Μιχάλης Κωνσταντίνου: «Δεν υπάρχει τύχη στο ποδόσφαιρο»
09:34 - 12 Απριλίου 2016
Οι δημόσιες τοποθετήσεις-παρεμβάσεις του είναι αντιστρόφως ανάλογες των πολυάριθμων τερμάτων στην καριέρα του. Ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο η βαρύτητά τους είναι ευθέως ανάλογη της συνεισφοράς αυτής της κορυφαίας ποδοσφαιρικής φυσιογνωμίας. Δύο χρόνια μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση ο Μιχάλης Κωνσταντίνου αναμοχλεύει το παρελθόν, σχολιάζει το παρόν και σκιαγραφεί το μέλλον -το δικό του και του κυπριακού ποδοσφαίρου.
Ποιος ο τωρινός ρόλος σου στην Εθνική;
Επειδή είμαι από τους λίγους με πολυετή θητεία στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, μου είχε ζητηθεί αρχικά από τον κ. Κουτσοκούμνη να είμαι κοντά στους ποδοσφαιριστές, να τους βοηθώ με την εμπειρία μου. Πλέον είμαι team manager, ο συνδετικός κρίκος ομοσπονδίας και προπονητικού επιτελείου, αλλά διατηρώ την επαφή με τους διεθνείς. Μάλιστα στην πρώτη συγκέντρωση υπό τον Χριστάκη Χριστοφόρου δεν χρειάστηκε -για πρώτη φορά- να πω πολλά, γιατί οι παίκτες έδειξαν ότι πραγματικά ενδιαφέρονται για την εθνική, μολονότι είχαν αρχίσει τα play off. Αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος. Πρόκειται για μια απίστευτη αλλαγή νοοτροπίας που ξεκίνησε την περασμένη διετία με τον Πάμπο Χριστοδούλου και συνεχίζεται.
Πιστώνεται στον Χριστοδούλου ή άλλαξε η φιλοσοφία των παικτών;
Σίγουρα ο προπονητής παίζει καθοριστικό ρόλο. Το δύσκολο δεν είναι πώς θα κρατήσεις τους παίκτες στην εθνική, αλλά πώς να μην τους διώξεις. Υπήρξαν στο παρελθόν περιπτώσεις παικτών που, ενώ ήθελαν να παίξουν, δεν εύρισκαν το κίνητρο ή συνέβαιναν άλλα πράγματα που δεν τους άφηναν να μείνουν στην ομάδα και να την αγαπήσουν πραγματικά, δίχως να φταίνε οι ίδιοι. Επηρεάζονταν πάρα πολύ από τις ομάδες τους. Το έχω δει, το έχω ζήσει, ιδίως στην Κύπρο. Στην Ελλάδα ουδείς μου είπε «τι πας να κάνεις στην Κύπρο, έχουμε Champions League ή σημαντικό παιχνίδι σε τρεις μέρες». Ούτε μια φορά. Στην Κύπρο, όταν είχα ένα μικροτραυματισμό μου έλεγαν «μήπως να μην πας;». Πλέον αυτό έχει αλλάξει, κυρίως λόγω της θέλησης των ποδοσφαιριστών -και δη αυτών που είναι σε καλή ποδοσφαιρική ηλικία και σε καλή φόρμα. Και αυτή η κάψα τους για την εθνική δεν φαίνεται μόνον στην ανταπόκρισή τους, όταν καλούνται αλλά και στο πώς παίζουν γι’ αυτήν.
