Το σχέδιο με τον άρρωστο αδελφό, το ραντεβού παγίδα και οι ασέλγειες του αστυνομικού
08:01 - 15 Δεκεμβρίου 2018
Πέντε χρόνια μετά αρχίζει τελικά η πειθαρχική δίωξη του αστυνομικού που καταδικάστηκε σε φυλάκιση δυο ετών για σεξουαλική εκμετάλλευση νεαρής, μετά από την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο 47χρονος αστυνομικός, που υπηρετεί στο σώμα εδώ και 25 χρόνια, είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα μέχρι τη διερεύνηση της υπόθεσης, ενώ αναστάληκε η πειθαρχική έρευνα εναντίον του μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.
Παρά την καταδίκη του από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο αστυνομικός επέστρεψε κανονικά στο σώμα, αφού του επιβλήθηκε ποινή με αναστολή, ενώ εκ τότε δεν διώχθηκε πειθαρχικά μέχρι την απόφαση και του Ανωτάτου.
Ωστόσο, έφεση άσκησε η Νομική Υπηρεσία και όχι ο κατηγορούμενος και ως εκ τούτου δεν αναμενόταν η αθώωση του, γεγονός που δημιουργεί τεράστιο ερώτημα για το λόγο που δεν διώχθηκε πειθαρχικά από την ημέρα της καταδίκης του, αλλά αντί αυτού άρθηκε και η διαθεσιμότητα του το 2016.
Σύμφωνα με το άρθρο 145(3)(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κατά την εκδίκαση έφεσης που ασκήθηκε από ή με έγκριση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, από απόφαση για το λόγο ότι η ποινή ήταν ανεπαρκής το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται (ι) να αυξήσει την ποινή ή (ιι) να απορρίψει την έφεση.
Αρχικά… ποινή με αναστολή
O κατηγορούμενος μετά από αλλαγή απάντησης σε παραδοχή, βρέθηκε ένοχος σε μια κατηγορία σεξουαλικής εκμετάλλευσης ενήλικου προσώπου και σε μια κατηγορία άσεμνης επίθεσης εναντίον γυναίκας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε στον 47χρονο αστυνομικό ποινή φυλάκισης 12 μηνών, με τριετή αναστολή σε κατηγορία της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και δεν επέβαλε οποιαδήποτε ποινή στην κατηγορία της άσεμνης επίθεσης.
Τα γεγονότα της υπόθεσης:
Το 2013 η παραπονούμενη 22 ετών, κατά τον επίδικο χρόνο, έψαχνε εργασία ως νοσηλεύτρια.
Την έγινε πρόταση από συγχωριανή της να αναλάβει την φροντίδα ενός ασθενή. Της δόθηκε αριθμός κινητού τηλεφώνου και συνομίλησε με έναν άνδρα ο οποίος της συστήθηκε ως …, και την πληροφόρησε ότι το άτομο που θα φρόντιζε είναι ο αδελφός του, ο οποίος είναι άρρωστος. Της εξήγησε ότι τα καθήκοντα της ήταν να τον βοηθά να κάνει μπάνιο και θα πληρωνόταν 30 ευρώ κάθε φορά για τις υπηρεσίες της.
Ο νεαρή μετέβη σε ξενοδοχείο στη Λευκωσία, ως οι τηλεφωνικές οδηγίες που είχε, όπου εκεί συνάντησε τον 47χρονο, ο οποίος φορούσε πιτζάμες και κλείδωσε την πόρτα του δωματίου.
Ακολούθως της ζήτησε να τον γδύσει και να τον βοηθήσει να κάνει μπάνιο. Εκεί της ζήτησε να τον τρίψει στην παντού με τα χέρια και όχι με σφουγγάρι.
Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος, ενώ βρισκόταν στο κρεβάτι, άρχισε να τις άσεμνες επιθέσεις, με την παραπονούμενη να αντιδρά. Ωστόσο ο αστυνομικός της ανέφερε ότι η προηγούμενη νοσοκόμα δεχόταν, επομένως έπρεπε και η ίδια να συγκατατεθεί.
