Ντι Κάνιο: Τα γενέθλια ενός φασίστα
15:14 - 09 Ιουλίου 2016
Στη Λάτσιο έπαιξε για μόλις 8 απ' τα 23 χρόνια, όμως ταυτίστηκε μαζί της περισσότερο από κάθε άλλη. Πέρασε απ' τη Νάπολι, τη Μίλαν και τη Γιουβέντους, έφτασε μέχρι τη Σκωτία και τη Σέλτικ, ενώ με τη Γουέστ Χαμ σημείωσε τα περισσότερα γκολ της καριέρας του. Λατρεύτηκε όμως απ' τους τιφόζι των Ρωμαίων. Απ' αυτούς που χαιρέτισε ναζιστικά κι εκείνοι παραληρούσαν.
Ένας γυρολόγος γκρινιάρης γκολτζής
Ακόμα κι αν κάποιος δεν παρακολουθεί το Καμπιονάτο για χρόνια, κατά πάσα πιθανότητα τον Ντι Κάνιο τον γνωρίζει απ' το υψωμένο δεξί του χέρι. Ίσως κι απ' την παραδοχή του πως είναι φασίστας. Αυτό τον αδικεί, γιατί ως ποδοσφαιριστής ξεχώριζε. Δεν ήταν το πρώτο «κανόνι», ούτε «σημάδεψε» το ιταλικό ποδόσφαιρο, όμως έπαιξε για χρόνια και σκόραρε αρκετές φορές. Όποια σημασία κι αν διατηρεί αυτό για μια προσωπικότητα σαν τον Ντι Κάνιο...
Ξεκίνησε την καριέρα του με τα «γαλάζια» της Λάτσιο, ήδη απ' την ομάδα Νέων, στην οποία εντάχθηκε σε ηλικία 17 ετών, το 1985. Εκεί έμεινε ως το 1990, έχοντας ήδη σκοράρει σε ένα καθοριστικό ντέρμπι με τη Ρόμα το 1989, που «έσωσε» την κατηγορία για τους «λατσιάλι». Έτσι, κατάφερε από νωρίς να μπει στην «καρδιά» των οπαδών της.
Μετακόμισε στο Τορίνο το 1990, όταν η νικήτρια του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ τον αγόρασε για να τον προσθέσει στην επιθετική της γραμμή, που αποτελούταν απ' τον Μπάτζιο, τον Βιάλι, τον Σκιλάτσι, τον Ραβανέλι και τον Μέλερ. Εκεί αυτονόητα βρήκε περιορισμένο χρόνο συμμετοχής στα τρια χρόνια παρουσίας του (1990-1993) και η κόντρα του με τον Τζιοβάνι Τραπατόνι τον έφερε εκτός «Κυρίας». Πρώτα η Νάπολι (για μια σεζόν) και στη συνέχεια η Μίλαν (για δυο) τον «έντυσαν» με τα χρώματά τους και παρόλο που με τη δεύτερη έφτασε μέχρι την κατάκτηση του σκουντέτο, «πλακώθηκε» και με τον Φάμπιο Καπέλο. Η περίπτωση του ήταν ιδιαίτερη και τα νεύρα του ασυγκράτητα, όπως φαίνεται ήδη απ' το ξεκίνημα...
Η συνέχεια έπρεπε να τον βρει εκτός Ιταλίας, αφού εκεί είχε παίξει ήδη... παντού! Το 1996 πήρε μεταγραφή στη Σέλτικ, όπου έπαιξε περισσότερο (26 συμ.), σκόραρε τα περισσότερα γκολ του σε μια σεζόν (12), αλλά και πάλι τράβηξε τα βλέμματα πάνω του για λάθος λόγους. Στο ντέρμπι με τη Ρέιντζερς τον Μάρτιο του 1997 ήρθε στα χέρια με τον Ίαν Φέργκιουσον και έκανε χειρονομίες στους οπαδούς των «διαμαρτυρόμενων», βλέποντας τελικά την κόκκινη κάρτα. Δεν ήταν η μόνη στο πρωτάθλημα και η συμπεριφορά του, μαζί με τις χρηματικές απαιτήσεις του, ήταν ο λόγος που η Σέλτικ τον έδιωξε το τέλος της σεζόν.
