H μεγάλη των (Ιταλών) γκολκίπερ σχολή

Σαν σήμερα πριν από ακριβώς χρόνια (28 Φεβρουαρίου 1942) γεννήθηκε στο Μαριάνο ντελ Φριούλι ο Ντίνο Τζοφ, ο οποίος έμελε αρκετά χρόνια αργότερα να γράψει το όνομά του με χρυσά γράμματα στη βίβλο του ιταλικού ποδοσφαίρου.
 
Με την εθνική Ιταλίας κατέκτησε Euro (1968) και Παγκόσμιο Κύπελλο (1980, όντας σε ηλικία 40 ετών ο γηραιότερος παίκτης που κατακτάει το τρόπαιο και μάλιστα ως αρχηγός) ενώ με τη Γιουβέντους πήρε μέσα σε έντεκα χρόνια 6 πρωταθλήματα, 2 Κύπελλα, 1 Κύπελλο UEFA και έπαιξε σε 2 τελικούς Κυπέλλου Πρωταθλητριών.
 
Επιπλέον κατέχει το ρεκόρ όσον αφορά στο χρονικό διάστημα που ένας γκολκίπερ δεν δέχεται γκολ σε διεθνείς διοργανώσεις (κράτησε το μηδέν κάτω από την εστία της "σκουάντρα ατζούρα" για 1.142 αγωνιστικά λεπτά, από τον Σεπτέμβριο του 1972 μέχρι τον Ιούνιο του 1974) ενώ ανακηρύχθηκε από την IFFHS τρίτος κορυφαίος γκολκίπερ μέσα στον 20ο αιώνα πίσω μόνο από τους Λεβ Γιασίν και Γκόρντον Μπανκς.
 
Αναντίρρητα ο Τζοφ, με την ηγετική φυσιογνωμία που τον διέκρινε σε όλη του την καριέρα, αποτελεί έναν από τους πλέον φωτεινούς ποδοσφαιρικούς φάρους  για όποιον νεότερο κίπερ θέλει να ακολουθήσει τα βήματά του, ωστόσο μην νομίζετε πως το ιταλικό ποδόσφαιρο δεν έχει να επιδείξει και άλλους σπουδαίους "προφέσορες" στη συγκεκριμένη θέση.
 
Τουναντίον, η ιταλική σχολή τερματοφυλάκων είναι από τις πλέον ονομαστές και φημισμένες στην Ευρώπη και στον κόσμο και σας παρουσιάζουμε όλους τους σπουδαίους πορτιέρι που άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους μέσα στο πέρασμα των χρόνων, με τις εξαιρετικές αθλητικές ικανότητές τους αλλά και την τεράστια προσωπικότητά τους.
 

Γνωρίστε τους θρύλους του calcio:
 
✔ Τζανλουίτζι Μπουφόν (1995 - )


Μαζί με τον Ντίνο Τζοφ συνιστούν τους δύο κατά τεκμήριο κορυφαίους τερματοφύλακες όλων των εποχών στο ιταλικό ποδόσφαιρο και κατά πολλούς ο Μπουφόν έφτασε στο σημείο -μέσα από 20 χρόνια συνεχούς και σκληρής δουλειάς, καθημερινής βελτίωσης και αξιοθαύμαστης σταθερότητας- να είναι αυτός ο Νο 1 Ιταλός. Σε συλλογικό επίπεδο έχει κατακτήσει 15 τίτλους (12 με τη Γιουβέντους και 3 με την Πάρμα), τα ατομικά βραβεία που έχει κερδίσει ξεκινούν από εδώ και φτάνουν μέχρι το... Τορίνο ενώ είναι ο ρέκορντμαν συμμετοχών (154) στην ιστορία της εθνικής Ιταλίας, με τη φανέλα της οποίας αναδείχτηκε παγκόσμιος πρωταθλητής το 2006. Ακόμα και σήμερα συνιστά την ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία για τερματοφύλακα, με τη Γιουβέντους να καταβάλλει 51.000.000 ευρώ στην Πάρμα για να τον αποκτήσει το 2001, ενώ είναι ο τερματοφύλακας που έχει κρατήσει ανέπαφη την εστία του σε περισσότερα ματς από οποιονδήποτε άλλο συνάδελφό του, τόσο στη Serie A όσο και στην "σκουάντρα ατζούρα". To 2006 αναδείχτηκε δεύτερος στην ψηφοφορία για τη Χρυσή Μπάλα, χάνοντας μόνο από τον συμπατριώτη του Φάμπιο Καναβάρο, αρχηγό σε εκείνη την εκπληκτική Ιταλία που σήκωσε το Μουντιάλ, ενώ η UEFA με τη σειρά της τον έχει ανακηρύξει τρεις χρονιές κορυφαίο στην Ευρώπη. Αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει είναι στην ουσία το γεγονός ότι είναι στα πάντα ΠΟΛΥ ΚΑΛΟΣ και δεν έχει κάποια αδυναμία όπου να μπορούν να "χτυπήσουν" οι αντίπαλοι. Είναι εξαιρετικός στις εξόδους, διαθέτει τρομερά ρεφλέξ και στα 38 του, ξέρει να διαβάζει το παιχνίδι και κατευθύνει υποδειγματικά τους αμυντικούς του, ενώ διαθέτει προσωπικότητα και στόφα ηγέτη. Αν όλα πάνε καλά και δεν έχει κάποιο τραυματισμό, σχεδιάζει να κρεμάσει τα παπούτσια του σε δύο χρόνια από τώρα σε ηλικία 40 ετών, έχοντας πάρει μέρος στο έκτο Μουντιάλ της καριέρας του και στο πέμπτο όπου θα είναι βασικός.