Αυτό σε κάνει πιο αισιόδοξο για τα προκριματικά του Mundial και το μέλλον της Εθνικής;
Με κάνει αισιόδοξο για το μέλλον. Τα προκριματικά είναι πάρα πολύ δύσκολα, αφού στον όμιλο υπάρχουν τέσσερις ομάδες πιο δυνατές και περνά μόνο ένας, ενώ στο Euro και ο τρίτος είχε ελπίδες. Είμαι αισιόδοξος όμως, γιατί κατά τη γνώμη μου είναι ίσως η πιο ισορροπημένη Εθνική όλων των εποχών. Στο παρελθόν μπορεί να είχαμε μια καλά στελεχωμένη γραμμή, αλλά αδυναμίες στις άλλες. Σήμερα δεν έχουμε μεν το δέκα (τέλειο) σε όλες τις γραμμές, αλλά σε κάθε θέση υπάρχουν ποιοτικές επιλογές. Σίγουρα έχουμε μέλλον. Αν συνεχίσει έτσι αυτή η ομάδα, μπορεί να πετύχει κάτι καλό, γιατί απαρτίζεται από παίκτες ποιοτικούς, νεαρούς και με θέληση. Πιστεύω σ’ αυτήν την εθνική.
Ποιος ο τωρινός ρόλος σου στην Εθνική;
Επειδή είμαι από τους λίγους με πολυετή θητεία στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, μου είχε ζητηθεί αρχικά από τον κ. Κουτσοκούμνη να είμαι κοντά στους ποδοσφαιριστές, να τους βοηθώ με την εμπειρία μου. Πλέον είμαι team manager, ο συνδετικός κρίκος ομοσπονδίας και προπονητικού επιτελείου, αλλά διατηρώ την επαφή με τους διεθνείς. Μάλιστα στην πρώτη συγκέντρωση υπό τον Χριστάκη Χριστοφόρου δεν χρειάστηκε -για πρώτη φορά- να πω πολλά, γιατί οι παίκτες έδειξαν ότι πραγματικά ενδιαφέρονται για την εθνική, μολονότι είχαν αρχίσει τα play off. Αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος. Πρόκειται για μια απίστευτη αλλαγή νοοτροπίας που ξεκίνησε την περασμένη διετία με τον Πάμπο Χριστοδούλου και συνεχίζεται.
Πιστώνεται στον Χριστοδούλου ή άλλαξε η φιλοσοφία των παικτών;
Σίγουρα ο προπονητής παίζει καθοριστικό ρόλο. Το δύσκολο δεν είναι πώς θα κρατήσεις τους παίκτες στην εθνική, αλλά πώς να μην τους διώξεις. Υπήρξαν στο παρελθόν περιπτώσεις παικτών που, ενώ ήθελαν να παίξουν, δεν εύρισκαν το κίνητρο ή συνέβαιναν άλλα πράγματα που δεν τους άφηναν να μείνουν στην ομάδα και να την αγαπήσουν πραγματικά, δίχως να φταίνε οι ίδιοι. Επηρεάζονταν πάρα πολύ από τις ομάδες τους. Το έχω δει, το έχω ζήσει, ιδίως στην Κύπρο. Στην Ελλάδα ουδείς μου είπε «τι πας να κάνεις στην Κύπρο, έχουμε Champions League ή σημαντικό παιχνίδι σε τρεις μέρες». Ούτε μια φορά. Στην Κύπρο, όταν είχα ένα μικροτραυματισμό μου έλεγαν «μήπως να μην πας;». Πλέον αυτό έχει αλλάξει, κυρίως λόγω της θέλησης των ποδοσφαιριστών -και δη αυτών που είναι σε καλή ποδοσφαιρική ηλικία και σε καλή φόρμα. Και αυτή η κάψα τους για την εθνική δεν φαίνεται μόνον στην ανταπόκρισή τους, όταν καλούνται αλλά και στο πώς παίζουν γι’ αυτήν.