Από κει βρέθηκε στη Σέφιλντ Γουένσντεϊ έναντι 4.2 εκατ. λιρών, καταφέρνοντας ξανά να «σκοτωθεί» με όλο τον κόσμο. Παρότι σκόραρε ανελλιπώς (15 γκολ σε 41 συμ.) και είχε γίνει ο αγαπημένος της κερκίδας, τα νεύρα και οι ενέργειές του κόστισαν τόσο στον ίδιο, όσο και στην ομάδα. Τον Σεπτέμβριο του 1998, σε αγώνα της ομάδας του με την Άρσεναλ στο Χίλσμπορο έσπρωξε τον διαιτητή Πολ Άλκοκ. Αποβλήθηκε, τιμωρήθηκε με 11 αγώνες εκτός αγωνιστικής δράσης και χρηματικό πρόστιμο 10.000 λιρών και φυσικά... εκδιώχθηκε.
Γουέστ Χαμ: ο «παράδεισός» του
Έχοντας μείνει εκτός ποδοσφαίρου για περίπου 5 μήνες μετά το περιστατικό, τον Ιανουάριο του 1999 παίρνει μεταγραφή στα «σφυριά». Ο Χάρι Ρέντναπ δείχνει να μη δίνει βάση στα περιστατικά απειθαρχίας του Ιταλού, ενώ ο ίδιος δηλώνει μετανιωμένος. Εκεί ξεκινά η «εκτόξευσή» του: θα παραμείνει στο Λονδίνο για 4 σεζόν, όπου θα πετύχει 48 γκολ σε 118 εμφανίσεις, θα πάρει βραβεία για το καλύτερο γκολ της χρονιάς (1999-2000), θα αναδειχθεί «Hammer of the Year» απ' τους οπαδούς την ίδια σεζόν, θα πάρει έως και το FIFA Fair Play Award για την απόφασή του να μη σκοράρει απέναντι στον τραυματία τερματοφύλακα της Έβερτον, Πολ Τζέραρντ, για την οποία απέσπασε και το standing ovation απ' το κοινό του Γκούντισον Παρκ! Τρομερά πράγματα για έναν φασίστα...
Τα ίδια και τα ίδια...
Ούτε από κει πάντως έφυγε με το καλύτερο κατευόδιο... Το 2003 ήρθε σε έντονη κόντρα με τον προπονητή του, Γκλεν Ρέντερ και κατέληξε στην Τσάρλτον. Μετά από μια σεζόν, στα 36 του, είχε έρθει η στιγμή του επαναπατρισμού και δη, της επιστροφής στο «σπίτι» του. Η Λάτσιο του ζήτησε να επιστρέψει κι εκείνος δέχθηκε μεγάλη μείωση στο κασέ του για να ξαναπαίξει στο Ολίμπικο.
Το γκολ με τη Ρόμα στο πρώτο του «Derby della Capitale» μετά την επιστροφή του τον «θεοποίησε» στα μάτια των τιφόζι. Εντούτοις, αυτοί ήταν οι μόνοι με τους οποίους τα «έβρισκε». Με πολλούς απ' τους συμπαίκτες του δεν μιλιόταν, ειδικά με τους μαύρους, απέναντι στους προπονητές έβγαζε τον χειρότερο του εαυτό, ενώ με τον πρόεδρο Λοτίτο μάλλον δεν ήθελαν καν ο ένας να βλέπει τον άλλο. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να δει ξανά την πόρτα της εξόδου. Δυο σεζόν στην Serie C1 και Serie C2 «έκλεισαν» την 23χρονή παρουσία του στα γήπεδα.