 
✔ Τζοβάνι Γκάλι (1977 - 1996)
Έπαιξε 496 παιχνίδια στη Serie A, τα περισσότερα εκ των οποίων στη Φιορεντίνα όπου και έμεινε για εννέα σεζόν, ωστόσο η χρυσή περίοδος της καριέρας του ήταν αναμφισβήτητα η τετραετία στη Μίλαν (1986-1990) όπου κατέκτησε Κύπελλα Πρωταθλητριών (2), Ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ (2), Διηπειρωτικό (1), Πρωτάθλημα (1) και ιταλικό Σούπερ Καπ (1). Προς τη δύση της καριέρας του έπαιξε επίσης σε Νάπολι (κατέκτησε ιταλικό Σούπερ Καπ) και Τορίνο (έφτασε με τη "γκρανάτα" μέχρι τα ημιτελικά του Coppa Italia και στα προημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1994) ενώ η τελευταία ομάδα στη μεγάλη κατηγορία την οποία εκπροσώπησε ήταν η Πάρμα (σε μία σεζόν όπου έχοντας το ρόλο του αναπληρωματικού πορτιέρε πανηγύρισε το Κύπελλο UEFA). Φόρεσε 19 φορές τη φανέλα με το εθνόσημο (έκανε ντεμπούτο σε φιλικό κόντρα στην Ελλάδα στις 5 Οκτωβρίου 1983) και εμφανίστηκε σε δύο τελικές φάσεις Παγκοσμίου Κυπέλλου, το 1982 ως τρίτος γκολκίπερ (δεν έπαιξε λεπτό) και τέσσερα χρόνια αργότερα ως βασικός.
 
 
✔ Λούκα Μαρκετζάνι (1984 - 2005)

Συστήθηκε στο ιταλικό φίλαθλο κοινό μέσα από τις πολύ καλές εμφανίσεις του με την Τορίνο (μαζί της έφτασε ως τον τελικό του Κυπέλλου UEFA το 1992 και έναν χρόνο αργότερα κατέκτησε το Κύπελλο Ιταλίας) και "ανάγκασε" τη Λάτσιο να δαπανήσει για αυτόν το ποσό των 6.000.000 λιρών και να τον κάνει για κάποιο διάστημα τον πιο ακριβοπληρωμένο τερματοφύλακα στον κόσμο. Στην ομάδα της ιταλικής πρωτεύουσας έμεινε για δέκα ολόκληρα χρόνια (1993-2003) και οι φίλοι της θα τον μνημονεύουν πέρα από τις εξαιρετικές του ικανότητες για τον τρομερό επαγγελματισμό και την αφοσίωσή του στο σύλλογο. Και οι δύο πλευρές πάντως ωφελήθηκαν από τη συνεργασία καθώς στο διάστημα της παρουσίας του στο "Olimpico" πανηγύρισε 1 πρωτάθλημα, 2 Κύπελλα Ιταλίας, 2 Σούπερ Καπ Ιταλίας, 1 Κύπελλο Κυπελλούχων και 1 Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ ενώ ήταν φιναλίστ και σε έναν τελικό Κυπέλλου UEFA. Εκτός από το συλλογικό ο Μαρκετζάνι άφησε το στίγμα του και σε εθνικό επίπεδο, παίζοντας 9 φορές για την Εθνική Ιταλίας από το 1991 μέχρι το 1999, εκ των οποίων οι 3 ήταν στην τελική φάση του Μουντιάλ των ΗΠΑ όπου λογιζόταν ως ο Νο 2 τερματοφύλακας πίσω από τον Τζανλούκα Παλιούκα.
 