Αυτό σε κάνει πιο αισιόδοξο για τα προκριματικά του Mundial και το μέλλον της Εθνικής;
Με κάνει αισιόδοξο για το μέλλον. Τα προκριματικά είναι πάρα πολύ δύσκολα, αφού στον όμιλο υπάρχουν τέσσερις ομάδες πιο δυνατές και περνά μόνο ένας, ενώ στο Euro και ο τρίτος είχε ελπίδες. Είμαι αισιόδοξος όμως, γιατί κατά τη γνώμη μου είναι ίσως η πιο ισορροπημένη Εθνική όλων των εποχών. Στο παρελθόν μπορεί να είχαμε μια καλά στελεχωμένη γραμμή, αλλά αδυναμίες στις άλλες. Σήμερα δεν έχουμε μεν το δέκα (τέλειο) σε όλες τις γραμμές, αλλά σε κάθε θέση υπάρχουν ποιοτικές επιλογές. Σίγουρα έχουμε μέλλον. Αν συνεχίσει έτσι αυτή η ομάδα, μπορεί να πετύχει κάτι καλό, γιατί απαρτίζεται από παίκτες ποιοτικούς, νεαρούς και με θέληση. Πιστεύω σ’ αυτήν την εθνική.
«ΣΚΟΤΩΣΑ ΤΟΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΣΤΗ»
Δύο χρόνια μετά την απόσυρση σου νοσταλγείς τη ζωή του ποδοσφαιριστή ή τον έχεις «σκοτώσει» μέσα σου;
Αμέσως! Αγαπώ το ποδόσφαιρο, είναι η ζωή μου και πάντα θα είναι. Θα ήθελα να αγωνιζόμουν, το νοσταλγώ και εξακολουθώ να παίζω όποτε μπορώ. Ήταν όμως η κατάλληλη στιγμή να σταματήσω και δεν το μετανιώνω.
Θα μπορούσες ή ήθελες να πετύχεις κάτι παραπάνω;
Δεν είμαι αχάριστος. Έχω πετύχει πάρα πολλά στο ποδόσφαιρο και πήρα πάρα πολλά από αυτό. Ίσως εγώ αδίκησα τον εαυτό μου περισσότερο απ’ ό,τι άλλοι. Θα μπορούσα να είχα δοκιμάσει στο εξωτερικό. Όπως μικρός έφυγα από το Παραλίμνι για τον Ηρακλή κι ήταν σημαντικό για την καριέρα μου, θα μπορούσα επίσης σε νεαρή ηλικία να πάω στην Ντόρτμουντ, απλώς θα έπρεπε να περιμένω ως το τέλος του συμβολαίου μου (σ.σ. 2001). Άνθρωποι της με παρακολουθούσαν από το 2000, είχαν μιλήσει και συμφωνήσει με τον μάνατζέρ μου, όμως τότε ήμουν 20-21 χρόνων, δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι έτσι δουλεύουν, έβλεπα μόνον τι γινόταν άμεσα. Στον Ηρακλή είχε έρθει ο Μυτιληναίος κι εκεί που τέλειωνε το συμβόλαιό μου, ανανέωσα για τέσσερα χρόνια. Δεν ξέρω τι θα γινόταν, αν πήγαινα στη Γερμανία. Μπορεί να ήταν χειρότερα, μπορεί καλύτερα.
Την επόμενη χρονιά προέκυψε ο Παναθηναϊκός. Είχες αντιληφθεί τον ντόρο γύρω από το όνομα σου εκείνη την περίοδο;
Προσπαθούσα να το αποφεύγω. Κάθε καλοκαίρι που εξέπνεε το συμβόλαιό μου έφευγα διακοπές και έκλεινα το τηλέφωνο μου, δεν μιλούσα ούτε με τον μάνατζερ μου. Ήταν ένα όπλο που είχα έμφυτο. Δεν αγχωνόμουν, ούτε με ενδιέφερε και πολύ τι γινόταν γύρω μου -ούτε όταν πήγα στον Παναθηναϊκό, ούτε όταν πήγα στον Ολυμπιακό.