Τον «γέννησε» μια διχασμένη Ιταλία
Αξίζει κανείς να δει τους λόγους πίσω απ' τη γέννηση καθενός ρέπει προς φασίζουσες συμπεριφορές, όντας περήφανος να καταδεικνύει τα ελαττώματα της αστικής δημοκρατίας, αυτής που γνωρίζουμε και να αποκαλύπτει με κάθε ευκαιρία πως δεν πρόκειται για τον μεγαλύτερο «οπαδό» της.
Ο Ντι Κάνιο γεννήθηκε το 1968 σε μια Ρώμη που «καιγόταν» και σε μια Ιταλία διχασμένη, ιδεολογικά φορτισμένη και με «πληγές» ανοικτές απ' τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου ο Μουσολίνι αποχώρησε ηττημένος κι εξευτελισμένος. Στη χώρα δεν έγιναν ποτέ δίκες για τα εγκλήματα του πολέμου, ενώ 15.000 νεκροί Ιταλοί στρατιώτες και οι απατηλές υποσχέσεις της ημέρας της απελευθέρωσης απ' τους ναζί τον Απρίλιο του 1945 έμειναν για να θυμίζουν την αναπηρία της δικαιοσύνης.
Ως γνωστόν, απ' την απουσία της δικαιοσύνης «τρέφεται» το τέρας του φασισμού. Ομάδες αναρχικών ή αριστερών και φασιστικές γκρούπες τρομοκρατών κοντράρονταν έντονα σε όλη την ταραγμένη δεκαετία του '60. Η πολιτικοποίηση περνούσε μέσα απ' τις πλατείες, σαν την Πιάτσα Φοντάνα του Μιλάνου, την οποία είχαν βομβαρδίσει ακροδεξιοί το 1969, σκοτώνοντας 16 νεκρούς και παραπάνω από 80 τραυματίες.
Το 1974 η Λάτσιο κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα της ιστορίας της. Ο Ντι Κάνιο τότε ήταν μόλις 6 ετών, αλλά οι Ρωμαίοι ήδη ήταν γεμάτοι παίκτες και οπαδούς που έμοιαζαν στον μελλοντικό Πάολο: αντιδραστικούς, στρατόκαυλους, πορωμένους και τη βία κι εθισμένους στην τακτική της, νέους ανθρώπους, οι περισσότεροι απ' τους οποίους ήταν μέλη του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (MSI), ενός πολιτικού κινήματος με φασιστική «μήτρα» και ρητορική.
«Προοριζόταν» για τη Ρόμα, αλλά τον «κέρδισε» η Λάτσιο
Συνολικά η κατάσταση στην «αιώνια πόλη» κατά τις δεκαετίες των '60s και των '70s ήταν ιδιαιτέρως «εύφλεκτη». Ακροδεξιές και αριστερές ομάδες, καθώς και τρομοκρατικά στοιχεία, εμπέδωναν προς τα έξω την κυριαρχία και την ισχύ τους με ένοπλες ληστείες. Στις πλατείες, στους δρόμους, τις γειτονιές της Ρώμης, άπαντες είχαν διαλέξει στρατόπεδο, ειδικά οι νέοι, στους οποίους η πολιτικοποίηση υπήρχε στον αέρα που ανέπνεαν.
Μεγαλώνοντας στις εργατικές συνοικίες του Κουαρτιτσιόλο, ο Ντι Κάνιο «φυσιολογικά» θα περίμενε κανείς να καταλήξει στη Ρόμα. Όσο υπήρχαν ακόμα διαχωρισμοί, ή τουλάχιστον έντονοι τέτοιοι, οι «τζιαλορόσι» αποτελούνταν κατά βάση από αριστερούς οπαδούς, άκρως αντιθετικά απ' τους φασίστες της Λάτσιο. Κι όμως, ο νεαρός Ρωμαίος Πάολο γοητεύτηκε απ' τους «λατσιάλι». Εντάχθηκε από νωρίς στις ακαδημίες της και στον σύνδεσμο των «Irriducibili», σκληροπυρηνικών οπαδών της ομάδας, που δήλωναν πιστοί στις αξίες του συλλόγου, αλλά και στο ένδοξο παρελθόν της πόλης τους. Αυτό, τις περισσότερες φορές συνδεόταν με τη ρωμαϊκή εποχή, ιδέες δηλαδή βγαλμένες απ' το εγχειρίδιο των φασιστών της Ιταλίας και όχι μόνο.
