«Ξέχασαν» να δηλώσουν πως μετανάστευσαν και συνέχισαν να παίρνουν τσιεκούθκια
07:46 - 23 Φεβρουαρίου 2019
Όσο και να προσπαθήσουν οι αρμόδιοι με νομοθετικές ρυθμίσεις και εξαντλητικούς ελέγχους να βάλουν τέλος σε αυτές τις πρακτικές, πάντα θα υπάρχουν εκείνοι που θα επιχειρήσουν να …ξεγελάσουν το κράτος.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στην περίπτωση μιας οικογένειας, η οποία φαίνεται να εκμεταλλεύθηκε τις αδυναμίες και ασάφειες της συγκεκριμένης νομοθεσίας σε σχέση με τους ελέγχους που ακολουθούνται για να διαπιστωθεί η συνήθης διαμονή, ώστε να καθίστανται δικαιούχοι και να επωφελούνται κρατικών επιδομάτων.
Όπως αναφέρεται στην ειδική έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας με θέμα «Έλεγχος Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Διοίκηση», η συγκεκριμένη οικογένεια είχε μετακομίσει στο εξωτερικό από τον Σεπτέμβριο του 2015 μέχρι και τον Ιούνιο του 2016. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Κύπρο.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της απουσίας τους στο εξωτερικό για εννέα ολόκληρους μήνες, συνέχισαν να λαμβάνουν από το κράτος επιδόματα και χορηγίες, καθώς δεν φρόντισαν να δηλώσουν ότι είχαν φύγει από την Κύπρο ...ή καλύτερα το απέκρυψαν.
Όπως αναφέρεται συγκεκριμένα στην έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, η περίπτωση αυτή διερευνήθηκε κατόπιν καταγγελίας ότι η εν λόγω οικογένεια επωφελείτο επιδόματα και χορηγίες, ενώ δεν διέμενε στην Κύπρο.
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας, η περίπτωση αυτή θεωρήθηκε ότι δεν απώλεσε την συνήθη διαμονή της στην Κύπρο, έχασε όμως το δικαίωμα για επίδομα τέκνου για το χρονικό διάστημα που απουσίαζε στο εξωτερικό (υπολογίστηκε υπερπληρωμή για ανάκτηση του επιδόματος που της πληρώθηκε και δεν της καταβλήθηκε επίδομα για την υπόλοιπη περίοδο), χωρίς οποιαδήποτε άλλη επίπτωση για την απόκρυψη του γεγονότος αυτού.
Στην έκθεση υπάρχει η υπόδειξη ότι η εν λόγω περίπτωση με τις αναθεωρημένες πρόνοιες, που τέθηκαν σε ισχύ από 1.1.2018, δεν πληροί το κριτήριο της νόμιμης και συνεχούς διαμονής για πέντε τουλάχιστον, έτη που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, πριν τον Ιούλιο του 2021 (πέντε χρόνια από τον Ιούλιο 2016 - μήνα επανεγκατάστασης).
Η νομοθεσία, τα κενά και οι ασάφειες
Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο του περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμο, μέχρι και το έτος 2017, οπότε και τροποποιήθηκε με ισχύ από 1.1.2018, «κάθε οικογένεια που έχει τη συνήθη διαμονή της στις περιοχές που ελέγχονται από τη Δημοκρατία για τρία τουλάχιστον συνεχή έτη, δικαιούται βασικό επίδομα τέκνου για τα εξαρτώμενα τέκνα της που ζουν κάτω από την ίδια στέγη».
Στον εν λόγω Νόμο δεν υπάρχει ορισμός για την έννοια της «συνήθους διαμονής» ούτε και καθορίζεται ακριβώς ποια τρία συνεχή έτη πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.
Για το τι σημαίνει «συνήθης διαμονή» χρειάστηκε να ζητηθούν και να ληφθούν διαχρονικά νομικές συμβουλές και καθοδήγηση.
Εντούτοις, όπως εξάλλου καταγράφεται και στις νομικές γνωματεύσεις κάθε περίπτωση θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά και ο αρμόδιος λειτουργός να σχηματίζει άποψη κατά πόσο η υπό εξέταση οικογένεια έχει πρόθεση συνήθους διαμονής στην Κύπρο, στη βάση κάποιων κριτηρίων τα οποία υποδείχθηκαν ενδεικτικά.