Ήταν εύκολη η απόφαση να πας στον Ολυμπιακό;
Με τον μάνατζέρ μου ψάχναμε στο εξωτερικό, αλλά μου είχε καταστήσει σαφές ότι σε μια καλή ομάδα π.χ. της Αγγλίας θα μπορούσα να πάω στα μέσα Αυγούστου, αφού πρώτα είχε κάνει τις ηχηρές μεταγραφές της, και ως τρίτη επιλογή. Η μία λύση συνεπώς ήταν να περιμένω ως τα τέλη Ιουλίου και η άλλη ο Ολυμπιακός. Μια μέρα, αφ’ ότου είχα επιστρέψει από τις διακοπές, σε μια τηλεφωνική συνομιλία μου λέει ο μάνατζέρ μου «έχω στη γραμμή τον πρόεδρο του Ολυμπιακού, τα βρήκαμε, θέλει να σου μιλήσει» κι ακολούθως ακούω τον Σωκράτη Κόκκαλη να μου λέει «έλα, Μιχάλη, καλωσόρισες!» Τι να πεις μετά; Έτσι ουσιαστικά βρέθηκα στον Ολυμπιακό.
Οι αποφάσεις για το μέλλον σου ήταν πάντα της στιγμής;
Ναι, είναι απίστευτο. Από το ξεκίνημα, όταν έφυγα από το Παραλίμνι για τον Ηρακλή. Με ήθελαν Απόλλων και Ανόρθωση, Κίρζης και Κωνσταντίνου έβαζαν πίεση στους γονείς μου και στην ομάδα. Επίσης σε μια βράβευση ο τότε προπονητής της Ομόνοιας, Ανδρέας Μιχαηλίδης, με είχε βολιδοσκοπήσει, αλλά του είχα πει ότι δεν ενδιαφερόμουν, διότι ήθελα να πάω στο εξωτερικό. Μετά εμφανίστηκαν οι Αθηναϊκός (λόγω Πρόκοπ), Πανιώνιος (τον προτιμούσε ο μάνατζέρ μου, διότι θα με είχε κοντά του στην Αθήνα) και Ηρακλής. Εγώ ήμουν στρατό τότε και κάποια στιγμή, μόνος μου σε καφετέρια στο Παραλίμνι, λέω -χωρίς σκέψη, χωρίς να ξέρω σε ποια θέση ήταν ή ποιους παίκτες είχε- «ο Ηρακλής μου ακούγεται μεγαλύτερη ομάδα», παίρνω τον πρόεδρο και τον μάνατζέρ μου και τους λέω ότι τελικά θα πάω εκεί. Έτσι λειτουργούσα.
Στη δεύτερη θητεία σου στον Ηρακλή τι σε ώθησε να γυρίσεις στην Κύπρο;
Πήγα Σεπτέμβριο, δίχως προετοιμασία. Για ένα μήνα έπαιζα ως αλλαγή, μετά έκανα 3-4 παιχνίδια βασικός, αλλά μετά από μια ήττα από τον Ολυμπιακό έμεινα εκτός, οπότε πήγα και ρώτησα «μισό λεπτό, γιατί με φέρατε;» Μετά ο Γιώργος Σαββίδης μου μετέφερε το ενδιαφέρον της Ομόνοιας. Δεν ήταν στις προθέσεις μου να γυρίσω, όμως ήθελα να φύγω από τον Ηρακλή και είχα ενημερώσει ήδη γι’ αυτό, εξ ου και δεν επηρεάστηκα από την αλλαγή προπονητή και από το ότι ακολούθως έπαιξα 6-7 παιχνίδια ως βασικός.
Πώς προέκυψε και έμεινες στην Κύπρο;
Με τη σύζυγό μου είχαμε αποφασίσει ότι θα ερχόμασταν Κύπρο για 2-3 χρόνια, να δω και τους γονείς μου, και μετά θα επιστρέφαμε. Ένεκα όμως της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και της γέννησης των δύο παιδιών μου αποφασίσαμε ότι θα ήταν καλύτερο να μείνουμε Κύπρο.
