Η καταδικαστική απόφαση για Σάρα και η κατάληξη περί οργανωμένου εγκλήματος
11:39 - 21 Φεβρουαρίου 2019
Ατάραχη η Σάρα Σιάμς, μια εκ των κατηγορουμένων στην πολύκροτη υπόθεση του διπλού φονικού στο Στρόβολο, στο άκουσμα της τετραετούς φυλάκισης της από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας το οποίο ανακοίνωσε το πρωί, σε μια κατάμεστη αίθουσα, την απόφαση του.
Στην 12σέλιδη απόφαση του το Κακουργιοδικείο αναφέρεται στην εμπλοκή της κατηγορούμενης, η οποία μετά από είκοσι δικάσιμους και αφού άλλαξε δικηγόρο, παραδέχθηκε τελικά ενοχή στην κατηγορία της συνομωσίας για ληστεία, ενώ στη συνέχεια ανακοινώθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή ότι απαλλάσσεται από τις υπόλοιπες κατηγορίες, λαμβάνοντας υπόψη ότι θα χρησιμοποιηθεί ως μάρτυρας κατηγορίας.
Τα γεγονότα όπως καταγράφονται στην απόφαση
Σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου:
«Το βράδυ της 18ης Απριλίου 2018, η κατηγορούμενη Σάρα Σιάμς βρισκόταν μαζί με άλλα πρόσωπα στην οικία που διέμενε το τελευταίο διάστημα (μαζί με τον Λοΐζο Τζιωνή) στην Αγλαντζιά.
Τα πρόσωπα μεταξύ των οποίων και η κατηγορούμενη συμφώνησαν να διαπράξουν ληστεία στο σπίτι των του ζεύγους στο Στρόβολο. Κατά τη συζήτηση πρόσωπο έθεσε λεπτομέρειες για τον τρόπο που θα έκαναν την ληστεία, την διαρρύθμιση του σπιτιού, τον χώρο όπου βρισκόταν το χρηματοκιβώτιο, τον τρόπο μετάβασης τους και τον ρόλο που θα είχε η κατηγορούμενη. Σε κάποιο στάδιο δύο εκ των παρόντων προσώπων αναχώρησαν από το σπίτι ενώ η κατηγορούμενη παρέμεινε στην οικία.
Αργότερα ένα εκ των προσώπων που είχαν αναχωρήσει επέστρεψε στην οικία που βρισκόταν η κατηγορούμενη και περί ώρα 04:30 της 19ς Απριλίου, με πρόσωπο αναχώρησαν με σκπό το εν λόγω πρόσωνο να επιστρέψει στο σπίτι του ζεύγους για να παραλάβει κλοπιμαία αλλά είδαν ένα περιπολικό της αστυνομίας και άλλαξαν διαδρομή, με κατεύθυνση την Αγία Νάπα. Κατά τη διαδρομή τους προς την Αγία Νάπα, άκουσαν από το ραδιόφωνο για το φόνο των θυμάτων.
Ενώ η Αστυνομία συνέχιζε το ανακριτικό έργο προς εξιχνίαση των σοβαρών εγκλημάτων που διαπράχθηκαν, στις 25 Απριλίου εντοπίστηκε η κατηγορούμενη σε ξενοδοχείο στην Αγία Νάπα και οδηγήθηκε σε Αστυνομικό Σταθμό για ανάκριση.
Στις 27 Απριλίου η κατηγορούμενη συνελήφθηκε και στις 28 Απριλίου τέθηκε με δικαστικό διάταγμα υπό οκταήμερη κράτηση.
Σε κατάθεση της προφορική και γραπτή στις 28 Απριλίου αλλά και μετέπειτα, έδωσε στην Αστυνομία μαρτυρία σε σχέση με τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στις 18-19 Απριλίου και που είχαν ως αποτέλεσμα τον βίαιο θάνατο του ζεύγους και την απαγωγή του παιδιού τους».
Οι μετριαστικοί παράγοντες
Στην απόφαση του το Κακουργιοδικείο αναφέρει ότι λήφθηκαν υπόψη όλοι οι μετριαστικοί παράγοντες που αναφέρθηκαν από τον συνήγορο υπεράσπισης της Σάρας, τόσο ως προς τις προσωπικέ της συνθήκες όσο και τα όσα αναφέρθηκαν για τις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος και την ανάμιξη της, καθώς επίσης και τα όσα αναφέρονται στην έκθεση του Τμήματος Κοινωνικών Υπηρεσιών.
