Φρένο από το Δικαστήριο στην εκποίηση ενυπόθηκων ακινήτων επιχειρηματία
15:40 - 05 Οκτωβρίου 2018
Όπως αναφέρει στην απόφαση του το Δικαστήριο, εξαρτάται από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Για παράδειγμα, ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» που τάσσει προθεσμία για την εξόφληση μικρότερη των 30 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της, μπορούσε να εφεσιβληθεί γιατί παραβλάπτετο δικαίωμα του ενυπόθηκου οφειλέτη που του παρείχε ο Νόμος. Επομένως, η ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» είναι η ειδοποίηση που μπορούσε να εφεσιβληθεί δυνάμει των προνοιών του άρθρου 44ΙΓ, τονίζεται στην απόφαση του Δικαστηρίου.
Αναμφίβολα σήμερα δεν υφίσταται το νομικό υπόβαθρο για την καταχώριση έφεσης σε σχέση με ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι». Μετά την κατάργηση του άρθρου 44ΙΓ και υπό το φως της επιφύλαξης που προστέθηκε μετά το άρθρο 44Α(3), εγείρεται ζήτημα κατά πόσο έφεση που καταχωρίστηκε πριν την 13.7.2018, σε σχέση με ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» και «Θ», όπως η παρούσα, μπορεί να εκδικαστεί. Εάν η νομοθεσία όπως έχει τροποποιηθεί δεν το επιτρέπει, εγείρεται προς συζήτηση ζήτημα συνταγματικότητας σε σχέση με την επιφύλαξη του άρθρου 44Α(3). Τέτοιο ζήτημα εξετάζεται μόνο εφόσον καθίσταται αναγκαίο για την επίλυση της επίδικης διαφοράς.
Μέχρι την 13.7.2018, έφεση για τον παραμερισμό ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» μπορούσε να καταχωριστεί για το λόγο ότι εκκρεμούσε αγωγή ενώπιον Δικαστηρίου για την ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι», είτε αυτή είχε καταχωριστεί πριν ή μετά την ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι». με αυτό το υπόβαθρο ο ενυπόθηκος οφειλέτης προς τον οποίο επιδιδόταν ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ» μπορούσε να καταχωρίσει έφεση με λόγο την εκκρεμοδικία αγωγής που αφορούσε το ενυπόθηκο χρέος και την υποθήκη.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο εφεσείοντας προς τον οποίο επιδόθηκε ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» και όχι ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ», προέβαλλε τη θέση ότι τα δικαιώματα του παραβλάπτονταν γιατί στη συνήθη πορεία των πραγμάτων και εφόσον δεν θα εξοφλούσε το αναφερόμενο στην ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» πόσο, θα ακολουθούσε η επίδοση σε αυτόν ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» για τον παραμερισμό της οποίας θα μπορούσε να καταχωρίσει έφεση με λόγο την εκκρεμοδικία των αγωγών. Και η έφεση του θα ήταν επιτυχής.
Σε μια έφεση για τον παραμερισμό ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» που θα είχε καταχωριστεί πριν την 13.7.2018, με λόγο έφεσης την εκκρεμοδικία αγωγής δυνάμει των προνοιών του άρθρου 44Γ(3)(δ) και που θα εκδικαζόταν μετά την 13.7.2018, θα εγειρόταν προς συζήτηση ζήτημα εφαρμογής κατ’ επέκταση συνταγματικότητας της επιφύλαξης του άρθρου 44Α(3). Όμως στην προκειμένη περίπτωση δεν επιδόθηκε στον εφεσείοντα ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ» και αυτή δεν καταχώρισε έφεση για τον παραμερισμό ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» ώστε να είχε αποκτήσει δικαίωμα στον παραμερισμό της λόγω εκκρεμοδικίας συναφούς αγωγής.
«Δεν μπορεί δηλαδή ο εφεσείοντας να επικαλείται ότι εάν του επιδίδετο ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ» θα είχε το δικαίωματα να την παραμερίσει λόγω της εκκρεμοδικίας και τώρα δεν το έχει. Ο εφεσείοντας δεν απέκτησε ποτέ το δικαίωμα αυτό και δεν μπορεί να επικαλείται ότι η τροποποιητική νομοθεσία του το αποστέρησε. Όπως προκύπτει από την ένορκη δήλωση του η έφεση αφορά τρεις ειδοποιήσεις κατά τον Τύπο «Ι» και αντίστοιχα τρεις ειδοποιήσεις κατά τον Τύπο «Θ». Η κάθε μια ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» αφορά σε δυο υποθήκες. Στην κάθε «κατάσταση λογαριασμού του οφειλομένου ενυπόθηκου χρέους» που επισυνάπτεται αναφέρονται τα ποσά των δυο υποθηκών που η ειδοποίηση αφορά, οι τόκοι και το συνολικό ποσό».