Σε ποδοσφαιρικό επίπεδο είχες είδωλα ή πρότυπα;
Πάρα πολλά, από μικρός. Έβλεπα πολύ ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο από κασέτες και μου άρεσαν κυρίως οι επιθετικοί, φαν Μπάστεν, Ρομάριο. Σίγουρα το μεγαλύτερο μου είδωλο ήταν και παραμένει ο Μαραντόνα -κι ας μην είχαμε την ίδια θέση ή το ίδιο στιλ. Ήταν παίκτης που άλλαξε την ιστορία ομάδας (Νάπολι) και χώρας (Αργεντινή). Δεν θέλω να μειώσω τον Μέσι ή τον Πελέ, αλλά άμα δεις ποιους έχουν ή είχαν δίπλα τους… Ο Μαραντόνα μου άρεσε, γιατί ό,τι έκανε το πέτυχε μόνος του. Σίγουρα μετά έκανε κάποια πράγματα, για τα οποία δεν μπορεί να είναι πρότυπο, αλλά τ’ αφήνω απ‘ έξω και βλέπω μόνον τον ποδοσφαιριστή Μαραντόνα.
«ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΣΤΕ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ»
Από την Κύπρο βλέπεις παίκτες που ξεχωρίζουν και μπορούν να σταδιοδρομήσουν στο εξωτερικό;
Υπάρχουν, αλλά από την Κύπρο δεν μπορείς να πας απ’ ευθείας σε μεγάλη ομάδα του εξωτερικού και δυστυχώς για μας έχει πρόβλημα η Ελλάδα, η οποία ήταν ενδιάμεσος σταθμός. Προ δεκαετίας, Ηρακλής, Άρης και ΠΑΟΚ ήταν πολύ καλές ομάδες, ουδείς περνούσε εύκολα από τις έδρες τους. Τώρα το ελληνικό πρωτάθλημα δεν είναι τόσο δυνατό, αλλά υπάρχουν Κύπριοι που μπορούν να παίξουν στο εξωτερικό, απλώς για μένα κάποιοι έπρεπε να έχουν φύγει ήδη, ώστε να αποβάλουν τη νοοτροπία της καφετέριας και του χωριού και να πάρουν πράγματα που η Κύπρος δεν μπορεί πια να τους προσφέρει. Σε νεαρή ηλικία πρέπει να είσαι επικεντρωμένος μόνο στην ουσία του ποδοσφαίρου.
Η προπονητική σε ενδιαφέρει;
Μέχρι να σταματήσω το ποδόσφαιρο δεν ήθελα να γίνω προπονητής, δεν ήταν όνειρό μου και ακόμα δεν είναι. Κάνω μαθήματα για το UEFA B και μου αρέσουν. Ως προπονητής βλέπεις εντελώς διαφορετικά τα πράγματα απ’ ό,τι ως ποδοσφαιριστής. Νομίζω όμως ότι δύσκολα θα γίνω προπονητής. Το τωρινό πόστο (team manager) μου αρέσει πάρα πολύ. Σίγουρα υπάρχουν πολλά που πρέπει να μάθω, όμως το προτιμώ απ’ την προπονητική.
Τι μπορούν να κάνουν οι κυπριακές ομάδες για να γίνουν πιο επαγγελματικές κι ανταγωνιστικές;
Να βάλουν ποδοσφαιρική παιδεία από τις ακαδημίες. Το μεγάλο αρνητικό είναι ότι θέλουμε άμεσα αποτελέσματα, κανείς δεν μπορεί να περιμένει 2-3 χρόνια. Όλες οι μεγάλες ομάδες θέλουν να πρωταγωνιστούν είτε έχουν οικονομικά προβλήματα είτε όχι, κι ενώ κατά περιόδους βάζουν και άλλα πλάνα θέλουν διαρκώς και τα αποτελέσματα. Είναι όμως πολύ δύσκολο να τα έχεις όλα μαζί.
Στον ευρωπαϊκό χάρτη το βλέπεις να βελτιώνει τη θέση του ή πρέπει ν’ αλλάξουν ορισμένα πράγματα, όπως για παράδειγμα να μειωθούν οι ομάδες;
Για μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος έχουμε δει τεράστιες επιτυχίες στην Ευρώπη. Είναι σημαντικό ότι κάθε χρόνο οι ομάδες διεκδικούν πρόκριση στους ομίλους και πρόκειται αποδεδειγμένα για εφικτό στόχο. Από την άλλη, οι 14 ομάδες είναι πολλές. Θα ήταν πιο ανταγωνιστικό το πρωτάθλημα με λιγότερες. Όλοι το ξέρουν, όμως δεν το κάνουν, γιατί όλοι θέλουν να είναι στην πρώτη κατηγορία. Είναι στα χέρια τους ν’ αποφασίσουν τι θέλουν.
