Το μπάχαλο, η λογοκρισία και οι ευθύνες όλων
07:00 - 30 Σεπτεμβρίου 2019

Μελάνι και αίμα έχει χυθεί παγκοσμίως για την Ελευθεροτυπία. Ένα βασικό συστατικό στοιχείο κάθε δημοκρατίας, μια αρχή που πρέπει να παραμένει απαράβατη.
Η ελευθερία του Τύπου, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της έκφρασης δεν είναι προς διαπραγμάτευση. Είναι δομικό στοιχείο κάθε σωστού συστήματος.
Γι’ αυτό και σε περιόδους κρίσης, όπως αυτήν που διάγουμε τώρα στο κυπριακό ποδόσφαιρο, θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για διαφύλαξη της ελευθερίας του Τύπου. Είναι, άλλωστε, εν μέσω αντιπαραθέσεων που επιχειρείται η περιστολή της συνήθως, κι όχι στην καθημερινότητά μας.
Παρακολουθήσαμε, δυστυχώς, το τελευταίο διάστημα, φαινόμενα, που δεν κινούνταν προς την κατεύθυνση της διαφύλαξης της Ελευθεροτυπίας. Αντιθέτως, γίνεται έντονη λογοκρισία και δημοσιογράφοι βρίσκονται στο στόχαστρο, επειδή δεν ακολουθούν την γραμμή που κάποιοι ενδεχομένως να ήθελαν να ακολουθήσουν (σ.σ σε κάθε περίπτωση η γραμμή αλλάζει), μη αντιλαμβανόμενοι ότι και οι δημοσιογράφοι κάνουν την δουλειά τους, χωρίς «συνομωσίες».
Πριν από λίγο καιρό, είδαμε έναν πολιτειακό αξιωματούχο να χαρακτηρίζει δημοσίως «άθλια» μία ολόκληρη επαγγελματική ομάδα, τους λειτουργούς του Τύπου, οι οποίοι έχουν κάθε δικαίωμα να εκφράζονται ελεύθερα. Η Ένωση Αθλητικογράφων Κύπρου επέλεξε να χειριστεί τις δημόσιες αναφορές με επιστολή που δεν δημοσιοποίησε, γεγονός που έδωσε λαβή σε κάποιους να ασκήσουν κριτική, συγκρίνοντας την αντίδραση της, με τη δική τους περίπτωση. Με αφορμή αυτό, η ΕΑΚ, ενημέρωσε για τις ενέργειες της και για την περίπτωση του βουλευτή, αντικρούοντας τα πυρά που δέχθηκε, υψώνοντας παράλληλα ασπίδα προστασίας στους αθλητικογράφους, κατά των οποίων ειπώθηκαν βαριοί χαρακτηρισμοί και αφέθηκαν σοβαρές αιχμές, ως προς την αμεροληψία τους.
Την ίδια στιγμή είδαμε, στον απόηχο των τοποθετήσεων ενός ποδοσφαιριστή, να στήνεται μια τεράστια αντιπαράθεση, που κορυφώθηκε με την απόφαση ενός αθλητικού σωματείου να αποκλείσει δημοσιογράφους από τις επίσημες αποστολές του στερώντας τους το δικαίωμα πρόσβασης στην είδηση. Μια πράξη που ερμηνεύεται ως αντίποινα και θα μπορούσε να αποφευχθεί. Επίσης, θα μπορούσε να αποφευχθεί και η κριτική που αφήνει σκιές για τη δουλειά των δημοσιογράφων, όπως, βέβαια, και οι μηδενισμοί.
Και στο τέλος της ημέρας και οι δημοσιογράφοι είναι άνθρωποι και κάνουν λάθη και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να αξιολόγησαν λάθος μια κατάσταση, ωστόσο δεν σημαίνει ότι πίσω από αυτό το λάθος υπήρχε σκοπιμότητα ή οποιαδήποτε συνομωσία.
Σίγουρα, όμως, στην περίπτωση του βουλευτή που κατέχει πολιτειακό αξίωμα, ενδεχομένως να έπρεπε να γίνουν διαφορετικές ενέργειες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποκτούν το δικαίωμα άλλοι να πλήττουν τους δημοσιογράφους.
Τα όσα ακούγονται τον τελευταίο καιρό -και δεν αναφερόμαστε μόνο στον απόηχο του δηλώσεων του ποδοσφαιριστή- δεν διαφυλάσσουν την ελευθερία του Τύπου. Τίποτα από όλα αυτά δεν δείχνουν διάθεση σεβασμού, ούτε στο λειτούργημα του δημοσιογράφου ούτε στη βασική δημοκρατική έκφραση. Αντιθέτως δείχνουν την ευκολία με την οποία οτιδήποτε δεν μας αρέσει, αποτελεί κίνητρο για λογοκρισία.