 
✔ Στέφανο Τακόνι (1974 - 1995)

Ένας από τους σπουδαιότερους Ιταλούς τερματοφύλακες που έχει αναδείξει το calcio και ο μοναδικός που έχει σαρώσει όλα τα διεθνή τρόπαια σε συλλογικό επίπεδο. Αυτό το πέτυχε στη Γιουβέντους την οποία υπηρέτησε από το 1983 μέχρι το 1992, με τον Τακόνι να κατακτά αυτό το διάστημα δύο σκουντέτι (1984, 1986) όπως επίσης το Κύπελλο Κυπελλούχων (1984), Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1984), Κύπελλο Πρωταθλητριών (1985), Διηπειρωτικό Κύπελλο (1985), Κύπελλο UEFA (1990) και Coppa Italia (1990). Σε διεθνές επίπεδο βρισκόταν πότε στη σκιά του Τζοβάνι Γκάλι και πότε σε αυτή των Βάλτερ Τζένγκα και Τζανλούκα Παλιούκα, με αποτέλεσμα να κερδίσει το προσωνύμιο "ο καλύτερος αναπληρωματικός κίπερ στον κόσμο" από τη στιγμή που ήταν ένας τερματοφύλακας υψηλοτάτου επιπέδου. Ήταν μέλος των εθνικών ομάδων της Ιταλίας που συμμετείχαν στους Ολυμπιακούς της Σεούλ, στο Euro'88 και στο Μουντιάλ του 1990, ενώ τη φανέλα της "σκουάντρα ατζούρα" τη φόρεσε μόνο 7 φορές (από το 1987 μέχρι το 1991), όλες σε φιλικούς αγώνες.
 
✔ Φραντσέσκο Τόλντο (1990 - 2010)

Στην εφηβεία του έπαιξε σε διάφορες θέσεις εντός γηπέδου αλλά τελικά αυτήν που τον "κέρδισε" ήταν του τερματοφύλακα, έχοντας ως πρότυπά του εκείνη την εποχή τον Ντίνο Τζοφ και τον Τζοβάνι Γκάλι. Η επιλογή του αποδείχτηκε ολόσωστη καθώς πραγματοποίησε μία σπουδαία καριέρα που τον βρήκε να πρωταγωνιστεί τόσο σε συλλογικό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Έγινε γνωστός μέσα από τη Φιορεντίνα, με το "Artemio Franchi" να είναι το σπίτι του για οκτώ ολόκληρα χρόνα (κατέκτησε 2 Κύπελλα και ένα Σούπερ Καπ Ιταλίας με τους "βιόλα" ενώ έπαιξε μαζί τους για πρώτη φορά στο Champions League τη σεζόν 1999-2000), ενώ η έτερη ομάδα με την οποία ταυτίστηκε ποδοσφαιρικά είναι η Ίντερ, με την οποία πανηγύρισε 12 τίτλους στα εννέα χρόνια παρουσίας του στο "Giuzeppe Meazza" (στα τελευταία πέντε είχε ρόλο αναπληρωματικού κίπερ πίσω από τον Ζούλιο Σέζαρ). Έπαιξε 28 ματς για την εθνική Ιταλίας και έλαμψε με την παρουσία του στο Euro 2000 όπου έγινε βασικός κίπερ μετά τον τραυματισμό του Μπουφόν (έσπασε το χέρι του) μόλις μία εβδομάδα πριν την έναρξη του τουρνουά. Σε τρια ματς δεν δέχτηκε γκολ ενώ το παιχνίδι που δεν ξεχνάει κανείς είναι αυτό με αντίπαλο την Ολλανδία στον ημιτελικό όπου ο πανύψηλος γκολκίπερ κάλυψε όλη την εστία με τα 196 εκατοστά του: έπιασε ένα πέναλτι στην κανονική διάρκεια του αγώνα (απέναντι στον Φρανκ Ντε Μπουρ) και δύο στη διαδικασία των πέναλτι (νίκησε ξανά τον Φρανκ Ντε Μπουρ αλλά και τον Μπόσβελτ) οδηγώντας έτσι την εθνική ομάδα της χώρας του στον τελικό και κερδίζοντας ο ίδιος θέση στην κορυφαία ενδεκάδα της διοργάνωσης.
 
