Ομόνοια: Από τον Γκόμεθ στο Λάρκου η διαφορά είναι μεγάλη
19:12 - 30 Δεκεμβρίου 2018
Το περασμένο καλοκαίρι, όταν ο Σταύρος Παπασταύρου γινόταν ο μεγαλομέτοχος στο ποδοσφαιρικό τμήμα της Ομόνοιας, το… trend στο κυπριακό ποδόσφαιρο ήταν ο Ισπανός τεχνικός διευθυντής. Με τέτοιον άλλωστε (Τσάβι Ρόκα) η ΑΕΚ μέσα σε μια τετραετία είχε καθιερωθεί όχι απλώς σε σύλλογο πρώτης εξάδας ή τετράδας, αλλά σε σταθερό διεκδικητή του τίτλου και μόλις είχε στεφθεί κυπελλούχος.
Οι «πράσινοι» επέλεξαν κι αυτοί το μοντέλο του τεχνικού διευθυντή και (μέσα από 5-6 βασικούς υποψηφίους) επελέγη ο Άνχελ Γκόμεθ, ο οποίος ανέλαβε εν λευκώ τη στελέχωση του ποδοσφαιρικού τμήματος, αφού επέλεξε και τον προπονητή και τους νεοφερμένους. Μέσα σε λιγότερο από έξι μήνες αποδείχθηκε ότι απέτυχε και στον μεν και στους δε, με αποτέλεσμα να καταστεί και ο ίδιος αναλώσιμος.
Στο πρόσωπο του διαδόχου του, Νεόφυτου Λάρκου, συμπυκνώνεται όλη η αλλαγή που σχεδιάζει κι ευελπιστεί να επιφέρει στην Ομόνοια ο επενδυτής της. Ο μέχρι σήμερα προπονητής της εθνικής Νέων διαφέρει σε σημαντικά σημεία από τον Ισπανό προκάτοχό του: γνωρίζει άριστα τι σημαίνει Ομόνοια και κυπριακό ποδόσφαιρο, έχει θητεύσει μ’ επιτυχία ως προπονητής (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επιλογή, συνεργασία και αξιολόγηση του εκάστοτε τεχνικού της ομάδας), έχει αποδείξει ότι διαθέτει «μάτι» για τις μεταγραφές, ενώ λόγω του πόστου του στην ΚΟΠ έχει μια πολύ λεπτομερή εικόνα των ταλέντων στην Κύπρο (ιδιαίτερα σημαντικό για τις ακαδημίες, όπως τις οραματίζονται στο «τριφύλλι»).
Η Ομόνοια, με άλλα λόγια, ποντάρει πλέον στο μοντέλο «παπούτσι από τον τόπο σου», το οποίο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και πισωγύρισμα. Αφ’ ενός, διότι σε επίπεδο επιτευγμάτων ο πήχης έχει τεθεί (υπερβολικά) χαμηλά από τον Γκόμεθ, αφ’ ετέρου, διότι ο Λάρκου δεν υστερεί σε τεχνογνωσία έναντι του προκατόχου του, τουναντίον έχει στοιχεία που οι «πράσινοι» χρειάζονται σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτό το νέο ξεκίνημα που επιχειρούν μεσούσης της περιόδου.
Οι «πράσινοι» επέλεξαν κι αυτοί το μοντέλο του τεχνικού διευθυντή και (μέσα από 5-6 βασικούς υποψηφίους) επελέγη ο Άνχελ Γκόμεθ, ο οποίος ανέλαβε εν λευκώ τη στελέχωση του ποδοσφαιρικού τμήματος, αφού επέλεξε και τον προπονητή και τους νεοφερμένους. Μέσα σε λιγότερο από έξι μήνες αποδείχθηκε ότι απέτυχε και στον μεν και στους δε, με αποτέλεσμα να καταστεί και ο ίδιος αναλώσιμος.
Στο πρόσωπο του διαδόχου του, Νεόφυτου Λάρκου, συμπυκνώνεται όλη η αλλαγή που σχεδιάζει κι ευελπιστεί να επιφέρει στην Ομόνοια ο επενδυτής της. Ο μέχρι σήμερα προπονητής της εθνικής Νέων διαφέρει σε σημαντικά σημεία από τον Ισπανό προκάτοχό του: γνωρίζει άριστα τι σημαίνει Ομόνοια και κυπριακό ποδόσφαιρο, έχει θητεύσει μ’ επιτυχία ως προπονητής (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επιλογή, συνεργασία και αξιολόγηση του εκάστοτε τεχνικού της ομάδας), έχει αποδείξει ότι διαθέτει «μάτι» για τις μεταγραφές, ενώ λόγω του πόστου του στην ΚΟΠ έχει μια πολύ λεπτομερή εικόνα των ταλέντων στην Κύπρο (ιδιαίτερα σημαντικό για τις ακαδημίες, όπως τις οραματίζονται στο «τριφύλλι»).
Η Ομόνοια, με άλλα λόγια, ποντάρει πλέον στο μοντέλο «παπούτσι από τον τόπο σου», το οποίο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και πισωγύρισμα. Αφ’ ενός, διότι σε επίπεδο επιτευγμάτων ο πήχης έχει τεθεί (υπερβολικά) χαμηλά από τον Γκόμεθ, αφ’ ετέρου, διότι ο Λάρκου δεν υστερεί σε τεχνογνωσία έναντι του προκατόχου του, τουναντίον έχει στοιχεία που οι «πράσινοι» χρειάζονται σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτό το νέο ξεκίνημα που επιχειρούν μεσούσης της περιόδου.