Όπως αναφέρει στην απόφαση του το Δικαστήριο, καθίσταται πρόδηλο οι καταστάσεις δεν αναφέρονται στο πραγματικό χρεωστικό υπόλοιπο των δανείων των δυο εταιρειών τα οποία οι υποθήκες εξασφαλίζουν αλλά στο μέγιστο ποσό που μπορεί ο ενυπόθηκος δανειστής να λάβει από το προϊόν της πώλησης των ακινήτων που η κάθε υποθήκη αφορά.
Ήθελαν ένα εκατομμύριο από πάνω
Το συνολικό αυτό ποσό των έξι υποθηκών είναι 1.303.583,42 ευρώ, πλέον τόκους από 1.10.2007.
Στις ειδοποιήσεις καταγράφεται ότι το πιο πάνω επιμέρους ποσό πλέον τους τόκους έγιναν απαιτητά και καλείται ο εφεσείοντας όπως εντός των 30 ημερών τα καταβάλει μαζί με τους τόκους και διενεργηθέντα για την είσπραξη τους έξοδα που δεν καθορίζονται.
Το συνολικό ποσό που αξίωνε με τις δυο αγωγές η Τράπεζα είναι 2.489.338,89 πλέον τόκους, ενώ δεν αναφέρθηκε ότι οι υποθήκες εξασφάλιζαν και άλλες υποχρεώσεις πέραν αυτών που αναφέρονταν στις δυο αγωγές.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, «δεν είναι δυνατόν ο πρωτοφειλέτης να οφείλει 2.489.338,89 πλέον τόκους και να απαιτείται από τον ενυπόθηκο εγγυητή οφειλέτη ποσό 3,451.980,19 πλέον τόκους. Το ποσό αυτό δεν είναι οφειλόμενο στην Τράπεζα ούτε κατά την εκδοχή της ίδιας της Τράπεζας. Το οφειλόμενο κατά την Τράπεζα ποσό είναι αυτό το οποίο αξιώνει με τις δυο αγωγές».
Όπως τονίζεται στην απόφαση, το ορθό είναι να αναστέλλεται μια ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» για κάθε υποθήκη και δίκαιο θα ήταν να εξηγείται με κάποιο τρόπο η διασύνδεση δυο ή περισσότερων υποθηκών. Όμως ο νομοθέτης, όπως αναφέρει το Δικαστήριο δεν προνόησε για τέτοια εξήγηση.
«H oυσία είναι ότι η επιλογή της συμπερίληψης δύο υποθηκών σε μια ειδοποίηση είχε ως αποτέλεσμα την καταστρατήγηση του σκοπού του Νομοθέτη σε βλάβη των συμφερόντων του εφεσείοντα. Συνεπώς θα πρέπει να εξεταστεί η εμβέλεια της δεύτερης επιφύλαξης του άρθρου 44Α(3) και εάν απαιτηθεί η συνταγματικότητα της».
Η επιφύλαξη αφορά στην περίπτωση που έχει αρχίσει από οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του μέρους VIA. Στη συνέχεια σημειώνεται ότι οι διατάξεις του τροποποιητικού Νόμου του 2018 θα εφαρμόζονται και στην περίπτωση που οι ειδοποιήσεις στάλθηκαν πριν την έναρξη ισχύος του δηλαδή την 13/7/2018.
Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 44Γ(1) καθορίζει ποια είναι η έναρξη της διαδικασίας του Μέρους VIA. Είναι η επίδοση στον ενυπόθηκο οφειλέτη της εγγραφής ειδοποίησης κατά τον Τύπο «Ι». Για να αρχίσει οποιαδήποτε διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VIA σημαίνει ότι έχει σταλθεί η ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι». Επομένως η αναφορά ότι οι διατάξεις του τροποποιητικού Νόμου του 2018 θα εφαρμόζονται και στην περίπτωση που οι ειδοποιήσεις στάλθηκαν πριν την έναρξη της ισχύος του, είναι πλεονασμός.
Ήταν η θέση του εφεσείοντα ότι η πιο πάνω επιφύλαξη αφορά σε περιπτώσεις όπου έχει αποσταλεί ειδοποίηση ή ειδοποιήσεις αλλά δεν καλύπτει τις περιπτώσεις όπου έχει καταχωριστεί έφεση σε σχέση με κάποια ειδοποίηση, όπως στην προκειμένη περίπτωση.
Η κύρια βάση της επιχειρηματολογίας του δικηγόρο του Μάριου Καραΐσκου ήταν ότι διαφορετική ερμηνεία απολήγει σε άδικα αποτελέσματα και ανατρέπει κεκτημένα δικαιώματα του ενυπόθηκου οφειλέτη έτσι που η επιφύλαξη να πρέπει να κηρυχθεί ως αντισυνταγματική.