Αναμφίβολα, η κατάσταση αυτή δεν τιμά κανέναν. Οφείλουν όλοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αποκαταστήσουν τη δημοκρατική τάξη, αντί να αναλώνονται σε προσπάθειες αποδόμησης της ελευθερίας του λόγου.
Η ελευθερία του Τύπου, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της έκφρασης δεν είναι προς διαπραγμάτευση. Είναι δομικό στοιχείο κάθε σωστού συστήματος.
Γι’ αυτό και σε περιόδους κρίσης, όπως αυτήν που διάγουμε τώρα στο κυπριακό ποδόσφαιρο, θα πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για διαφύλαξη της ελευθερίας του Τύπου. Είναι, άλλωστε, εν μέσω αντιπαραθέσεων που επιχειρείται η περιστολή της συνήθως, κι όχι στην καθημερινότητά μας.
Παρακολουθήσαμε, δυστυχώς, το τελευταίο διάστημα, φαινόμενα, που δεν κινούνταν προς την κατεύθυνση της διαφύλαξης της Ελευθεροτυπίας. Αντιθέτως, γίνεται έντονη λογοκρισία και δημοσιογράφοι βρίσκονται στο στόχαστρο, επειδή δεν ακολουθούν την γραμμή που κάποιοι ενδεχομένως να ήθελαν να ακολουθήσουν (σ.σ σε κάθε περίπτωση η γραμμή αλλάζει), μη αντιλαμβανόμενοι ότι και οι δημοσιογράφοι κάνουν την δουλειά τους, χωρίς «συνομωσίες».
Πριν από λίγο καιρό, είδαμε έναν πολιτειακό αξιωματούχο να χαρακτηρίζει δημοσίως «άθλια» μία ολόκληρη επαγγελματική ομάδα, τους λειτουργούς του Τύπου, οι οποίοι έχουν κάθε δικαίωμα να εκφράζονται ελεύθερα. Η Ένωση Αθλητικογράφων Κύπρου επέλεξε να χειριστεί τις δημόσιες αναφορές με επιστολή που δεν δημοσιοποίησε, γεγονός που έδωσε λαβή σε κάποιους να ασκήσουν κριτική, συγκρίνοντας την αντίδραση της, με τη δική τους περίπτωση. Με αφορμή αυτό, η ΕΑΚ, ενημέρωσε για τις ενέργειες της και για την περίπτωση του βουλευτή, αντικρούοντας τα πυρά που δέχθηκε, υψώνοντας παράλληλα ασπίδα προστασίας στους αθλητικογράφους, κατά των οποίων ειπώθηκαν βαριοί χαρακτηρισμοί και αφέθηκαν σοβαρές αιχμές, ως προς την αμεροληψία τους.
Την ίδια στιγμή είδαμε, στον απόηχο των τοποθετήσεων ενός ποδοσφαιριστή, να στήνεται μια τεράστια αντιπαράθεση, που κορυφώθηκε με την απόφαση ενός αθλητικού σωματείου να αποκλείσει δημοσιογράφους από τις επίσημες αποστολές του στερώντας τους το δικαίωμα πρόσβασης στην είδηση. Μια πράξη που ερμηνεύεται ως αντίποινα και θα μπορούσε να αποφευχθεί. Επίσης, θα μπορούσε να αποφευχθεί και η κριτική που αφήνει σκιές για τη δουλειά των δημοσιογράφων, όπως, βέβαια, και οι μηδενισμοί.
Και στο τέλος της ημέρας και οι δημοσιογράφοι είναι άνθρωποι και κάνουν λάθη και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να αξιολόγησαν λάθος μια κατάσταση, ωστόσο δεν σημαίνει ότι πίσω από αυτό το λάθος υπήρχε σκοπιμότητα ή οποιαδήποτε συνομωσία.
Σίγουρα, όμως, στην περίπτωση του βουλευτή που κατέχει πολιτειακό αξίωμα, ενδεχομένως να έπρεπε να γίνουν διαφορετικές ενέργειες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποκτούν το δικαίωμα άλλοι να πλήττουν τους δημοσιογράφους.
Τα όσα ακούγονται τον τελευταίο καιρό -και δεν αναφερόμαστε μόνο στον απόηχο του δηλώσεων του ποδοσφαιριστή- δεν διαφυλάσσουν την ελευθερία του Τύπου. Τίποτα από όλα αυτά δεν δείχνουν διάθεση σεβασμού, ούτε στο λειτούργημα του δημοσιογράφου ούτε στη βασική δημοκρατική έκφραση. Αντιθέτως δείχνουν την ευκολία με την οποία οτιδήποτε δεν μας αρέσει, αποτελεί κίνητρο για λογοκρισία.
Αναμφίβολα, η κατάσταση αυτή δεν τιμά κανέναν. Οφείλουν όλοι να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να αποκαταστήσουν τη δημοκρατική τάξη, αντί να αναλώνονται σε προσπάθειες αποδόμησης της ελευθερίας του λόγου.