«Θα προκύψουν προβλήματα»
Η σχετική διάταξη τροποποιήθηκε και από τον Ιανουάριο του 2018 ισχύει ότι, «κάθε οικογένεια που έχει νόμιμη και συνεχή διαμονή στις περιοχές όπου η Δημοκρατία ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο, κατά πέντε τουλάχιστον έτη που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, δικαιούται σε βασικό επίδομα τέκνου για τα εξαρτώμενα τέκνα της που ζουν κάτω από την ίδια στέγη».
Σύμφωνα με την Ελεγκτική Υπηρεσία, παρόλο που φαίνεται ότι με την τροποποίηση του περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμου ρυθμίστηκαν κάποια ζητήματα που προέκυπταν σε σχέση με το κριτήριο της διαμονής, εντούτοις η Υπηρεσία μας εκτιμά ότι κατά τη πρακτική εφαρμογή των νέων διατάξεων θα προκύψουν προβλήματα.
Και αυτό, διότι αρκετές οικογένειες (όλη ή μέλη της) που θα απουσιάζουν προσωρινά από την Κύπρο για μικρό διάστημα ή για λόγους υγείας θα παύουν αυτόματα να πληρούν το κριτήριο της συνεχούς διαμονής, αφού δεν έχουν περιληφθεί σχετικές διατάξεις στην νομοθεσία που να ρυθμίζουν το θέμα αυτό.
Η σύσταση
Η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέρει ότι, ζήτησε ενημέρωση για το κατά πόσο υπάρχει οποιαδήποτε θεσμοθετημένη διαδικασία, πρακτική ή ακόμη και οδηγίες που να διασφαλίζουν τόσο κατά το στάδιο της εξέτασης των αιτήσεων αλλά και για σκοπούς παρακολούθησης ότι η δικαιούχος οικογένεια πληροί και συνεχίζει να πληροί το κριτήριο της διαμονής.
«Σε σχετική με το θέμα επιστολή μας, για περιορισμό των κινδύνων καταβολής επιδομάτων σε μη δικαιούχους ή/και εκούσιας εξαπάτησης του κράτους, με την υποβολή αιτήσεων με αναληθή στοιχεία/δηλώσεις, επιβάλλεται όπως το θέμα της επιβεβαίωσης των στοιχείων/δηλώσεων που υποβάλλονται, εξεταστεί εις βάθος σε συνεργασία με όλες τις αρμόδιες Υπηρεσίες/Τμήματα που εμπλέκονται με στόχο την εξεύρεση πρακτικών τρόπων αντιμετώπισης των προβλημάτων σε κάθε περίπτωση», σύμφωνα με την Υπηρεσία.
Για παράδειγμα, όπως προστίθεται, «επιβάλλεται να επιτευχθεί διασύνδεση και με αρχεία άλλων Υπηρεσιών και Τμημάτων του Δημοσίου για να επιβεβαιώνονται και να ελέγχονται τα στοιχεία και οι δηλώσεις, καθώς και να γίνεται υπολογισμός των εισοδημάτων των εκάστοτε αιτητών, για περιορισμό του κινδύνου διενέργειας υπερπληρωμών ή εξαπάτησης του κράτους».
«Στο μεσοδιάστημα θα μπορούσε να ζητείται οι αιτητές να προσκομίζουν σχετικές βεβαιώσεις από τις Υπηρεσίες/Τμήματα οι οποίες να υποβάλλονται με την αίτησή τους», συνεχίζει στην έκθεση η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Να τιμωρούνται οι επιτήδειοι
για παραδειγματισμό
Η Υπηρεσία συστήνει, εκεί και όπου διαπιστώνεται ότι δίνονται ψευδή και αναληθή στοιχεία, «επιβάλλεται για το αδίκημα να λαμβάνονται παραδειγματικά άμεσα αυστηρά και νομικά μέτρα για παραπλάνηση, πλαστογραφία, απάτη και όχι απλώς να ζητείται να επιστρέφεται ή να αποκόπτεται η χορηγία στο επίδομα, έτσι ώστε να αποφεύγονται παρόμοια περιστατικά στο μέλλον.