Με την κρίση αξιοποιήθηκε ή χάθηκε μια ευκαιρία ν’ αλλάξει η νοοτροπία σε θέματα ακαδημιών, υπομονής και στελέχωσης με ανθρώπους του ποδοσφαίρου;
Μάλλον δεν αξιοποιήθηκε καθόλου. Τα πράγματα σίγουρα μπορούσαν να είναι καλύτερα, οι ομάδες να είχαν φτιάξει ακαδημίες και να βγάζουν παίκτες από αυτές. Χρειάζεται ένα μεγάλο πρότζεκτ προς αυτήν την κατεύθυνση. Όσο για τη στελέχωση με ανθρώπους του ποδοσφαίρου είναι κάτι που συμβαίνει παντού στην Ευρώπη, είναι αυτονόητο, κάτι που θα έπρεπε να συμβαίνει διαχρονικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας μεγάλος ποδοσφαιριστής θα παίρνει πάντα σωστές αποφάσεις. Αλλά υπάρχουν κατάλληλοι άνθρωποι με εμπειρία, γνώση κι αγάπη για το ποδόσφαιρο και, αν τους ψάξεις, θα τους βρεις.
Υπήρχαν κάποια πρόσωπα που σε σημάδεψαν στην καριέρα σου;
Η οικογένεια μου, οι προπονητές μου από μικρή ηλικία. Στο Παραλίμνι από παλιά είχαν τις υποδομές (4-5 γήπεδα), έφερναν προπονητές από το εξωτερικό και δεν ήταν τυχαίο ότι έβγαζαν καλούς παίκτες. Όταν ήμουν 12-13, ο Αντώνης Καρράς με κρατούσε στο τέλος της προπόνησης, με δούλευε ατομικά πάρα πολύ και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό. Καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη μου έπαιξε ο τότε προπονητής της Ένωσης, Σλόμπονταν Βουτσέκοβιτς, ο οποίος παρακολουθούσε τις προπονήσεις και τα παιχνίδια όλων των μικρών ομάδων. Με είδε να σκοράρω την ίδια μέρα σε παιχνίδι των τσικό και της β’ ομάδας και ρώτησε ποιος ήμουν. Όταν του είπαν ότι είμαι μόλις 15 ετών, τους απάντησε «μ’ έχετε φέρει προπονητή και θ’ αποφασίζετε εσείς ποιος είναι μικρός ή μεγάλος για την πρώτη ομάδα; Αυτός θα έρθει μαζί μου!» Κι έτσι, χωρίς να έχω κάνει μια προπόνηση στη β’ ομάδα, άρχισα από τα 15 να προπονούμαι με την πρώτη ομάδα. Μετά τις προπονήσεις με κρατούσε ακόμη μια ώρα και μου έκανε πολλά ατομικά προγράμματα. Επειδή ήταν κι εκείνος σπουδαίος επιθετικός, με βοήθησε πάρα πολύ.
Ο Γιάννης Κυράστας;
Ήταν ένα μεγάλο κομμάτι στην καριέρα μου, περισσότερο όταν έφυγε από τη ζωή, γιατί παντρεύτηκα την κόρη του. Δουλέψαμε μαζί σε μια κρίσιμη ηλικία, ήταν προπονητής μου στον Ηρακλή και στη συνέχεια στον Παναθηναϊκό, μου έμαθε αρκετά, ήταν ένας σημαντικός προπονητής στην καριέρα μου.