 
✔ Ενρίκο Αλμπερτόζι (1958 - 1984)

Κατηγορήθηκε αρκετές φορές για "φθηνά" γκολ που δέχτηκε η εκάστοτε ομάδα του με δική του ευθύνη, παρόλα αυτά ουδείς μπορεί να αφαιρέσει από τον Ενρίκο Αλμπερτόζι τον τίτλο του πιο "ακροβατικού" και θεαματικού τερματοφύλακα στην ιστορία του ιταλικού ποδσφαίρου. Σε συλλογικό επίπεδο τρεις είναι οι ομάδες που τον έχουν σημαδέψει: αρχικά η Φιορεντίνα με την οποία πανηγύρισε Κύπελλο Κυπελλούχων και 2 Κύπελλα Ιταλίας, κατόπιν η Κάλιαρι (του σπουδαίου Τζίτζι Ρίβα) την οποία βοήθησε να κατακτήσει το θρυλικό πρώτο και μοναδικό μέχρι σήμερα σκουντέτο στην ιστορία της (1969-1970), και τέλος η Μίλαν με την οποία πήρε τόσο πρωτάθλημα όσο και Κύπελλο, λίγο πριν κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Ήταν βασικός σε δύο τελικές φάσεις Παγκοσμίου Κυπέλλου με την εθνική Ιταλίας, παίρνοντας μάλιστα μέρος το 1970 τόσο στον συγκλονιστικό ημιτελικό με τη Γερμανία (το επονομαζόμενο "ματς του αιώνα" που βρήκε τους Ιταλούς να θριαμβεύουν με 4-3) όσο και στον τελικό κόντρα στη Βραζιλία όπου η "Σελεσάο" επιβλήθηκε 4-1 απέναντι στους γείτονές μας. Ο Ντίνο Τζοφ ήταν ο γκολκίπερ με τον οποίο "πάλευε" για τη θέση του βασικού στην "σκουάντρα ατζούρα", με τον Αλμπερτόζι να μετράει συνολικά 34 παιχνίδια με την Ιταλία από το 1961 μέχρι το 1972.
 
 
✔ Άντζελο Περούτσι (1986 - 2007)

Ένας από τους κορυφαίους Ιταλούς γκολκίπερ της γενιάς του αλλά και γενικότερα όλων των εποχών, αποτέλεσε φύλακα-άγγελο της εστίας της Γιουβέντους για όλη σχεδόν τη δεκαετία του '90, διάστημα στο οποίο έζησε μεγάλες στιγμές με τους Τορινέζους. Πήρε τίτλους στη Serie A (3), Coppa Italia (1), ιταλικά Σούπερ Καπ (2), Κύπελλο UEFA (1), Σούπερ Καπ Ευρώπης (1), Διηπειρωτικό Κύπελλο (1), ενώ ήταν βασικό στέλεχος της τρομερής ομάδας του Μαρτσέλο Λίπι που έπαιξε τρεις συνεχόμενες χρονιές σε τελικό Champions League και κατέκτησε τον έναν (το 1996 στη Ρώμη κόντρα στον Άγιαξ). Την περασμένη δεκαετία διακρίθηκε με τη Λάτσιο και μαζί με τον Τζανλουύτζι Μπουφόν είναι οι δύο μοναδικοί τερματοφύλακες που έχουν κατακτήσει τρεις χρονιές το βραβείο για τον καλύτερο γκολίπερ του πρωταθλήματος. Το 1998 προοριζόταν για βασικός στο Μουντιάλ της Γαλλίας αλλά τραυματίστηκε λίγο πριν την έναρξη του τουρνουά και έχασε τη θέση του από τον Παλιούκα ενώ η διεθνή του καριέρα ολοκληρώθηκε με ονειρεμένο τρόπο (31 συμμετοχές σύνολο), όντας ως τρίτος τερματοφύλακας στην αποστολή της "σκουάντρα ατζούρα" που ανέβηκε στην κορυφή του κόσμου το 2006 στα γήπεδα της Γερμανίας.
 
✔ Τζανλούκα Παλιούκα (1987 - 2007)

