Αχ, να ξερες τι δύναμη μου δίνει η δύναμή σου...
10:05 - 29 Αυγούστου 2021

«Κάθε βράδυ την ώρα που ξαπλώνω στο κρεβάτι μου για να κοιμηθώ, αφήνω στο κομοδίνο δίπλα μου το κινητό τηλέφωνο, το Ipad και τα χέρια μου». Το λέει κάπως ειρωνικά. Ίσως και κυνικά. Και πάντα με χαμόγελο που κάνει τα καταπράσινα μάτια της να φωτίζονται ακόμα περισσότερο. Είναι η ιστορία της Μπεατρίτσε Βίο, μιας «χρυσής» Παραολυμπιονίκη, που νίκησε το θάνατο για να γιορτάσει τη ζωή.
Αυτά τα μάτια τα τόσο εκφραστικά σε κερδίζουν. Τα μαλλιά της είναι κοντοκουρεμένα, εντάξει είναι από μικρή αγοροκόριτσο, τι να γίνει. Έχει και μερικά σημάδια στο πρόσωπο. Είναι αυτά που άφησε η μηνιγγίτιδα. Δεν είναι τα μοναδικά στο σώμα της. Η αρρώστια που την έστειλε στο νοσοκομείο το 2008, αυτή που παραλίγο να της στερήσει την ίδια τη ζωή της στα 11 της χρόνια, οδήγησε στον ακρωτηριασμό των άνω και των κάτω άκρων. Τα προσθετικά μέλη της αφήνει η Μπεατρίτσε κάθε βράδυ στο κομοδίνο της.
Η Μπέμπε, όπως την φωνάζει η οικογένειά της, όπως την αποκαλούν οι φίλοι της και όπως την ξέρει όλη η Ιταλία είναι ακόμα πιτσιρικάκι Εξακολουθεί, πρώτα απ' όλα, να ζει. Χωρίς χέρια και χωρίς πόδια; Ναι, χωρίς αυτά. Ή κάποιες φορές με προσθετικά μέλη για να βελτιώνεται η καθημερινότητά της.
Το κορίτσι αυτό που γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1997 έβλεπε από μικρό στην τηλεόραση όλους τους σπουδαίους αθλητές που έπαιρναν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό ήταν και το δικό της όνειρο. Χωρίς χέρια και χωρίς πόδια... Ναι, χωρίς αυτά. Η Μπεατρίτσε δεν παράτησε ποτέ την ξιφασκία.
Απλά δεν πιάνει το ξίφος με την παλάμη. Χρειάζεται να κινεί ολόκληρο τον ώμο της μέχρι το σημείο του αγκώνα. Και τα καταφέρνει κάτι περισσότερο από περίφημα. Από το 2011 μέχρι σήμερα είναι πρωταθλήτρια Ιταλίας, πρωταθλήτρια Ευρώπης και κόσμου και «χρυσή» Παραολυμπιονίκης. Βγήκε πρώτη στο Ρίο το 2016 και θριάμβευσε, επίσης, και στο Τόκιο πριν από μερικές ώρες.
Κι, όμως, αυτή η στιγμή της εκπλήρωσης του παιδικού ονείρου φαινόταν τόσο μακρινή τον Νοέμβριο του 2008. Καθώς το φθινόπωρο έφευγε, η 11χρονη τότε Μπέμπε χρειάστηκε να εισαχθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο με συμπτώματα μηνιγγίτιδας. Ο υψηλός πυρετός δεν έπεφτε και οι πόνοι στο κεφάλι ήταν αφόρητοι.
Στην παιδιατρική κλινική του νοσοκομείου στο Τρεβίζο οι γιατροί διαπίστωσαν πως η σηψαιμία είχε αρχίσει ήδη να «τρώει» το κορμάκι της. Καθώς τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας μοιάζουν με αυτά της κοινής γρίπης, φαίνεται πως οι γονείς της δεν αντιλήφθησαν από την αρχή τη σοβαρότητα της κατάστασής της. Αν την είχαν κρατήσει λίγο ακόμα στο σπίτι, δεν θα ήταν σήμερα ζωντανή.
Στην εντατική οι γιατροί πάλεψαν πρώτα για να κρατήσουν την Μπεατρίτσε στη ζωή και μετά για να παραμείνει αρτιμελής. Δεν κατάφεραν και τα δύο. Προχώρησαν σε επέμβαση ακρωτηριασμού των άκρων της, έμεινε 104 ημέρες στο νοσοκομείο και όταν βγήκε είχε σημάδια σε όλο το σώμα της.