Επίσης λήφθηκε υπόψη το νεαρό της ηλικίας της, το λευκό ποινικό μητρώο, την βοήθεια που προσέφερε στην Αστυνομία, την παραδοχή της, «έστω και σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας», ανέφερε χαρακτηριστικά το Κακουργιοδικείο, ενώ σημαντικό ρόλος έπαιξε και το γεγονός ότι θα καταθέσεις ως μάρτυρας κατηγορίας.
Επιπρόσθετα το Κακουργιοδικείο υπέδειξε ότι λαμβάνεται υπόψη ότι κατά την κράτηση της στις φυλακές εντάχθηκε σε πρόγραμμα απεξάρτησης, όπως επίσης και ότι κατά τη διάπραξη του αδικήματος ήταν σε κακή ψυχολογική κατάσταση λόγω της σχέσης της με τον Τζιωνή και της καταπίεσης που βίωνε.
Όσα αγόρευσε ο δικηγόρος της Σάρας για τον Γολγοθά της
Στην απόφαση καταγράφονται τα όσα ανέφερε ο δικηγόρος της κατηγορούμενης, Θανάσης Κορφιώτης, κατά την αγόρευση του για μετριασμό της ποινής της κατηγορούμενης.
Κατά την αγόρευση του ανέφερε ότι η Σάρα θα έπρεπε να πάρει μια σοβαρή απόφαση και να διαφοροποιηθεί από τη «σκοτεινή και αβέβαιη κατάσταση στην οποία βρισκόταν».
Όπως είπε, ότι η κατηγορούμενη προέρχεται από μια συγκροτημένη οικογένεια και πως η ίδια σπούδαζε και παράλληλα εργαζόταν διότι η οικογένεια της δεν είναι εύπορη, ενώ υπέδειξε ότι η κατηγορούμενη αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας και υπεβλήθη σε εγχείρηση λίγο πριν από τα επίδικα γεγονότα.
Ο κ. Κορφιώτης ανέφερε ότι η γνωριμία της Σάρας με τον Τζιωνή «ήταν δυστυχώς σημαδιακή για τη ζωή της», προσθέτοντας ότι η επίδραση που είχε πάνω της ήταν τέτοιας μορφής που έχει σημαδέψει τη ζωή της για πάντα.
Όπως είπε, από την πρώτη μέρα που γνωρίστηκαν της πρόσφερε ναρκωτικά και έτσι εγκατέλειψε το σπίτι των γονιών της και πήγε να ζήσει με τον Τζιωνή. Ανέφερε ακόμη ότι όταν ο πατέρας της Σάρας γνώρισε τον Τζιωνή προφητικά της είπε ότι «αυτός ο άνθρωπος θα σε βάλει στη φυλακή».
Το γεγονός, όπως είπε, ότι η Σάρα συναντούσε αυτή την αντίδραση των γονιών την έκανε να απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο από αυτούς και η απομάκρυνση αυτή είχε και την έννοια των τύψεων και της ντροπής έναντι των γονιών της. Ανέφερε ότι η κατηγορούμενη έγινε στη συνέχεια χρήστης ναρκωτικών και εγκατέλειψε τις σπουδές και τη δουλειά της.
Ο δικηγόρος της Σάρας, υποστήριξε επίσης ότι η συμπεριφορά του Τζιωνή απέναντι της ήταν αρνητική και εξευτελιστική και πως τη ζήλευε παθολογικά, ενώ κατέθεσε προς το δικαστήριο δυο κινητά και ένα τάμπλετ της κατηγορούμενης τα οποία, όπως ισχυρίστηκε, κατέστρεψε ο Τζιωνής σε στιγμές ζηλοτυπίας.
Ισχυρίστηκε ότι ο Τζιωνής την κλείδωνε μέσα στο σπίτι, την κτυπούσε και την βίαζε και πως λίγες ώρες μετά τη διάπραξη του φόνου, τη βίασε στην Αγία Νάπα.
Η Σάρα παρόλα αυτά, πρόσθεσε, τον αγαπούσε, αλλά και φοβόταν για τη ζωή της λόγω της συμπεριφοράς του και ντρεπόταν να τα πει στην οικογένεια της.