Με 592 ματς στην Serie A και 634 ματς πρωταθλήματος στην πλάτη του θεωρείται ένα από τα ιερά τοτέμ του ιταλικού ποδοσφαίρου (1ος γκολκίπερ σε συμμετοχές  στην κορυφαία κατηγορία και 4ος συνολικά πίσω μόνο από τους Πάολο Μαλντίνι, Χαβιέρ Σανέτι και Φραντσέσκο Τότι), ενώ έχει να καμαρώνει για το γεγονός ότι στα 20 χρόνια διαδρομής του έζησε πολλές μεγάλες στιγμές με τις ομάδες που αγωνίστηκε. Με τη Σαμπντόρια πήρε πρωτάθλημα (1), Κύπελλα (3), ιταλικό Σούπερ Καπ (1), Κύπελλο Κυπελλούχων (1) και έπαιξε σε τελικό Champions League (0-1 από τη Μπαρτσελόνα στο "Wembley" το 1992, με το φάουλ-βολίδα του Κούμαν στην παράταση) ενώ με την Ίντερ πανηγύρισε λίγα χρόνια αργότερα (1998 κόντρα στη Λάτσιο στο Παρίσι) το Κύπελλο UEFA φορώντας μάλιστα το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Φόρεσε σε 39 ματς τη φανέλα με το εθνόσημο και στο Μουντιάλ των ΗΠΑ όπου ήταν ο βασικός κίπερ της Ιταλίας απέκτησε δύο πρωτιές: έγινε ο πρώτος γκολκίπερ που αποβλήθηκε σε αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου (στην πρεμιέρα απέναντι στη Νορβηγία) αλλά και ο πρώτος που απέκρουσε πέναλτι σε τελικό Μουντιάλ, λέγοντας "όχι" στον Μάρσιο Σάντος της Βραζιλίας. Στιγμή για highlight στην καριέρα του όταν φίλησε το δεξί δοκάρι της εστίας του κατά τη διάρκεια του τελικού κόντρα στους Βραζιλιάνους, όταν μετά από σουτ που του είχε γίνει και είχε χάσει τη μπάλα μέσα από τα χέρια του την είδε με ανακούφιση να σταματάει στο δοκάρι...
 
✔ Βάλτερ Τζένγκα (1978 - 1999)

Έπαιξε 21 χρόνια σε επαγγελματικό επίπεδο και τα 16 από αυτά τα πέρασε στην Ίντερ, φορώντας 328 φορές τη φανέλα της σε ματς πρωταθλήματος και κατακτώντας μαζί της ένα πρωτάθλημα (1989), ένα ιταλικό Σούπερ Καπ (1989) και 2 Κύπελλα UEFA (1991, 1994). Πέρα από τους "νερατζούρι" με τους οποίους έχει ταυτιστεί απόλυτα ως ποδοσφαιριστής (και είναι το μεγάλο του απωθημένο εδώ και χρόνια να αναλάβει και την τεχνική ηγεσία τους ως προπονητής) ο Τζένγκα έχει να επιδείξει αξιόλογα επιτεύγματα και με τη φανέλα της εθνικής Ιταλίας. Αν και έκανε ντεμπούτο με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα στα 27 του χρόνια πρόλαβε να πάρει μέρος σε 58 αγώνες και να μη δεχτεί γκολ στα 38 από αυτούς, ενώ στο Μουντιάλ που διοργάνωσε η Ιταλία το 1990 κατάφερε να κρατήσει απαραβίαστη την εστία του για 518 λεπτά (είναι ακόμα κάτοχος του συγκεκριμένου ρεκόρ), μέχρι να νικηθεί στον ημιτελικό από τον Κανίτζα και να μείνει εκτός τελικού η διοργανώτρια. Έχει πάρει τρεις φορές το βραβείο για τον κορυφαίο γκολκίπερ από την IFFHS ενώ η Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του ποδοσφαίρου τον ψήφισε το 2013 ως τον 8ο καλύτερο γκολκίπερ των τελευταίων 25 ετών.
 
 
✔ Σεμπαστιάνο Ρόσι (1982 - 2003)

Πήρε τη σκυτάλη από τον Τζοβάνι Γκάλι ως ο βασικός γκολκίπερ της Μίλαν και εκπροσώπησε κάτι παραπάνω από επάξια τη θέση στα 12 χρόνια παρουσίας του στο "San Siro", διάστημα στο οποίο αγωνίστηκε σε 240 πρωταθλήματος. Πανηγύρισε συνολικά 12 μεγάλους τίτλους με τους "ροσονέρι", συμπεριλαμβανομένων πέντε πρωταθλημάτων και ενός Champions League (1994) ενώ θα έχει να λέει πως ήταν κομμάτι μίας εκ των θρυλικότερων αμυντικών γραμμών που έχουν εμφανιστεί ποτέ στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, η οποία αποτελούταν από τους Τασότι, Μπαρέζι, Κοστακούρτα και Μαλντίνι! Υπό την καθοδήγηση του Φάμπιο Καπέλο ο Ρόσι συνέβαλε τα μέγιστα ώστε η Μίλαν να δημιουργήσει ένα εκπληκτικό αήττητο σερί που έφτασε τους 58 αγώνες, στις αρχές της δεκαετίας του '90, ενώ ο ίδιος κατάφερε να διατηρήσει απαραβίαστη την εστία του για 11 σερί ματς (από τις 12 Δεκεμβρίου 1993 μέχρι τις 27 Φεβρουαρίου 1994) και 929 αγωνιστικά λεπτά, αριθμός που συνιστά ρεκόρ στην ιστορία της Serie A. Οι φίλοι της Μίλαν θα τον θυμούνται, πέρα από το ύψος του, και για το γεγονός ότι συνήθιζε να φοράει καπέλο για να μην τον "χτυπάει" ο ήλιος, σε αρκετά ματς που έδινε ημέρα η ομάδα του Μιλάνου.
 