«Εδράζει την εισήγηση του στις καθιερωμένες αρχές ερμηνείας των νόμων και εισηγείται ότι «ένας νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ εκτός και αν ρητά προβλέπεται στις διατάξεις του ή αφορά μόνο σε θέματα διαδικασίας. Υφίσταται γενικό τεκμήριο εναντίον της αναδρομικότητας εκτός αν ρητά ο Νομοθέτης καθορίσει διαφορετικά. Ακόμα πως τεκμαίρεται ότι ο Νομοθέτης δεν έχει πρόθεση να επιφέρει άδικα αποτελέσματα και τούτο οδηγεί στην αποφυγή πρόσδοσης αναδρομικότητας σε νομοθέτημα εάν το αποτέλεσμα θα ήταν τέτοιο. Ένα νομοθέτημα δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται να έχει περισσότερη αναδρομικότητα απ’ ότι το ίδιο το λεκτικό του καθιστά αναγκαίο. Καταλήγει ότι η κήρυξη της επιφύλαξης ως αντισυνταγματικής θα αποφευχθεί εάν το Δικαστήριο την ερμηνεύσει ότι δεν αφορά σε περιπτώσεις όπου έχει ήδη καταχωριστεί έφεση».
Η κρίση του Δικαστηρίου
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, είναι η κρίση του Δικαστηρίου ότι η επιφύλαξη που προστέθηκε με τον τροποποιητικό Νόμο του 2018 αναπόφευκτα καλύπτει και περιπτώσεις όπου έχει καταχωριστεί έφεση πριν την 13/7/2018 για τον παραμερισμό ειδοποίησης που έχει επιδοθεί.
«Στα γεγονότα της παρούσας ασφαλώς και έχει αρχίσει η διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VIA πριν την 13/7/2018 και ασφαλώς και η Ειδοποίηση κατά τον Τύπο «Ι» στάλθηκε πριν την ημερομηνία αυτή. Το Δικαστήριο δεν βρίσκει ότι μπορεί να δώσει την ερμηνεία που εισηγείται ο εφεσείοντας χωρίς να διαστρεβλώνει το νόημα των λέξεων και φράσεων που χρησιμοποιούνται στην επιφύλαξη. Επομένως, καθίσταται αναγκαίο να αποφασιστεί το ζήτημα της συνταγματικότητας της επιφύλαξης στην έκσταση που καλύπτει περιπτώσεις όπου έχει ήδη καταχωριστεί έφεση και εκκρεμούσε κατά την 13/7/2018».
Επίσης είναι η κρίση του Δικαστηρίου ότι σε αυτή την έκταση η πρόνοια είναι αντισυνταγματική.
«Εάν εφαρμοστεί η επιφύλαξη τότε η παρούσα Έφεση θα απορριφθεί συνοπτικά. Αυτό θα σημαίνει ότι η Τράπεζα θα δικαιούται να προχωρήσει στα περαιτέρω διαβήματα που προνοούνται στο Μέρος VIA με απώτερο σκοπό την εκποίηση των ενυπόθηκων ακινήτων του εφεσείοντα. Όμως, ο εφεσείοντας έχει ήδη καταδείξει προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου ότι έχει υποστεί βλάβη από την επίδοση σε αυτόν των Ειδοποιήσεων κατά τον Τύπου «Ι» γιατί δεν του παρασχέθηκε το δικαίωμα ή η ευκαιρία που ο Νομοθέτης είχε προνοήσει προς όφελος του. Εάν η Έφεση διεκπεραιωνόταν πριν τις 13/7/2018, που μπορούσε να γίνει εάν η Τράπεζα είχε καταχωρίσει την ένσταση της όπως οι αρχικές οδηγίες του Δικαστηρίου, και αφού ήταν ορισμένη γι’ ακρόαση στις 20/6/2018, το αποτέλεσμα θα ήταν η επιτυχία της Έφεσης. Ασφαλώς και παραβλάπτονται ουσιαστικά δικαιώματα του εφεσείοντα εφόσον η νεοεισαχθείσα επιφύλαξη οδηγεί, εάν εφαρμοστεί, στην συνοπτική της απόρριψη».
Η πρόνοια ως αντισυνταγματική δεν επηρεάζει την παρούσα Έφεση που, κρινόμενη στη βάση της Νομοθεσίας ως ίσχυε προ της 13/7/2018 επιτυγχάνει, καταλήγει το Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε διάταγμα που παραμερίζει τις ειδοποιήσεις κατά τον Τύπο «Ι» και κατά τον Τύπο «Θ» που επιδόθηκαν στον εφεσείοντα στις 20/2/2018.
«Ο εφεσείοντας δε δικαιούται εις οποιαδήποτε άλλη θεραπεία. Η ακύρωση της διαδικασίας εκποίησης των ακινήτων του είναι συνέπεια του παραμερισμού των ειδοποιήσεων και δεν χωρεί η έκδοση οιουδήποτε περαιτέρω διατάγματος».
Τα έξοδα του Δικαστηρίου επιδικάστηκαν υπέρ του εφεσείοντα που εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο Μάριο Καραΐσκο και εναντίον της Τράπεζας.