Επιπρόσθετα, εισηγείται όπως «μελετηθεί το ενδεχόμενο τροποποίησης της νομοθεσίας, ώστε άτομα που με ψευδή στοιχεία παραπλανούν, να έχουν επιπτώσεις αναφορικά και με μελλοντικά αιτήματα και επιδόματα».
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στην περίπτωση μιας οικογένειας, η οποία φαίνεται να εκμεταλλεύθηκε τις αδυναμίες και ασάφειες της συγκεκριμένης νομοθεσίας σε σχέση με τους ελέγχους που ακολουθούνται για να διαπιστωθεί η συνήθης διαμονή, ώστε να καθίστανται δικαιούχοι και να επωφελούνται κρατικών επιδομάτων.
Όπως αναφέρεται στην ειδική έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας με θέμα «Έλεγχος Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Διοίκηση», η συγκεκριμένη οικογένεια είχε μετακομίσει στο εξωτερικό από τον Σεπτέμβριο του 2015 μέχρι και τον Ιούνιο του 2016. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Κύπρο.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της απουσίας τους στο εξωτερικό για εννέα ολόκληρους μήνες, συνέχισαν να λαμβάνουν από το κράτος επιδόματα και χορηγίες, καθώς δεν φρόντισαν να δηλώσουν ότι είχαν φύγει από την Κύπρο ...ή καλύτερα το απέκρυψαν.
Όπως αναφέρεται συγκεκριμένα στην έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, η περίπτωση αυτή διερευνήθηκε κατόπιν καταγγελίας ότι η εν λόγω οικογένεια επωφελείτο επιδόματα και χορηγίες, ενώ δεν διέμενε στην Κύπρο.
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας, η περίπτωση αυτή θεωρήθηκε ότι δεν απώλεσε την συνήθη διαμονή της στην Κύπρο, έχασε όμως το δικαίωμα για επίδομα τέκνου για το χρονικό διάστημα που απουσίαζε στο εξωτερικό (υπολογίστηκε υπερπληρωμή για ανάκτηση του επιδόματος που της πληρώθηκε και δεν της καταβλήθηκε επίδομα για την υπόλοιπη περίοδο), χωρίς οποιαδήποτε άλλη επίπτωση για την απόκρυψη του γεγονότος αυτού.
Στην έκθεση υπάρχει η υπόδειξη ότι η εν λόγω περίπτωση με τις αναθεωρημένες πρόνοιες, που τέθηκαν σε ισχύ από 1.1.2018, δεν πληροί το κριτήριο της νόμιμης και συνεχούς διαμονής για πέντε τουλάχιστον, έτη που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, πριν τον Ιούλιο του 2021 (πέντε χρόνια από τον Ιούλιο 2016 - μήνα επανεγκατάστασης).
Η νομοθεσία, τα κενά και οι ασάφειες
Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο του περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμο, μέχρι και το έτος 2017, οπότε και τροποποιήθηκε με ισχύ από 1.1.2018, «κάθε οικογένεια που έχει τη συνήθη διαμονή της στις περιοχές που ελέγχονται από τη Δημοκρατία για τρία τουλάχιστον συνεχή έτη, δικαιούται βασικό επίδομα τέκνου για τα εξαρτώμενα τέκνα της που ζουν κάτω από την ίδια στέγη».
Στον εν λόγω Νόμο δεν υπάρχει ορισμός για την έννοια της «συνήθους διαμονής» ούτε και καθορίζεται ακριβώς ποια τρία συνεχή έτη πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.
Για το τι σημαίνει «συνήθης διαμονή» χρειάστηκε να ζητηθούν και να ληφθούν διαχρονικά νομικές συμβουλές και καθοδήγηση.
Εντούτοις, όπως εξάλλου καταγράφεται και στις νομικές γνωματεύσεις κάθε περίπτωση θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά και ο αρμόδιος λειτουργός να σχηματίζει άποψη κατά πόσο η υπό εξέταση οικογένεια έχει πρόθεση συνήθους διαμονής στην Κύπρο, στη βάση κάποιων κριτηρίων τα οποία υποδείχθηκαν ενδεικτικά.