Οι γονείς της δεν την έκλεισαν στο σπίτι. Ζήτησαν από τη διεύθυνση του σχολείου της να την δεχθεί για να συνεχίσει τα μαθήματά της και ταυτόχρονα άρχισε και ο μακρύς δρόμος της αποθεραπείας. Αντέδρασε όταν της έδειξαν το αμαξίδιο. Ξιφασκία στο καροτσάκι; «Αυτό είναι για ανθρώπους με αναπηρία». Έπρεπε να αποδεχθεί την νέα αλήθεια της ζωης της.
Το 2010 χάρη και στα τεχνητά μέλη, η Μπέμπε άρχισε και πάλι την ξιφασκία. Κάποιες φορές με τη βοήθεια των τεχνητών μελών, άλλες καθισμένη σε αμαξίδιο χωρίς αυτά και με το ξίφος στερεωμένο στον αγκώνα της.
«Ήταν το πρώτο πράγμα που ρώτησα τους γιατρούς στο νοσοκομείο. Αν θα μπορούσα να συνεχίσω την ξιφασκία. Γέλασαν. Αυτή ήταν η πρώτη αντίδρασή τους. Είδαν, όμως, στα μάτια μου ότι εγώ εννοούσα πραγματικά αυτό που έλεγα» θυμάται η Μπέμπε. «Πως θα μπορούσα να σταματήσω; Ο αθλητισμός μου δίνει τόσα πολλά: ενέργεια, δύναμη, χαρά. Ήξερα ό,τι μπορούσα να πετύχω όλα όσα θα ήθελα». Κι έτσι γινόταν καλύτερη μέρα με τη μέρα. Και τα μετάλλια ήταν απλά η επιβεβαιώση του πάθους και της θέλησής της.
Το 2012 ήταν λαμπαδηδρόμος για τους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Ένα βήμα τη φορά. Ήξερε ότι η δική της συμμετοχή δεν θα αργούσε.
Στο Ρίο είχε να αντιμετωπίσει αθλήτριες πολύ μεγαλύτερες και πολύ πιο έμπειρες από την ίδια. «Διέλυσε» πανεύκολα όποια αντίπαλο βρέθηκε στο δρόμο της. Με τρομερή άνεση. Σαν να ήταν έτοιμη από καιρό, διότι θαρραλέα υπήρξε πάντα. Πέταξε τη μάσκα της, τα καταπράσινα μάτια της γέμισαν δάκρυα, ξέσπασε σε λυγμούς, κουνούσε το σημαδεμένο κορμί της που ήταν δεμένο στο αμαξίδιο και η καρδιά της γιόρταζε: για το χρυσό μετάλλιο, για τον αγώνα που έδωσε, για τη ζωή που έζησε, ζει και θα ζει. Χωρίς χέρια, χωρίς πόδια, με σημάδια, αλλά πάντα με αυτό το χαμόγελο «καρφωμένο» στο υπέροχο προσωπάκι της.
Μια εικόνα που επαναλήφθηκε στο Τόκιο. Με την ίδια φλόγα στα μάτια, πρώτα για τη συμμετοχή της στη γιορτή του αθλητισμού. Δεύτερο χρυσό μετάλλιο. Νέο ξέσπασμα χαράς, το πάθος της είναι αδύνατον να την καθηλώσει στο αμαξίδιο. Κι ας είναι η μοναδική αθλήτρια της ξιφασκίας σε Παραολυμπιακούς Αγώνες που δεν έχει ούτε άνω ούτε κάτω άκρα.
«Αγαπητέ κόσμε. Είμαι μια τυχερή γυναίκα. Τα πηγαίνω τέλεια με τα ψεύτικα πόδια μου, τα χέρια του Ρόμποκοπ και τις ουλές στο πρόσωπό μου. Δεν θα μπορούσα να αναγνωρίσω τον εαυτό μου χωρίς αυτά» γράφει στο βιβλίο της «Μου δόθηκε ένα όνειρο» (Mi hanno regalato un sogno).
«Η δύναμή μου αντλείται από το γεγονός ότι δεν σκέφτομαι το σώμα μου και χρησιμοποιώ ό,τι έχει απομείνει όσο περισσότερο μπορώ» είναι τα λόγια της στο ντοκιμαντέρ «Μπεατρίτσε» της Λορένα Αλβαράντο.
Aν έχει άλλα όνειρα; Πολλά. Μα ένα θέλει ένα πετύχει… «Να δείξω στους ανθρώπους να καταλάβουν όχι πως να είναι ευτυχισμένοι, αλλά πόσο ευτυχισμένοι μπορούν να είναι». Και εννοεί πως η ευτυχία είναι τα απλά, ευτυχία είναι η ζωή.