✔ Κρίστιαν Αμπιάτι (1994 - 2008)

Μέλος της Μίλαν από το 1998 (έχουν μεσολαβήσει αυτά τα χρόνια τρεις δανεισμοί του, κατά σειρά σε Γιουβέντους, Τορίνο και Ατλέτικο Μαδρίτης), ο οποίος στα τέλη της δεκαετίας του '90 που έκανε το "ξεπέταγμά" του εθεωρείτο ένας από τους πλέον ταλαντούχους πορτιέρι της γενιάς του. Κατάφερε να ξεπεράσει σε συμμετοχές τον Σεμπαστιάνο Ρόσι, μετρώντας πλέον περισσότερα από 300 επίσημα ματς με τους Μιλανέζους (280 για το πρωτάθλημα), ενώ το παλμαρέ του περιλαμβάνει 3 τίτλους Serie A, 1 Coppa Italia, 2 ιταλικά Σούπερ Καπ, 1 Champions League και 1 Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ. Ο τέσσερις φορές διεθνής Αμπιάτι παραμένει στα 38 του στη Μίλαν, όντας μία αξιόπιστη επιλογή για τη θέση του αναπληρωματικού γκολκίπερ των "ροσονέρι".
 
 
✔ Φάμπιο Κουντιτσίνι (1953 - 1972)

Η ομάδα στην οποία πέρασε τα περισσότερα χρόνια της καριέρας του ήταν η Ρόμα (από το 1958 μέχρι το 1966) με την οποία κατέκτησε το Κύπελλο Εκθέσεων το 1961 και το Coppa Italia το 1964, όμως αυτήν με την οποία τον έχουν συνδέσει οι περισσότεροι είναι η Μίλαν λόγω των μεγάλων επιτυχιών που γνώρισε στη Λομβαρδία. Στα πέντε χρόνια που αγωνίστηκε (127 ματς πρωταθλήματος) γεύτηκε τη χαρά της κατάκτησης ενός Κυπέλλου Κυπελλούχων (1968), ενός Κυπέλλου Πρωταθλητριών (1969), ενός Διηπειρωτικού (1969), ενός πρωταθλήματος (1968) και ενός Κυπέλλου (1972) ενώ χάρη στο ύψος του (1.91), τη μαύρη περιβολή που συνήθιζε να φοράει στους αγώνες και τα εξαιρετικά του αντανακλαστικά κάτω από την εστία, απέκτησε το προσωνύμιο "Il Ragno Nero" ("H Μαύρη Αράχνη"). Το μοναδικό άσχημο για αυτόν είναι πως δεν έπαιξε ποτέ στην εθνική Ιταλίας καθώς είχε την ατυχία την ίδια εποχή με αυτόν να ξεχωρίζουν και οι Ντίνο Τζοφ, Λορέντσο Μπουφόν και Ενρίκο Αλμπερτόζι. Σημειώνεται πως ο Φάμπιο Κουντιτσίνι είναι πατέρας του Κάρλο Κουντιτσίνι, ο οποίος με τη σειρά του έκανε καριέρα σε Τσέλσι, Τότεναμ και Λος Άντζελες Γκάλαξι.
 
 
✔ Τζουλιάνο Σάρτι (1952 - 1973)
Ήταν ένας από τους σπουδαιότερους και πιο επιτυχημένους Ιταλούς γκολκίπερ της γενιάς του, που έχει συνδέσει το όνομά του κυρίως με τις Φιορεντίνα και Ίντερ λόγω των πολλων εγχώριων και διεθνών τίτλων που πανηγύρισε μαζί τους. Πανηγύρισε Serie A, Coppa Italia και Κύπελλο Κυπελλούχων στα εννέα χρόνια που φόρεσε τα "βιόλα" ενώ όταν μετακόμισε στο Μιλάνο έγινε μέλος της "Grande Inter" του Ελένιο Ερέρα, με τη φανέλα της οποίας πήρε 2 πρωταθλήματα, 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών και 2 Διηπειρωτικά Κύπελλα μέσα σε μία πενταετία. Το 1959 έκανε ντεμπούτο με την εθνική Ιταλίας στην ισοπαλία 1-1 με την Ουγγαρία και έκτοτε έπαιξε σε μόλις επτά ματς για τους "ατζούρι" (και σε καμία μεγάλη διοργάνωση) αφού την εποχή εκείνη ο συναγωνισμός ήταν πολύ έντονος με την παρουσία των Λορέντσο Μπουφόν, Ενρίκο Αλμπερτόζι και Ντίνο Τζοφ.
 