«Θα προκύψουν προβλήματα»
Η σχετική διάταξη τροποποιήθηκε και από τον Ιανουάριο του 2018 ισχύει ότι, «κάθε οικογένεια που έχει νόμιμη και συνεχή διαμονή στις περιοχές όπου η Δημοκρατία ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο, κατά πέντε τουλάχιστον έτη που προηγούνται της υποβολής της αίτησης, δικαιούται σε βασικό επίδομα τέκνου για τα εξαρτώμενα τέκνα της που ζουν κάτω από την ίδια στέγη».
Σύμφωνα με την Ελεγκτική Υπηρεσία, παρόλο που φαίνεται ότι με την τροποποίηση του περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου Νόμου ρυθμίστηκαν κάποια ζητήματα που προέκυπταν σε σχέση με το κριτήριο της διαμονής, εντούτοις η Υπηρεσία μας εκτιμά ότι κατά τη πρακτική εφαρμογή των νέων διατάξεων θα προκύψουν προβλήματα.
Και αυτό, διότι αρκετές οικογένειες (όλη ή μέλη της) που θα απουσιάζουν προσωρινά από την Κύπρο για μικρό διάστημα ή για λόγους υγείας θα παύουν αυτόματα να πληρούν το κριτήριο της συνεχούς διαμονής, αφού δεν έχουν περιληφθεί σχετικές διατάξεις στην νομοθεσία που να ρυθμίζουν το θέμα αυτό.
Η σύσταση
Η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέρει ότι, ζήτησε ενημέρωση για το κατά πόσο υπάρχει οποιαδήποτε θεσμοθετημένη διαδικασία, πρακτική ή ακόμη και οδηγίες που να διασφαλίζουν τόσο κατά το στάδιο της εξέτασης των αιτήσεων αλλά και για σκοπούς παρακολούθησης ότι η δικαιούχος οικογένεια πληροί και συνεχίζει να πληροί το κριτήριο της διαμονής.
«Σε σχετική με το θέμα επιστολή μας, για περιορισμό των κινδύνων καταβολής επιδομάτων σε μη δικαιούχους ή/και εκούσιας εξαπάτησης του κράτους, με την υποβολή αιτήσεων με αναληθή στοιχεία/δηλώσεις, επιβάλλεται όπως το θέμα της επιβεβαίωσης των στοιχείων/δηλώσεων που υποβάλλονται, εξεταστεί εις βάθος σε συνεργασία με όλες τις αρμόδιες Υπηρεσίες/Τμήματα που εμπλέκονται με στόχο την εξεύρεση πρακτικών τρόπων αντιμετώπισης των προβλημάτων σε κάθε περίπτωση», σύμφωνα με την Υπηρεσία.
Για παράδειγμα, όπως προστίθεται, «επιβάλλεται να επιτευχθεί διασύνδεση και με αρχεία άλλων Υπηρεσιών και Τμημάτων του Δημοσίου για να επιβεβαιώνονται και να ελέγχονται τα στοιχεία και οι δηλώσεις, καθώς και να γίνεται υπολογισμός των εισοδημάτων των εκάστοτε αιτητών, για περιορισμό του κινδύνου διενέργειας υπερπληρωμών ή εξαπάτησης του κράτους».
«Στο μεσοδιάστημα θα μπορούσε να ζητείται οι αιτητές να προσκομίζουν σχετικές βεβαιώσεις από τις Υπηρεσίες/Τμήματα οι οποίες να υποβάλλονται με την αίτησή τους», συνεχίζει στην έκθεση η Ελεγκτική Υπηρεσία.
Να τιμωρούνται οι επιτήδειοι
για παραδειγματισμό
Η Υπηρεσία συστήνει, εκεί και όπου διαπιστώνεται ότι δίνονται ψευδή και αναληθή στοιχεία, «επιβάλλεται για το αδίκημα να λαμβάνονται παραδειγματικά άμεσα αυστηρά και νομικά μέτρα για παραπλάνηση, πλαστογραφία, απάτη και όχι απλώς να ζητείται να επιστρέφεται ή να αποκόπτεται η χορηγία στο επίδομα, έτσι ώστε να αποφεύγονται παρόμοια περιστατικά στο μέλλον.
Επιπρόσθετα, εισηγείται όπως «μελετηθεί το ενδεχόμενο τροποποίησης της νομοθεσίας, ώστε άτομα που με ψευδή στοιχεία παραπλανούν, να έχουν επιπτώσεις αναφορικά και με μελλοντικά αιτήματα και επιδόματα».