Τα γεγονότα
«Άλλο πράγμα ο φασισμός και άλλο ο ρατσισμός. Εγώ είμαι απλά φασίστας», έχει αποκαλύψει σε μια μανιώδη και σοκαριστική δήλωση το 2005, καταδεικνύοντας πως για να ξεμπροστιάσεις αποτελεσματικά κάποιον που σηκώνει το δεξί χέρι παρατεταμένα και λατρεύεται από ακροδεξιούς οπαδούς είναι αρκετά πιο πολύπλοκο απ’ όσο φαντάζεται κανείς..
Τον Δεκέμβριο του 2005, ο Ντι Κάνιο πανηγύρισε με ναζιστικό χαιρετισμό μία νίκη της Λάτσιο επί της Ρόμα. Οι λατσιάλι τιφόζι, γνωστοί σεσημασμένοι για τις φασιστικές και ρατσιστικές τους πεποιθήσεις, τον χειροκρότησαν, βλέποντας στο τεντωμένο του χέρι το δικό τους και στη φιγούρα του Ιταλοί έναν απ’ αυτούς. Τουλάχιστον, έναν απ’ τους περισσότερους απ’ αυτούς. «Ηταν ένας απλός χαιρετισμός προς τους συντρόφους μου», δήλωνε ο ίδιος. «Δεν είχε την έννοια του μίσους, ούτε ήθελα να υποκινήσω ρατσιστική βία. Εμείς οι φασίστες δεν είμαστε ρατσιστές»…
Ξανάκανε τη συγκεκριμένη κίνηση άλλες δύο φορές την ίδια περίοδο, σε πόλεις με παράδοση αριστερής ψήφου, όπως η Λιβόρνο. Η ιταλική λίγκα τον τιμώρησε με αποκλεισμό μιας αγωνιστικής και πρόστιμο 10.000 ευρώ και ο Μπλάτερ τον απείλησε με ισόβιο εξοστρακισμό. Το «αυτί» του Ντι Κάνιο όμως δεν ίδρωσε όπως φαίνεται: «Θα χαιρετάω πάντα έτσι, γιατί μου δίνει την αίσθηση πως ανήκω στους οπαδούς μας. Αυτός ο χαιρετισμός είναι δείγμα για μένα πως ανήκω σε μια ομάδα ανθρώπων με κοινές αξίες, αληθινές, που δείχνουν την αντίδραση στα κοινωνικά πρότυπα που μας επιβάλλονται»…
Τον Απρίλιο του 2013, ως προπονητής της Σάντερλαντ, βρέθηκε στην κηδεία του Πάολο Σινιορέλι, πρώην ηγετικού στελέχους της ακροδεξιάς παραστρατιωτικής οργάνωσης NAR, που ευθύνεται για την πολύνεκρη επίθεση στον σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνια το 1980. Στη φωτογραφία που είχε δημοσιεύσει τότε η Sun, κατά την έξοδο του φερέτρου απ’ την εκκλησία, οι παρευρισκόμενοι χαιρέτισαν ναζιστικά. Το ίδιο φυσικά και ο Ντι Κάνιο.