Είπε επίσης ότι όταν η Σάρα ασθένησε ο Τζιωνής αμελούσε να την επισκεφθεί στο νοσοκομείο και πως την επισκέφθηκε μόνο μια φορά για δέκα λεπτά προκειμένου να του δώσει κάποια χρήματα που χρειαζόταν.
Ανέφερε ότι η ίδια προσπαθούσε να τον βοηθήσει σε σχέση με το πρόβλημα των ναρκωτικών, ενώ όταν του έλεγε ότι θα φύγει από κοντά του ο ίδιος της το απαγόρευε.
Ο κ. Κορφιώτης έκανε λόγο για μια «οριακή περίπτωση» υποστηρίζοντας ότι αυτό που έκαμε η Σάρα ήταν μια «σιωπηλή συμπόρευση» με το τι σκέφτηκε ο Τζιωνής ως προς το θέμα της ληστείας που δεν ήταν άσχετη με την ψυχολογία της και την κατάσταση της υγείας της.
Η σκεπτικό της ποινής του Κακουργιοδικείου
«Η παρούσα υπόθεση στιγματίζεται με την τραγική κατάληξη του φόνου δύο προσώπων, μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, χωρίς όμως να συνδέεται με την εγκληματική δράση της κατηγορούμενης. Παρά ταύτα, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι η κατηγορούμενη συμμετείχε σε συνωμοσία για διάπραξη ληστείας, ενός αδικήματος μάλιστα του οποίου, με βάση το Άρθρο 282 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, αποτελεί συστατικό στοιχείο η άσκηση βίας ή η απειλή για χρήση βίας και για το οποίο πριν τη διάπραξη του δεν μπορούν να προδιαγραφούν εκ των προτέρων οι συνέπειες από αυτή την εγκληματική δράση. Λαμβάνουμε επίσης υπόψιν ότι συμμετείχε σε συνωμοσία περισσότερων από δύο προσώπων, ως προκύπτει από τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα, με οργανωμένο σχέδιο δράσης και παρά το ότι δεν ήταν ο ιθύνων νους, ανέλαβε συγκεκριμένο ρόλο περιμένοντας στην οικία που διέμενε ενώ άλλα δύο πρόσωπα αναχώρησαν. Όταν δεν ένα εξ αυτών που αναχώρησαν, αργότερα την ίδια νύχτα, επέστρεψε πίσω, η ίδια το συνόδευσε με σκοπό το εν λόγω πρόσωπο να επιστρέψει πίσω στην επίδικη οικία για παραλαβή κλοπιμαία, αλλά από τυχαίο γεγονός άλλαξαν διαδρομή, όταν είδαν ένα περιπολικό της Αστυνομίας».
Όπως είπε, ότι η κατηγορούμενη προέρχεται από μια συγκροτημένη οικογένεια και πως η ίδια σπούδαζε και παράλληλα εργαζόταν διότι η οικογένεια της δεν είναι εύπορη, ενώ υπέδειξε ότι η κατηγορούμενη αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας και υπεβλήθη σε εγχείρηση λίγο πριν από τα επίδικα γεγονότα.
Ο κ. Κορφιώτης ανέφερε ότι η γνωριμία της Σάρας με τον Τζιωνή «ήταν δυστυχώς σημαδιακή για τη ζωή της», προσθέτοντας ότι η επίδραση που είχε πάνω της ήταν τέτοιας μορφής που έχει σημαδέψει τη ζωή της για πάντα.
Όπως είπε, από την πρώτη μέρα που γνωρίστηκαν της πρόσφερε ναρκωτικά και έτσι εγκατέλειψε το σπίτι των γονιών της και πήγε να ζήσει με τον Τζιωνή. Ανέφερε ακόμη ότι όταν ο πατέρας της Σάρας γνώρισε τον Τζιωνή προφητικά της είπε ότι «αυτός ο άνθρωπος θα σε βάλει στη φυλακή».
Το γεγονός, όπως είπε, ότι η Σάρα συναντούσε αυτή την αντίδραση των γονιών την έκανε να απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο από αυτούς και η απομάκρυνση αυτή είχε και την έννοια των τύψεων και της ντροπής έναντι των γονιών της. Ανέφερε ότι η κατηγορούμενη έγινε στη συνέχεια χρήστης ναρκωτικών και εγκατέλειψε τις σπουδές και τη δουλειά της.