Η νεαρή βρισκόταν υπό το καθεστώς φόβου και ο 47χρονος συνέχισε τις άσεμνες πράξεις σε βάρος της νεαρής, της οποίας ζήτησε να τον φιλήσει στο στόμα.
Ακολούθως της κατέβαλε το ποσό τον 30 ευρώ και η νεαρή κατευθύνθηκε προς την πόρτα για να αποχωρήσει.
Τότε ο 47χρονος της φώναξε πως δεν είχε ολοκληρώσει και της ζήτησε να τον βοηθήσει.
Τότε, υπό τον φόβο και πάλι, η παραπονούμενη τον ακολούθησε στο μπάνιο και εκεί ακολούθησαν νέες αρρωστημένες πράξεις από πλευράς του κατηγορούμενου.
Στη συνέχεια η 22χρονη πήρε τα πράγματα της για να φύγει και προσπάθησε να ξεκλειδώσει την πόρτα αλλά δεν μπορούσε να την ανοίξει και της άνοιξε ο κατηγορούμενος, οπόταν και έφυγε.
Δεν παραδεχόταν, είχε προηγούμενα
Ο αστυνομικός αφού συνελήφθη, ανακρινόμενος αρνήθηκε την διάπραξη των αδικημάτων, ενώ ισχυρίστηκε ότι ήταν με τη θέληση της.
Από τις έρευνες διαπιστώθηκε ότι ο αστυνομικός είχε αποταθεί και σε άλλες νοσηλεύτριες χρησιμοποιώντας παρόμοιο τρόπο προσέγγισης, πριν καταφέρει να πείσει την παραπονούμενη να συναντηθούν.
Σημειώνεται ότι η 22χρονη ανέφερε στην Αστυνομία ότι ο λόγος που συγκατατέθηκε σε όλες τις υποδείξεις του κατηγορούμενου ήταν γιατί βρισκόταν υπό το καθεστώς φόβου και πίστευε ότι σε περίπτωση που αρνείτο, θα την βίαζε.
Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου
Στην απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο, μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «ο κατηγορούμενος καταχράστηκε την επαγγελματική ιδιότητα της παραπονούμενης και την ανάγκη της ως νεαρή νοσηλεύτρια για εργασία, και την έπεισε με δόλο και απάτη να τον συνετίσει σε δωμάτιο ξενοδοχείου, υποκρινόμενος ότι αναζητούσε τις υπηρεσίες νοσοκόμας για τον δήθεν ασθενή με αναπηρικά προβλήματα αδελφό του. Η παραπονούμενη μετέβη στο δωμάτιο για να εργαστεί και αντί αυτού, οδηγήθηκε υπό το κράτος φόνου στη σεξουαλική εκμετάλλευση, ταπείνωση και προσβολή. Εξίσου επιβαρυντικό αποτελεί το γεγονός ότι κλείδωσε τη θύρα και την έπεισε να ανεχτεί τις άσεμνες επιθέσεις και ασέλγειες του».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε ποινή με αναστολή στον αστυνομικό καθώς έλαβε υπόψη το λευκό ποινικό μητρώο του, την παραδοχή του, το χρόνο που διέρρευσε από την μέρα της διάπραξης των αδικημάτων, τη μετάνοια και μεταμέλεια του, το γεγονός ότι έχει ντροπιαστεί για τη συμπεριφορά του και πως η άμεση φυλάκιση του θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στη σύζυγο και τα παιδιά του και ιδιαιτέρως ότι πρόκειται για μέλος της Αστυνομίας που θα αντιμετώπιζε κυρώσεις.
Που στηρίχθηκε η έφεση της Νομικής Υπηρεσίας
Ο Γενικός Εισαγγελέας εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση, κρίνοντας ότι είναι έκδηλα ανεπαρκής και πως το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του εξουσία αναφορικά με την αναστολή εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης, καθότι αυτή δε δικαιολογείτο από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης και τα προσωπικά περιστατικά του κατηγορούμενου.