Δεδηλωμένος φασίστας
«Ο Μουσολίνι ήταν άνδρας με αρχές και ήθος, παρεξηγημένο από την Ιστορία. Εγώ τον καταλαβαίνω απόλυτα». Τάδε έφη Ντι Κάνιο, αρκετά αργότερα, ως παίκτης της ανδρικής ομάδας της Λάτσιο. Στο χέρι του έχει ένα τατουάζ με το όνομα «Dux», δηλαδή Ντούτσε. Παρεμπιπτόντως, ο Μουσολίνι ανήκει εξίσου στο παρελθόν που εξιδανικεύεται και υμνείται απ' τους τιφόζι των λατσιάλι. Η Λάτσιο, που ιδρύθηκε από Ιταλούς αξιωματικούς το 1900, ήταν η αγαπημένη ομάδα του Μουσολίνι. Γενικά, έως και σήμερα, η σύνδεση φασισμού, ρατσισμού και μισαλλοδοξίας με τη Λάτσιο γίνεται εύκολα, όταν μιλάει κανείς για το κάλτσιο.
Η ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της Σάντερλαντ απ' τον Ντι Κάνιο οδήγησε στην παραίτηση του αντιπροέδρου του συλλόγου, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, «λόγω των παλαιότερων πολιτικών του τοποθετήσεων», ενώ για τον ίδιο λόγο το συνδικάτο των ανθρακωρύχων του «Durham Miners' Association» απομάκρυνε το πανό που διατηρούσε στο «Στάδιο του Φωτός». Απ' τις «μαυρόγατες» απολύθηκε, λόγω των παραπόνων των παικτών για τη «βίαιη και βιτριολική του συμπεριφορά» απέναντί τους. Βλέποντας τον κανείς να πανηγυρίζει ή να αντιδρά μπροστά απ' τον πάγκο, καταλαβαίνει ευθύς αμέσως πως δεν πρόκειται για άνθρωπο που ξέρει να διατηρεί την ψυχραιμία του και τους σφυγμούς του σε φυσιολογικά επίπεδα. Ο ίδιος αρνήθηκε τις καταγγελίες, όπως και το ότι είχε κακές σχέσεις με τους μαύρους παίκτες της ομάδας.
Τι μένει…
Γκολ έβαλε, αν μη τι άλλο. Μπορεί να μην έγινε «θρύλος», αλλά υπήρξε αποτελεσματικός σε αρκετές ομάδες που τον εμπιστεύτηκαν, τόσο εντός, όσο κι εκτός Ιταλίας. Πως γίνεται όμως να αναφέρεται κανείς σε ποδοσφαιρικά κατορθώματα, όταν ο λόγος πηγαίνει σε έναν τέτοιο τύπο;
Η απάντηση είναι πως δεν γίνεται. Κανείς δεν ζητάει πολιτικά φρονήματα απ’ τους ποδοσφαιριστές. Μπορούν να ψηφίζουν ό,τι θέλουν, να εκφράζονται υπέρ οποιουδήποτε ζητήματος ανοικτά και να επιχειρηματολογούν για κάθε θέμα της επικαιρότητας, πολιτικό, κοινωνικό, οποιασδήποτε φύσης. Στη δημοκρατία όρια δεν μπαίνουν από κανέναν μεμονωμένα, αλλά από όλους μαζί, όταν κάποιος σηκώνει το χέρι του και χαιρετά ναζιστικά επανειλημμένως ή όταν δηλώνει ανοικτά πως είναι φασίστας.
Για όποιον βιάζεται να μιλήσει περί περιορισμένης δημοκρατίας, όταν κανείς κατακρίνει ακροδεξιούς για το δημόσιο λόγο του, ας ρίξει μια ματιά στο θέμα του Γιώργου Τσακίρη και την επίσκεψη στο Άουσβιτς. Τα όσα φρικαλέα περιγράφονται εκεί τα έκαναν τύποι τους οποίους, όπως φαίνεται ο Ντι Κάνιο θαύμαζε. Τέτοιες απόψεις στο ποδόσφαιρο της ευχαρίστησης, των ομάδων με Αφρικανούς, Νοτιοαμερικανούς, Ευρωπαίους, Σουηδούς και όλων των φυλών του Ισραήλ παικτών, δεν χωράνε…
Πηγή: gazzetta.gr