Τι γυρεύει η Ομόνοια στην Ευρώπη
20:02 - 23 Ιουλίου 2016
Από το καλοκαίρι του 2008, όταν είχε αποκλείσει την ΑΕΚ Αθηνών και είχε την ατυχία να πέσει στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου UEFA στη Μάντσεστερ Σίτι, η Ομόνοια βιώνει στην Ευρώπη τη «μέρα της μαρμότας». Μια επαναλαμβανόμενη δυσάρεστη κατάσταση που την έχει αφήσει ως τη μοναδική από τις παραδοσιακές δυνάμεις του κυπριακού ποδοσφαίρου δίχως συμμετοχή σε ομίλους ευρωπαϊκής διοργάνωσης.
Το ρεπερτόριο των αποκλεισμών της τελευταίας οκταετίας είναι πραγματικά ανεξάντλητο: στο β’ προκριματικό γύρο, στο γ’ προκριματικό γύρο, στα πλέι οφ, από καλύτερες ομάδες, από ισοδύναμες ομάδες, από χειρότερες ομάδες, με τύχη, με ατυχία, με ανατροπές που δεν αποδείχθηκαν αρκετές, με παρ’ ολίγον ολικές ανατροπές, στα εκτός έδρας γκολ, στα πέναλτι -οι «πράσινοι» έχουν εθίσει το κοινό τους στη σκέψη πως πάντα θα βρεθεί ένας τρόπος, προκειμένου ο διακαής πόθος να μείνει ανεκπλήρωτος.
Οι φίλοι της Ομόνοιας έχουν βαρεθεί να διαβάζουν κάθε καλοκαίρι την ίδια αναφορά αιτιών της αποτυχίας: ο προγραμματισμός δεν έγινε έγκαιρα, η στελέχωση δεν ήταν η ενδεδειγμένη, η ομάδα δεν εμφανίστηκε επαρκώς έτοιμη, η τεχνική ηγεσία δεν βοήθησε όσο έπρεπε κ.ο.κ. Προφανώς ανά περίπτωση είτε κάποιες είτε όλες οι προαναφερθείσες αιτιάσεις είχαν βάση, όπως άλλωστε και η μεγαλύτερη αλήθεια απ’ όλες: το «τριφύλλι» χάνει μέσα από τα χέρια του δικές του προκρίσεις.
Απέναντι στην Μπεϊτάρ, λ.χ., οι «πράσινοι» εμφανίστηκαν δίχως να έχουν ολοκληρώσει τη μεταγραφική τους ενίσχυση, με νεοφερμένους που υπολείπονταν σε αγωνιστικό ρυθμό και βαθμό προσαρμογής, με τακτική και επιλογές που δικαιολογημένα ήγειραν απορίες. Κόστισαν όλα αυτά; Ασφαλώς, αλλά ενδεχομένως η ζυγαριά να έγερνε προς την άλλη πλευρά, αν επί παραδείγματι η Ομόνοια δεν δεχόταν δύο σχεδόν πανομοιότυπα τέρματα (αυτό στο Ισραήλ και το πρώτο στο ΓΣΠ) από την πλευρά του Καρλίτος και με όλη την άμυνα σε ανισορροπία, αν οι Μπαντιμπανγκά και Χριστοφή ήταν ετοιμοπόλεμοι, ώστε να υπάρχουν αυθεντικοί (και όχι κατά συνθήκη) εξτρέμ, αν ο προπονητής του «τριφυλλιού» δεν αντικαθιστούσε τον Σέρινταν, αφού στόχευε να ψάξει με σέντρες τα γκολ που του έλειπαν κ.λπ.
Με υποθέσεις, ωστόσο, προκρίσεις δεν έρχονται. Το καίριο ερώτημα, συνεπώς, είναι τι χρειάζεται, προκειμένου να έλθουν. Καλύτερος προγραμματισμός, θα σπεύσουν να πουν πολλοί. Είναι καταφανώς ένα ζητούμενο. Αλλά για να γίνει καλύτερος προγραμματισμός θα πρέπει εξ αρχής να έχει απαντηθεί δίχως περιθώρια παρερμηνείας το ερώτημα στον τίτλο του άρθρου: τι γυρεύει η Ομόνοια στην Ευρώπη;
Αντιμετωπίζει τους προκριματικούς γύρους ως κομμάτι της προετοιμασίας της ομάδας για το πρωτάθλημα; Ως επίσημα και δυνατά τεστ για το ξεσκαρτάρισμα και την ενίσχυση του ρόστερ; Ως πηγή άντλησης ρευστού εν μέσω της θερινής ξηρασίας του ταμείου; Ή ως έναν εκ των δύο βασικών στόχων της κάθε περίοδο, δηλαδή τη διάκριση εντός κι εκτός συνόρων;
Όσο οι «πράσινοι» δεν οριοθετούν επισήμως την είσοδό τους σε όμιλο ευρωπαϊκής διοργάνωσης ως βασική προτεραιότητα, το σερί των αποκλεισμών θα διευρύνεται. Είναι στρατηγικής σημασίας η Ομόνοια ως οργανισμός να επικοινωνήσει σε όλα τα μέλη της πως η εν λόγω επιδίωξη είναι αυτονόητη για ένα τόσο ιστορικό και λαοφιλές σωματείο. Η αλλαγή πρώτα θα επέλθει σε επίπεδο νοοτροπίας και ακολούθως σε επίπεδο αποτελεσμάτων στο γήπεδο.
Όσο δεν συμβαίνει αυτό, τόσο άπαντες στην πυραμίδα (διοίκηση, τεχνικός διευθυντής, προπονητής, παίκτες) θα έχουν -έστω και υποσυνείδητα- το άλλοθι της αποτυχίας. Διότι οι υπερβάσεις δεν υλοποιούνται απ’ όσους πορεύονται με τη λογική «πάμε κι όπου μας βγάλει», αλλά από εκείνους που τις κυνηγούν επίμονα, ωσάν να μην υπάρχει δεύτερη ευκαιρία.