«Έκαμα και εγώ τον Ρίγκο και δε τα χάλια μου »
15:50 - 13 Δεκεμβρίου 2018
Ο Κυριάκος Φωτίου, στέλεχος της ΕΔΕΚ, δολοφονήθηκε το βράδυ της 5ης Απριλίου 1973 καθώς επέστρεφε στο σπίτι του από τη δουλειά του μαζί με τον υπάλληλο του Νεόφυτο Ανδρέου. Λίγο πριν φτάσει στο σπίτι του, τρεις οπλοφόροι της ΕΟΚΑ Β’ έστησαν καρτέρι στον Φωτίου και τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ.
Την επόμενη μέρα, 6 Απριλίου 1973, στην κηδεία του «Κόκου» κατεγράφησαν συγκλονιστικές στιγμές. Όπως γράφει η εφημερίδα «Τα Νέα», «δεν ήταν μόνο οι χιλιάδες που πέρασαν μπρος στο λείψανο και όσοι τον συνόδευσαν, που έκλαψαν το παλληκάρι. Ήταν κι οι χιλιάδες που χαιρέτιζαν την πομπή στα πεζοδρόμια… Δάκρυζαν οι απλοί άνθρωποι του λαού, οργισμένοι και αποφασιστικοί έπειτα από το στυγερό έγκλημα. Ήταν συγκλονιστικό να βλέπει κανείς παιδιά, γυναίκες, άνδρες, γέρους, γριές, να κλαίνε τον νεκρό αγωνιστή σαν δικό τους, σαν παιδί ή σαν αδελφό του…».
Παρακάτω αναφέρει: «…μέσα σε κλάματα, μοιρολόγια και κατάρες άρχισε η νεκρώσιμη ακολουθία. Με σπασμένη φωνή έψαλλαν οι ψάλτες. Και οι παπάδες, μαζί με όλο τον λαό έκλαιγαν. Με σβησμένη τη φωνή διάβαζαν τις ευχές. Γιατί ο Κόκος Φωτίου ήταν αγαπητός σ’ όλους. Τίμιος, καλός, ευγενικός μ’ όλους, όλοι τον εκτιμούσαν και όλοι τον περιβάλλανε με την αγάπη τους».
Δύο μέρες μετά την δολοφονία δεκάδες στελέχη της ΕΔΕΚ μετέβησαν στην Αρχιεπισκοπή, όπου επέδωσαν ανακοίνωση του κόμματος προς τον Μακάριο. Στην ανακοίνωση αυτή, μεταξύ άλλων, εξέφραζαν την αγανάκτηση της ΕΔΕΚ για τη δολοφονία του Κόκου Φωτίου και διαβεβαίωναν ότι θα συνέχιζαν τον αγώνα ενάντια στη βία και ότι θα παραμείνουν άκαμπτοι στην πρωτοπορία της λαϊκής θέλησης. Ζητούσαν επίσης από τον Μακάριο να παταχθεί η παρανομία και να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Τρία χρόνια μετά η παράδοση του δολοφόνου
«Έκαμα και εγώ τον Ρίγκο και δε τα χάλια μου…» ήταν ο τίτλος της εφημερίδας Φιλελεύθερος την 23η Νοεμβρίου 1976, οπότε παραδόθηκε ο δολοφόνος του Φωτίου, προβαίνοντας σε αυτή τη δήλωση κατά την προσαγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Ο καταζητούμενος για το φόνο Κυριάκος Κουππής, παραδόθηκε σε μέλη του ΤΑΕ Αρχηγείου τα οποία μετέβησαν στη Λάρνακα έπειτα από τηλεφώνημα προς τον αξιωματικό για το πού βρίσκεται και ότι επιθυμεί να παραδοθεί. Μετά τη σύλληψη του, ο Κουππής οδηγήθηκε στις Κεντρικές φυλακές όπου τέθηκε υπό παρακολούθηση κυβερνητικού ψυχιάτρου.
Όπως γράφουν οι εφημερίδες της εποχής, η σύλληψη του Κουππή έγινε σε οικία στη Λάρνακα γύρω στις 3 και 30 τα ξημερώματα. Κατά την στιγμή που η Αστυνομία κατευθυνόταν στο καθορισμένο σημείο, ακούστηκαν κοντά στην περιοχή πυροβολισμοί. Η εξήγηση που δόθηκε ήταν ότι κάποιοι φίλοι του καταζητούμενου ήθελαν με τον τρόπο αυτό να τονίσουν την αμετανόητη παρουσία του, να δείξουν στις δυνάμεις του κράτους πώς καιροφυλακτούν με τα όπλα.
Ο Κουππής χαρακτηριζόταν ως «σκληρό καρύδι». Έτσι τον αποκαλούσαν οι άφρονες του πραξικοπήματος.
Κατά το δεδομένο χρόνο της παράδοσης του στην Αστυνομία στην εν λόγω οικία, μαζί του βρισκόταν και ένας δικηγόρος, ενώ ο ίδιος ήταν άοπλος, ατημέλητος με γένια και κρατούσε μια μεγάλη κουβέρτα. Δεν ήθελε να κανένα λόγο να κρατηθεί στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας και ζήτησε να μεταφερθεί στη Λευκωσία. Το αίτημα του έγινε αποδεκτό, ενώ κατά τη μεταφορά του έψαλε συνεχώς.
Επιθετικός ο Κουππής στο Δικαστήριο
Κατά την προσαγωγή του Κουππή στο Δικαστήριο, ήταν επιθετικός και έβριζε τους δημοσιογράφους και έφτυσε σε ένα από αυτούς που βρίσκονταν στο μέρος.
Ενώ οδηγείτο στην αίθουσα του Δικαστηρίου, αναφερόμενος στους δημοσιογράφους είπε «τούτα τα κουπελλούθκια που βουρούν εν κουπελλούθκια. Βουρούν με σαν τα τσουρρούθκια».
Ενώ οδηγείτο στην αίθουσα του Δικαστηρίου, αναφερόμενος στους δημοσιογράφους είπε «τούτα τα κουπελλούθκια που βουρούν εν κουπελλούθκια. Βουρούν με σαν τα τσουρρούθκια».
Μετά την εκδίκαση της υπόθεσης, ο Κουππής κλήθηκε σε απολογία όπου είπε ενώπιον του Κακουργιοδικείου: «Δεν είχα πρόθεση να σκοτώσω τον Γεώργιο
Φωτίου. Δεν προμελετήσαμε καμιά φορά τον φόνο του. Εγώ δεν έριξα καθόλου πυροβολισμούς».
Ο Κυριάκος Κουππής καταδικάσθηκε στις 3 Μαρτίου 1977 σε θάνατο, αφού βρέθηκε ένοχος από τον εκ προμελέτης φόνου του Γεώργιου Φωτίου.