✔ Ιβάνο Μπορντόν (1970 - 1989)

Από τους πλέον αξιόλογους γκολκίπερ που έβγαλε η γειτονική χώρα, ο οποίος έκανε μεγάλη καριέρα στην Ίντερ (κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και ισάριθμα Κύπελλα ενώ αγωνίστηκε στον τελικό του Πρωταθλητριών του 1972 χάνοντας από τον Άγιαξ) και κατέκτησε το Coppa Italia με τη φανέλα της Σαμπντόρια. Αγωνίστηκε σε 21 ματς με τη φανέλα της εθνικής Ιταλίας και πήρε μέρος σε τρεις μεγάλες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις έχοντας το ρόλο του backup του Ντίνο Τζοφ. Εκπρόσωπησε την "σκουάντρα ατζούρα" στο Μουντιάλ του 1978 (η Ιταλία έφτασε στα ημιτελικά και τελικά κατέλαβε την 4η θέση) και στο Euro '80 (πάλι 4η η Ιταλία) ενώ ήταν μέλος της ομάδας που έραψε το τρίτο αστέρι στη φανέλα της στο Μουντιάλ του 1982 στα ισπανικά γήπεδα.
 
✔ Λουτσιάνο Καστελίνι (1965 - 1985)

Έκανε το ντεμπούτο του στη Serie A με την Τορίνο (1970-1978) στις 30 Αυγούστου 1970 και στα οκτώ χρόνια παρουσίας του εκεί έπαιξε σε 201 αγώνες πρωταθλήματος (267 συνολικά σε όλες τις διοργανώσεις), κατακτώντας το Κύπελλο το 1971 και το πρωτάθλημα το 1976. Εξίσου σημαντικός σταθμός στην καριέρα του ήταν και η Νάπολι στην οποία "έγραψε" 203 παρουσίες στη Serie A μέσα σε επτά χρόνια, με τον Καστελίνι να είναι ένας από τους ελάχιστους παίκτες με πάνω από 200 συμμετοχές σε ματς πρωταθλήματος σε δύο διαφορετικούς συλλόγους. Κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στην Τορίνο απέκτησε το προσωνύμιο "Τζάγκουαρ" από τους οπαδούς της "γκρανάτα" λόγω των θεαματικών εκτινάξεών του για να σταματάει τις προσπάθειες αντιπάλων, ενώ στην εθνική Ιταλίας ήταν πίσω από τους Τζοφ και Αλμπερτόζι με αποτέλεσμα να αγωνιστεί μόνο μία φορά με τη φανέλα με το εθνόσημο.
 
✔ Λορέντσο Μπουφόν (1948 - 1965)

Εάν κάποιος ψάχνει να βρει από πού κληρονόμησε αυτή τη σπάνια ποδοσφαιρική κλάση ο Τζανλουίτζι Μπουφόν ίσως να μη χρειαστεί να ψάξει πολύ: αρκεί να δει την πορεία του Λορέντσο Μπουφόν, ξαδέρφου του παππού του Τζίτζι. Έκανε σπουδαία καριέρα στη Μίλαν τη δεκαετία του '50 έχοντας 277 ματς στη Serie A και κατακτώντας τέσσερα πρωταθλήματα ενώ κατόπιν φόρεσε και τη φανέλα της συμπολίτισσας Ίντερ με την οποία αναδείχτηκε για μία ακόμα φορά πρωταθλητής στην κορυφαία κατηγορία. Ο "Υπέροχος Λορέντσο" (όπως ήταν το παρατσούκλι του) φόρεσε 15 φορές τη φανέλα της εθνικής Ιταλίας αγωνιζόμενος μάλιστα με τη "σκουάντρα ατζούρα" στο Μουντιάλ της Χιλής το 1962 ενώ μαζί με τον θρυλικό Λεβ Γιασίν επιλέχτηκαν για να εκπροσωπήσουν δύο φορές τη Μεικτή Κόσμου μέσα στη δεκαετία του '60.
 