Μεταξύ άλλων η Κατηγορούσα Αρχή επισήμανε στο εφετείο ότι ο τρόπος δράσης του κατηγορούμενου καταδεικνύει προσχεδιασμό, στοιχείο επιβαρυντικό, παρά τον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι λειτούργησε ερασιτεχνικά επειδή χρησιμοποίησε το προσωπικό του τηλέφωνο.
Επίσης επισημάνθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα ελατήρια του και ότι υπάρχει έξαρση στη διάπραξη σεξουαλικών αδικημάτων, με αποτέλεσμα να υπάρχει ανάγκη επιβολής αυστηρών ποινών.
Έμφαση δόθηκε και στο γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είναι αστυνομικός, έστω και αν τα αδικήματα δεν συνδέονται άμεσα με το επάγγελμα του.
Απόφαση κόλαφος Ανωτάτου
Κατά την απόφαση του το Ανώτατο Δικαστήριο εξετάζοντας την υπόθεση, ανέφερε αρχικά ότι το αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης επισύρει φυλάκιση μέχρι και δέκα χρόνια.
Όπως ανέφερε, «τα περιστατικά διάπραξης των εν λόγω αδικημάτων είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικά για τον κατηγορούμενο», συμφωνώντας με τη θέση της Κατηγορούσας Αρχής ότι υπήρχε προσχεδιασμός και οργάνωση, τονίζοντας ότι «κατάστρωσε ολόκληρο σχέδιο επικαλούμενος ψευδώς ότι είχε αδελφό ασθενή».
Το Ανώτατο τόνισε μεταξύ άλλων ότι ο κατηγορούμενος, «όντας αστυνομικός έχει καθήκον να μεριμνά για την τήρηση των νόμων και της τάξης, παρέχοντας μάλιστα προστασία στους πολίτες από συμπεριφορές παρόμοιες με τη δική του και ταυτόχρονα να αποτελεί πρότυπο νομιμοφροσύνης σε κάθε έκφανση της ζωής του».
«Αντίθετα ο κατηγορούμενος οργάνωσε ολόκληρο σχέδιο με στόχο να παρασύρει μια νεαρή νοσηλεύτρια 22 ετών, κατά δύο και πλέον δεκαετίες μικρότερη του, παραπλανώντας την ότι χρειαζόταν τις υπηρεσίες της για να βοηθήσει τον άρρωστο αδελφό του, να τη χρησιμοποιήσει για να ικανοποιήσει τις σεξουαλικές του ορέξεις. Η διάπραξη αυτών των αδικημάτων μόνο αποτροπή προκαλεί».
Στην απόφαση του το Δικαστήριο μίλησε για το έργο των νοσηλευτών, επισημαίνοντας ότι είναι σημαντικό να ενθαρρύνονται οι νέα να ακολουθούν αυτό το επάγγελμα.
«Αντί αυτού, ο κατηγορούμενος με τις πράξεις του καταρράκωσε την προσωπικότητα της νεαρής νοσηλεύτριας και της δημιούργησε απογοήτευση και ανασφάλεια στην εκτέλεση των υπηρεσιών της», τόνισε το Ανώτατο.
Το Ανώτατο χαρακτήρισε την ποινή του πρωτόδικου Δικαστηρίου έκδηλα ανεπαρκή, τονίζοντας ότι «η ενδεδειγμένη ποινή υπό τις περιστάσεις θα ήταν μεγαλύτερη, παρά τους μετριαστικούς παράγοντες, λόγω του διαρρεύσαντος χρόνου», και ως εκ τούτου καταδίκασε τον 47χρονο σε άμεση φυλάκιση δύο ετών.
Μάλιστα επισήμανε ότι οποιαδήποτε άλλη ποινή πέραν της άμεσης φυλάκισης, δεν κρίνεται ως κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.
Μάλιστα επισήμανε ότι οποιαδήποτε άλλη ποινή πέραν της άμεσης φυλάκισης, δεν κρίνεται ως κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.