Ο δικηγόρος της Σάρας, υποστήριξε επίσης ότι η συμπεριφορά του Τζιωνή απέναντι της ήταν αρνητική και εξευτελιστική και πως τη ζήλευε παθολογικά, ενώ κατέθεσε προς το δικαστήριο δυο κινητά και ένα τάμπλετ της κατηγορούμενης τα οποία, όπως ισχυρίστηκε, κατέστρεψε ο Τζιωνής σε στιγμές ζηλοτυπίας.
Ισχυρίστηκε ότι ο Τζιωνής την κλείδωνε μέσα στο σπίτι, την κτυπούσε και την βίαζε και πως λίγες ώρες μετά τη διάπραξη του φόνου, τη βίασε στην Αγία Νάπα.
Η Σάρα παρόλα αυτά, πρόσθεσε, τον αγαπούσε, αλλά και φοβόταν για τη ζωή της λόγω της συμπεριφοράς του και ντρεπόταν να τα πει στην οικογένεια της.
Είπε επίσης ότι όταν η Σάρα ασθένησε ο Τζιωνής αμελούσε να την επισκεφθεί στο νοσοκομείο και πως την επισκέφθηκε μόνο μια φορά για δέκα λεπτά προκειμένου να του δώσει κάποια χρήματα που χρειαζόταν.
Ανέφερε ότι η ίδια προσπαθούσε να τον βοηθήσει σε σχέση με το πρόβλημα των ναρκωτικών, ενώ όταν του έλεγε ότι θα φύγει από κοντά του ο ίδιος της το απαγόρευε.
Ο κ. Κορφιώτης έκανε λόγο για μια «οριακή περίπτωση» υποστηρίζοντας ότι αυτό που έκαμε η Σάρα ήταν μια «σιωπηλή συμπόρευση» με το τι σκέφτηκε ο Τζιωνής ως προς το θέμα της ληστείας που δεν ήταν άσχετη με την ψυχολογία της και την κατάσταση της υγείας της.
Η σκεπτικό της ποινής του Κακουργιοδικείου
«Η παρούσα υπόθεση στιγματίζεται με την τραγική κατάληξη του φόνου δύο προσώπων, μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, χωρίς όμως να συνδέεται με την εγκληματική δράση της κατηγορούμενης. Παρά ταύτα, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι η κατηγορούμενη συμμετείχε σε συνωμοσία για διάπραξη ληστείας, ενός αδικήματος μάλιστα του οποίου, με βάση το Άρθρο 282 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, αποτελεί συστατικό στοιχείο η άσκηση βίας ή η απειλή για χρήση βίας και για το οποίο πριν τη διάπραξη του δεν μπορούν να προδιαγραφούν εκ των προτέρων οι συνέπειες από αυτή την εγκληματική δράση. Λαμβάνουμε επίσης υπόψιν ότι συμμετείχε σε συνωμοσία περισσότερων από δύο προσώπων, ως προκύπτει από τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα, με οργανωμένο σχέδιο δράσης και παρά το ότι δεν ήταν ο ιθύνων νους, ανέλαβε συγκεκριμένο ρόλο περιμένοντας στην οικία που διέμενε ενώ άλλα δύο πρόσωπα αναχώρησαν. Όταν δεν ένα εξ αυτών που αναχώρησαν, αργότερα την ίδια νύχτα, επέστρεψε πίσω, η ίδια το συνόδευσε με σκοπό το εν λόγω πρόσωπο να επιστρέψει πίσω στην επίδικη οικία για παραλαβή κλοπιμαία, αλλά από τυχαίο γεγονός άλλαξαν διαδρομή, όταν είδαν ένα περιπολικό της Αστυνομίας».
Αυτή ήταν η κατάληξη του Μόνιμου Κακουργιοδικείου, με τον πρόεδρο του Σώματος Χάρη Πογιατζή να υποδεικνύει ότι η προβλεπόμενη ποινή είναι φυλάκιση μέχρι επτά ετών, τονίζοντας την ανάγκη αποτροπής τέτοιου είδους αδικημάτων.
Ως εκ τούτου, όπως ανέφερε, η αρμόζουσα ποινή στην παρούσα υπόθεση, είναι όπως στην κατηγορούμενη επιβληθεί ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί να ανασταλεί η ποινή της, όπως εισηγήθηκε ο δικηγόρος της, καθώς αυτό δεν μπορεί να γίνει λόγω του ύψους της ποινής της που ξεπερνά τα τρία έτη.