 
✔ Τζανπιέρο Κόμπι (1921 - 1934)

Μαζί με τον Ισπανό Ρικάρντο Θαμόρα και τον Τσεχοσλοβάκο Φράντισεκ Πλάνιτσκα θεωρούνταν οι τρεις καλύτεροι τερματοφύλακες στον κόσμο στη δεκαετία του '30, με τον Τζανπιέρο Κόμπι να μπορεί από την πλευρά να καμαρώνει για το γεγονός ότι φόρεσε σε όλη του την καριέρα (1921-1934) τη φανέλα μίας μόνο ομάδας: της Γιουβέντους. Έπαιξε συνολικά 351 ματς πρωταθλήματος με τη "βέκια σινιόρα" (3ος σε συμμετοχές συνολικά) και κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα τέσσερα συνεχόμενα, ενώ τη σεζόν 1925-26 δεν δέχτηκε γκολ για 934 λεπτά, αριθμός που αποτελεί ακόμα και σήμερα ρεκόρ για το ιταλικό ποδόσφαιρο. Το 1934 οδήγησε την Ιταλία στην κατάκτηση του Μουντιάλ και κατόπιν σήκωσε το τρόπαιο ως αρχηγός (οι άλλοι δύο τερματοφύλακες που έχουν σηκώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο ως αρχηγοί είναι οι Τζοφ και Κασίγιας), ενώ ολοκλήρωσε τη θητεία του στην εθνική ομάδα έχοντας πρώτα παίξει σε 47 αγώνες. Όσο για το προσωνύμιο που του "κόλλησαν" οι φίλαθλοι της εποχής, ήταν το "Uomo di Gomma" (o άνθρωπος-λάστιχο) λόγω της ευλυγισίας του και των αποτελεσματικών επεμβάσεών του.
 
 
✔ Τζανλουίτζι Ντοναρούμα (2015 - )

Το μέλλον του ιταλικού ποδοσφαίρου έχει ονοματεπώνυμο: Τζανλουίτζι Ντοναρούμα. Στις 25 Οκτωβρίου έκανε ντεμπούτο με τη φανέλα της Μίλαν κόντρα στη Σασουόλο, σε ηλικία 16 ετών και 8 μηνών, για να γίνει ο νεαρότερος γκολκίπερ που ξεκινάει σε αγώνα ιταλικού πρωταθλήματος, και έκτοτε έχει καπαρώσει τη φανέλα του βασικού με τις εμφανίσεις του. Πλέον μετράει 19 ματς στη Serie A με τη φανέλα των "ροσονέρι" (αήττητοι εδώ και εννέα ματς) και σε επτά από αυτά δεν έχει δεχτεί γκολ, με τον Κρίστιαν Αμπιάτι να τον αποθεώνει πρόσφατα λέγοντας: "Έχει ταλέντο που του το έχει δώσει ο Θεός. Ελάχιστοι έχουν τέτοια ποιότητα στα 16 τους. Ο Κύριος τον κοίταξε και του είπε: "Εσύ πρέπει να γίνεις τερματοφύλακας". Το τεράστιο ταλέντο του Ντοναρούμα επαίνεσε μέχρι και ο Ντίνο Τζοφ, με τον θρυλικό Ιταλό πρώην άσο να δηλώνει πως "είναι καταδικασμένος να γίνει ένας σπουδαίος γκολκίπερ, τα πάντα εξαρτώνται από αυτόν". Πολλοί τον αποκαλούν ήδη "Νέος Μπουφόν" (είναι μάλιστα ο παίκτης που αποτελεί πρότυπο για τον νεαρό πορτιέρο της Μίλαν) και η λογική λέει ότι αν συνεχίσει να δουλεύει όπως το κάνει τώρα, σίγουρα η Ιταλία θα έχει προσθέσει έναν ακόμα μεγάλο γκολκίπερ στα βιβλία της ποδοσφαιρικής της ιστορίας...
 

 

Επιμέλεια: Βαγγέλης Σταματόπουλος

Πηγή: sport24.gr

Δειτε Επισης

Η γκάφα της χρονιάς από τον Μελιέ στο 97' του Σάντερλαντ - Λιντς(vid)
Και τώρα που τα πήρε όλα, ο Τζόκοβιτς έγινε αθάνατος-Η διαδρομή από τους βομβαρδισμούς ως την κορυφή
Ολυμπιακοί Αγώνες: Οι κυπριακές συμμετοχές από το Σίδνεϋ ως το Πεκίνο
Οι δέκα πιο ακριβές μεταγραφές στην ιστορία του ποδοσφαίρου
Το Last Dance του Ντι Μαρία: Η ιστορία του «Αγγέλου» της Αλμπισελέστε
Η συγκινητική ιστορία πίσω από τον πανηγυρισμό του Λαμίν Γιαμάλ
Λαμίν Γιαμάλ: Εκτόξευση μέσα σε έναν χρόνο!
Είκοσι χρόνια από το ελληνικό έπος του Euro 2004-Η πτήση στον έβδομο ουρανό και ο βασιλιάς Ότο
Πρώτος σκόρερ ο... κανένας στο EURO-Τα ακυρωμένα τέρματα, τα αυτογκόλ και ο «καταραμένος» Λουκάκου
Τα 20 wonderkids του παγκόσμιου ποδοσφαίρου-Αυτοί παίζουν στο EURO 2024