Διαιτητές: Θέμα συνείδησης ή κανονισμών
12:23 - 30 Δεκεμβρίου 2018
«Δεν έχει σημασία τι πιστεύει ο καθένας για την επίδοση και τις ικανότητες ενός διαιτητή. Σημασία έχει ο ίδιος ο διαιτητής να είναι ήσυχος με τη συνείδησή του και να νοιώθει ότι ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις και στην αποστολή του». Στον χαιρετισμό του στην ετήσια εορταστική εκδήλωση του Συνδέσμου Διαιτητών Κύπρου ο Γιώργος Κούμας είπε μια μεγάλη, αλλά… μισή αλήθεια.
Ποια είναι η μεγάλη αλήθεια; Ότι ο καλύτερος και αυστηρότερος κριτής ενός διαιτητή είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Η συνείδησή του είναι η πρώτη που θα τον δικάσει για το χοντρό, προφανές και απροκάλυπτο λάθος, αυτό που θα αλλοιώσει τη φυσιογνωμία και την έκβαση ενός αγώνα.
Η συντριπτική πλειονότητα των διαιτητών αντιλαμβάνεται σχεδόν άμεσα τέτοια σφάλματα, όταν προκύπτουν (σ.σ. πώς επηρεάζουν ακολούθως την απόδοσή τους μέσα στο παιχνίδι είναι μια εξ ίσου ενδιαφέρουσα, αλλά διαφορετική συζήτηση με πολλές παραμέτρους). Όσοι δεν τα αντιλαμβάνονται άμεσα, προφανώς είναι ακατάλληλοι να διαιτητεύουν αγώνες οποιασδήποτε κατηγορίας.
Ποια είναι η μισή αλήθεια; Ότι τα εξόφθαλμα λάθη είναι η εξαίρεση στον κανόνα. Ο κανόνας είναι τα υπόλοιπα, τα οποία διακρίνονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη είναι αυτά, για τη διαπίστωση των οποίων απαιτείται η προβολή επανάληψης της φάσης.
Τουλάχιστον το 80% των σφαλμάτων των διαιτητών θα περνούσαν απαρητήρητα, αν δεν υπήρχε το τηλεοπτικό replay, πάνω στο οποίο άπαντες βασίζονται όλοι οι (καλόπιστοι ή κακοπροαίρετοι) κριτικοί. Αυτή η πραγματικότητα καθιστά αναγκαία την καθιέρωση του Video Assistant Referee (V.A.R.), προκειμένου να έχει και ο διαιτητής τη δυνατότητα που έχουν όσοι παρακολουθούν το παιχνίδι.
Η δεύτερη κατηγορία είναι τα σφυρίγματα, τα οποία εναπόκεινται στην κρίση του διαιτητή. Όποιος διαβάσει τους κανονισμούς, παίρνει μια πρώτη ιδέα για το πόσα (πολλά) έχουν ενταχθεί στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Σε πρόσφατο σεμινάριο διαιτησίας από ΚΟΠ και ΕΑΚ, ο Χιου Ντάλας επιβεβαίωσε του λόγου το αληθές προβάλλοντας φάσεις, στις οποίες ο παρατηρητής θα δικαίωνε τον διαιτητή όποια απόφαση κι αν έπαιρνε (πέναλτι ή μη, κόκκινη ή μη κ.ο.κ.)! Για να μην μένει και η απορία για το πώς για την ίδια φάση μπορούν να διαφωνούν ακόμη και καθηγητές διαιτησίας…
Όταν συνεπώς ακόμη και οι πιο σημαντικές αποφάσεις έχουν περάσει στη διακριτική ευχέρεια του διαιτητή, όταν ο κανονισμός είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένος, ώστε να δικαιώνει και το σφύριγμα και το μη σφύριγμα, ποιο ασφαλές, αντικειμενικό και καθολικά αξιόπιστο κριτήριο απομένει για την αξιολόγησή της απόδοσής του; Σίγουρα όχι η συνείδησή του…
Και αυτό αποτελεί πρόβλημα. Όχι (ακαταλληλότητας ή σκοπιμότητας) διαιτητών, αλλά (ασάφειας) κανονισμών.
Ποια είναι η μεγάλη αλήθεια; Ότι ο καλύτερος και αυστηρότερος κριτής ενός διαιτητή είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Η συνείδησή του είναι η πρώτη που θα τον δικάσει για το χοντρό, προφανές και απροκάλυπτο λάθος, αυτό που θα αλλοιώσει τη φυσιογνωμία και την έκβαση ενός αγώνα.
Η συντριπτική πλειονότητα των διαιτητών αντιλαμβάνεται σχεδόν άμεσα τέτοια σφάλματα, όταν προκύπτουν (σ.σ. πώς επηρεάζουν ακολούθως την απόδοσή τους μέσα στο παιχνίδι είναι μια εξ ίσου ενδιαφέρουσα, αλλά διαφορετική συζήτηση με πολλές παραμέτρους). Όσοι δεν τα αντιλαμβάνονται άμεσα, προφανώς είναι ακατάλληλοι να διαιτητεύουν αγώνες οποιασδήποτε κατηγορίας.
Ποια είναι η μισή αλήθεια; Ότι τα εξόφθαλμα λάθη είναι η εξαίρεση στον κανόνα. Ο κανόνας είναι τα υπόλοιπα, τα οποία διακρίνονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη είναι αυτά, για τη διαπίστωση των οποίων απαιτείται η προβολή επανάληψης της φάσης.
Τουλάχιστον το 80% των σφαλμάτων των διαιτητών θα περνούσαν απαρητήρητα, αν δεν υπήρχε το τηλεοπτικό replay, πάνω στο οποίο άπαντες βασίζονται όλοι οι (καλόπιστοι ή κακοπροαίρετοι) κριτικοί. Αυτή η πραγματικότητα καθιστά αναγκαία την καθιέρωση του Video Assistant Referee (V.A.R.), προκειμένου να έχει και ο διαιτητής τη δυνατότητα που έχουν όσοι παρακολουθούν το παιχνίδι.
Η δεύτερη κατηγορία είναι τα σφυρίγματα, τα οποία εναπόκεινται στην κρίση του διαιτητή. Όποιος διαβάσει τους κανονισμούς, παίρνει μια πρώτη ιδέα για το πόσα (πολλά) έχουν ενταχθεί στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Σε πρόσφατο σεμινάριο διαιτησίας από ΚΟΠ και ΕΑΚ, ο Χιου Ντάλας επιβεβαίωσε του λόγου το αληθές προβάλλοντας φάσεις, στις οποίες ο παρατηρητής θα δικαίωνε τον διαιτητή όποια απόφαση κι αν έπαιρνε (πέναλτι ή μη, κόκκινη ή μη κ.ο.κ.)! Για να μην μένει και η απορία για το πώς για την ίδια φάση μπορούν να διαφωνούν ακόμη και καθηγητές διαιτησίας…
Όταν συνεπώς ακόμη και οι πιο σημαντικές αποφάσεις έχουν περάσει στη διακριτική ευχέρεια του διαιτητή, όταν ο κανονισμός είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένος, ώστε να δικαιώνει και το σφύριγμα και το μη σφύριγμα, ποιο ασφαλές, αντικειμενικό και καθολικά αξιόπιστο κριτήριο απομένει για την αξιολόγησή της απόδοσής του; Σίγουρα όχι η συνείδησή του…
Και αυτό αποτελεί πρόβλημα. Όχι (ακαταλληλότητας ή σκοπιμότητας) διαιτητών, αλλά (ασάφειας) κανονισμών.