Τη σημερινή γενιά ποδοσφαιριστών την βλέπεις σε καλύτερη ή χειρότερη μοίρα;
Τύχη στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει. Δεν νομίζω πως ένα πολύ μεγάλο ταλέντο, που δουλεύει σωστά και θέλει ν’ αρπάξει την ευκαιρία, θα χαθεί για άλλους λόγους. Ίσως να του δοθεί πιο δύσκολα η ευκαιρία ή να έχει πιο λίγες ευκαιρίες, αλλά αυτός που είναι σωστός θα δυναμώσει περισσότερο από αυτό και, όταν του δοθεί η ευκαιρία, θα την αρπάξει από τα μαλλιά.
Αυτή η παιδεία πρέπει να δίνεται στις ακαδημίες ή από το σπίτι;
Δεν ξέρω αν διδάσκεται. Χρειάζεται μια γενική συμβουλή για το πόσο σεμνός και ταπεινός να είσαι εκεί που πρέπει. Είναι δύσκολος ο χώρος του ποδόσφαιρου, επειδή ασχολείται όλος ο κόσμος. Πρέπει να μένεις συγκεντρωμένος στο στόχο σου, να έχεις τις φιλοδοξίες και τα όνειρα σου. Η παιδεία όμως αρχίζει από την οικογένεια. Δυστυχώς πλέον, αν ένας δάσκαλος τραβήξει το αυτάκι του παιδιού μας, γιατί έκανε κάποια βλακεία, θα πάμε στο σχολείο και θα του ζητήσουμε το λόγο. Από τότε που χάθηκε ο φόβος και ο σεβασμός στους δασκάλους, χάσαμε τον έλεγχο.
Αντίστοιχα στις ακαδημίες ποδοσφαίρου οι γονείς ζητούν εξηγήσεις, όταν δεν παίζουν τα παιδιά τους.
Τα τελευταία χρόνια παρακολουθώ αγώνες ακαδημιών κάθε Σαββατοκύριακο λόγω των δικών μου παιδιών. Όσα συμβαίνουν ορισμένες φορές είναι τραγικά. Δεν μπορώ να το περιγράψω. Σίγουρα πρέπει να μπαίνει η νοοτροπία του νικητή από τις μικρές ομάδες, αλλά το σημαντικό είναι να μάθεις να κερδίζεις παίζοντας σωστό ποδόσφαιρο.
ΜΟΝΟΚΟΜΜΑΤΑ
Ποιο από τα 32 γκολ σου με την Εθνική σου έχει μείνει χαραγμένο;
Το εκτός έδρας γκολ με την Πορτογαλία (4-4) ήταν πολύ ωραίο, αλλά θα ήταν καλύτερο αν κερδίζαμε.
Ποια παιχνίδια σου έμεινε αξέχαστα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος;
Το 5-2 στο γεμάτο ΓΣΠ επί της Ιρλανδίας, το 1-1 με τη Γερμανία (1-1), ακόμη και η ήττα από την Ιταλία στο τελευταίο λεπτό (1-2).
Το 5-2 στο γεμάτο ΓΣΠ επί της Ιρλανδίας, το 1-1 με τη Γερμανία (1-1), ακόμη και η ήττα από την Ιταλία στο τελευταίο λεπτό (1-2).
Δυσκολότερος αντίπαλος;
Ο Σολ Κάμπελ (Άρσεναλ) και γενικότερα οι αγγλικές άμυνες.
Ο Σολ Κάμπελ (Άρσεναλ) και γενικότερα οι αγγλικές άμυνες.
Από συμπαίκτες ποιον θα ξεχώριζες;
Στο Παραλίμνι τον Μιχάλη Οικονόμου, στον Ηρακλή τον Σάββα Κωφίδη, στον Παναθηναϊκό τον Κριστόφ Βαζέχα, στον Ολυμπιακό τους Αντώνη Νικοπολίδη και Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς.
Στο Παραλίμνι τον Μιχάλη Οικονόμου, στον Ηρακλή τον Σάββα Κωφίδη, στον Παναθηναϊκό τον Κριστόφ Βαζέχα, στον Ολυμπιακό τους Αντώνη Νικοπολίδη και Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς.