παίχτη της τάξης ή της ομάδας; Αν ήμασταν αρχηγοί και κερδίζαμε στα «βηματάκια» με αποτέλεσμα να διαλέξουμε πρώτοι, πάντα κοιτούσαμε πώς θα βολέψουμε τον κολλητό μας, ούτως ώστε να μην στραβώσει.
Αν, φυσικά, τύχαινε κάποιος εξ αυτών να είναι και παιχταράς, ακόμα καλύτερα. Πάνω από τη φιλία, όμως, δεν έμπαινε τίποτα. Ούτε ο Μαραντόνα.
 
Μύθος νούμερο 3: ο κάτοχος της μπάλας έκανε ό,τι ήθελε
Εντάξει, ναι: αυτός που έφερνε την μπάλα είχε κάποια πλεονεκτήματα- διάλεγε ίσως ποιος θα παίξει ή δικαιούτο να βάλει τον εαυτό του να παίξει δεκάρι, έστω κι αν μετά βίας ξεπερνούσε το τρία σε ταλέντο.
Μέχρι εκεί, όμως: αν άρχιζε μετά από 15-20 λεπτά παιχνιδιού να γίνεται εκνευριστικός και ήθελε να περνάει πάντοτε το δικό του, μεγεθύνοντας μέχρι να γίνουν μπάλες ποδοσφαίρου οι δύο παιδικές μπαλίτσες που κουβαλούσε ο καθένας μας στο εσώρουχό του, τότε έπαιρνε κακήν κακώς πόδι.
Σιγά, λες και τον είχαμε ανάγκη τον ξιπασμένο. Είχαμε πάντοτε τα τενεκεδάκια μας…
Μύθος νούμερο 4: το τελευταίο γκολ κερδίζει
Δεν είναι ακριβώς μύθος, αλλά περισσότερο παραποίηση της αλήθειας: κάποιος φώναζε, μετά από 2 ώρες παιχνιδιού- κι αφού τα γόνατά μας θύμιζαν τη Χιροσίμα μετά τη βόμβα- «το επόμενο γκολ κερδίζει!» και τότε όλοι μας σκοτωνόμασταν να σκοράρουμε για να πάρουμε τη νίκη.
Αληθές, αλλά εν μέρει: αυτό συνέβαινε μόνο αν οι ομάδες ήταν ισόπαλες ή τουλάχιστον πολύ κοντά στο σκορ. Γιατί αν εμείς κερδίζαμε λόγω τακτικής Αλέφαντου με 13-2 και κάποιο ηττοπαθές τσογλανάκι από τους «απέναντι» έλεγε ότι το επόμενο γκολ κερδίζει, τότε κατά πάσα πιθανότητα θα κέρδιζε μια δωρεάν διαμονή στο εφημερεύον νοσοκομείο της περιοχής.
 
Μύθος νούμερο 5: παίζαμε όσο θέλαμε και το ματς τελείωνε μόνο όταν κουραζόμασταν
Κανείς δεν αντιλέγει: είναι ωραία αίσθηση. Μαζεύεις τους νεότερους- τα παιδιά της γενιάς του Facebook και του Snapchat που για να πάρουν τα μάτια τους από το κινητό τους απαιτείται προεδρικό διάταγμα- γύρω από τη φωτιά και τους λες σαν σοφός γέροντας την ιστορία σου: «Ααα, παιδιά είστε εσείς; Να καίτε τα μάτια σας πάνω από τα κινητά και να μη βγαίνετε καθόλου έξω; Έπρεπε να ζείτε στη δική μου την εποχή, τότε που πηγαίναμε και παίζαμε μπαλίτσα με τους φίλους μας στην αλάνα.
Ξεκινούσαμε το πρωί και μέχρι να δύσει ο ήλιος εκεί, να κλοτσάμε και να μας κλοτσάνε. Με κάθε τάκλιν γινόμασταν όλο και περισσότερο άντρες, κάθε γκολ μας έφερνε πιο κοντά στην αθανασία και λεπτό με το λεπτό δενόμασταν ολοένα και περισσότερο με τ’ αδέρφια μας, όπως αποκαλούσαμε τότε τους συμπαίκτες μας.
Κανείς δε μας έλεγχε και ποτέ δεν σταματούσαμε τον αγώνα αν δεν το θέλαμε εμείς…»
Κόψε κάτι, ξέχασες πόσες φορές κάνα μισάωρο αφότου είχε ξεκινήσει το παιχνίδι είχε έρθει σε έξαλλη κατάσταση η μαμά του...Αντρέα τον κατσάδιαζε γιατί δεν έκανε τις ασκήσεις στ’ αγγλικά;
Και ο Αντρέας έφευγε και πήγαινε μαζί και ο ξάδερφός του, γιατί φοβόταν πως θ’ ανακαλύψει και η δική του μαμά ότι από το “to be” είχε γράψει μόνο “I am” και “you is” και φοβόταν ότι έχει κάνει λάθος;
Κι έπειτα δημιουργούνταν ντόμινο και μένατε τρεις και ο κούκος, με τον κούκο να μη θέλει να παίξει μπάλα; Τι γινόταν τότε;
Ή όταν μας φώναζαν οι μεγαλύτεροι και βάζαμε την ουρά στα σκέλια; Τις φορές εκείνες που ο Γιάννης δεν έπαιρνε το πέναλτι που ήθελε και το γυρίζαμε στο κατς, αλλά με πιο αληθοφανείς μπουνιές και κλοτσιές;
 
Όχι, λοιπόν, δεν παίζαμε πάντοτε 6 και 8 ώρες όπως λέμε τώρα που μεγαλώσαμε για να διαιωνίσουμε τον μύθο.
 
Αλλά να, ήτανε η αλάνα. Ό,τι καλύτερο μας συνέβη ποτέ.
 
Λίγες υπερβολές συγχωρούνται.
 
Έτσι δεν είναι;
 
Πηγή: http://menshouse.gr/  
 
 

Δειτε Επισης

Και τώρα που τα πήρε όλα, ο Τζόκοβιτς έγινε αθάνατος-Η διαδρομή από τους βομβαρδισμούς ως την κορυφή
Ολυμπιακοί Αγώνες: Οι κυπριακές συμμετοχές από το Σίδνεϋ ως το Πεκίνο
Οι δέκα πιο ακριβές μεταγραφές στην ιστορία του ποδοσφαίρου
Το Last Dance του Ντι Μαρία: Η ιστορία του «Αγγέλου» της Αλμπισελέστε
Η συγκινητική ιστορία πίσω από τον πανηγυρισμό του Λαμίν Γιαμάλ
Λαμίν Γιαμάλ: Εκτόξευση μέσα σε έναν χρόνο!
Είκοσι χρόνια από το ελληνικό έπος του Euro 2004-Η πτήση στον έβδομο ουρανό και ο βασιλιάς Ότο
Πρώτος σκόρερ ο... κανένας στο EURO-Τα ακυρωμένα τέρματα, τα αυτογκόλ και ο «καταραμένος» Λουκάκου
Τα 20 wonderkids του παγκόσμιου ποδοσφαίρου-Αυτοί παίζουν στο EURO 2024
Η Μάγχη... βγάζει τον βασιλιά του φετινού Εuro 2024