Τα θολά όρια συμπολίτευσης-αντιπολίτευσης και άλλες εκλογικές παραδοξότητες
06:56 - 13 Ιουνίου 2022
Πολλές ιδιομορφίες, οι οποίες τις καθιστούν διαφορετικές από τις προηγούμενες διαδικασίες, έχουν οι Προεδρικές Εκλογές του 2023, με αποτέλεσμα να παρακολουθούμε παραδοξότητες, διαφοροποιήσεις και αλλαγές στην παραδοσιακή συμπεριφορά και ρητορική κομμάτων και υποψηφίων.
Ίσως η πιο έντονη διαφορά μεταξύ αυτών των εκλογών και των προηγούμενων είναι πως και οι τρεις βασικοί διεκδικητές της Προεδρίας συνδέονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, με την απερχόμενη Κυβέρνηση. Ο Αβέρωφ Νεοφύτου είναι ο αρχηγός του κυβερνώντος κόμματος, ο Νίκος Χριστοδουλίδης υπηρέτησε ως Κυβερνητικός Εκπρόσωπος και Υπουργός Εξωτερικών και ο Ανδρέας Μαυρογιάννης κατείχε τη θέση του διαπραγματευτή της ελληνικής πλευράς στις συνομιλίες για το Κυπριακό. Ήταν, δηλαδή, όλοι τους στενοί συνεργάτες του Νίκου Αναστασιάδη, που εργάζονταν για την προώθηση της ατζέντας του και εφαρμογή της πολιτικής του, συμβούλευαν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και δούλευαν για την επίτευξη των κυβερνητικών στόχων.
Αν και δεν είχαν την ίδια σχέση μαζί του και δεν τον επηρέαζαν με τον ίδιο τρόπο, δεν παύουν να είναι τρία πρόσωπα που συνυπήρχαν στο πλευρό του Νίκου Αναστασιάδη σε βάθος δεκαετίας και που σήμερα είναι απέναντι ο ένας στον άλλο. Αν και έχει ξανατύχει να βρίσκονται αντιμέτωποι δύο υποψήφιοι προερχόμενοι από τον ίδιο κομματικό χώρο, πρώτη φορά συμβαίνει οι τρεις βασικοί αντίπαλοι να είναι στενοί συνεργάτες του απερχόμενου Προέδρου.
Άλλη μία ιδιομορφία είναι πως από την πλειάδα υποψηφίων που εξήγγειλαν ή προτίθενται να εξαγγείλουν, οι μόνοι που κατέρχονται ως κομματικοί είναι ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου και ο πρόεδρος του ΕΛΑΜ Χρίστος Χρίστου. Όλοι οι υπόλοιποι, συμπεριλαμβανομένου του Ανδρέα Μαυρογιάννη που έχει την κομματική στήριξη του ΑΚΕΛ και του Νίκου Χριστοδουλίδη που βρίσκεται σε διαβουλεύσεις με τα κόμματα του Κέντρου για να συνταχθούν με την υποψηφιότητά του, κατέρχονται ως ανεξάρτητοι, ενώ δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα συνεργασίες μεταξύ πολιτικών δυνάμεων, παρά το γεγονός πως αναλώθηκε πολύς χρόνος προς αυτή την κατεύθυνση. Ακόμη κι αν στο πλευρό κάποιου υποψηφίου βρεθούν περισσότερα του ενός κόμματος τελικά, αυτό δεν θα είναι αποτέλεσμα μιας συνεργασίας πολιτικών δυνάμεων που αποφάσισε να διεκδικήσει τις Προεδρικές Εκλογές με κοινό υποψήφιο, αλλά μονομερών συμφωνιών μεταξύ των κομμάτων και ενός υφιστάμενου υποψηφίου.
Αυτά τα δεδομένα περιπλέκουν το τοπίο σε βαθμό που μεγάλο μέρος της προεκλογικής συζήτησης αναλώνεται στο ποιος είναι τελικά συνεχιστής της διακυβέρνησης Αναστασιάδη και ποιος είναι πραγματική αντιπολίτευση. Με σημείο έναρξης το γεγονός πως κανένας εκ των τριών βασικών υποψηφίων δεν ανήκε στην αντιπολίτευση κατά το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας Αναστασιάδη, αλλά κάποια εκ των κομμάτων που θα βρεθούν στο πλευρό τους ήταν φουλ αντιπολίτευση και στην πραγματικότητα αντιπολιτεύονταν χειρισμούς και αποφάσεις των ίδιων των υποψηφίων τους, η σύγχυση είναι σαφής.
Για τον ΔΗΣΥ τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα. Ήταν και είναι το κόμμα του Προέδρου και ήταν και παραμένει στην συμπολίτευση. Γι’ αυτό και ο Αβέρωφ Νεοφύτου και οι εκπρόσωποί του παρουσιάζουν ως το πραγματικό δίλημμα των εκλογών την επιλογή ανάμεσα στην συνέπεια και την σταθερότητα της συνέχισης της διακυβέρνησης ΔΗΣΥ ή του ρίσκου στην επιλογή της αντιπολίτευσης. Η Πινδάρου κατατάσσει τον Νίκο Χριστοδουλίδη στην αντιπολίτευση, παρόλο που ο ίδιος συνεχίζει να δηλώνει Συναγερμικός και να υποστηρίζει την ορθότητα των έργων της διακυβέρνησης Αναστασιάδη.
Σε ό,τι αφορά το ΑΚΕΛ, το ίδιο ασκούσε την σκληρότερη αντιπολίτευση και θεωρεί ότι, δεδομένου του ρόλου του Ανδρέα Μαυρογιάννη στο πλευρό του Νίκου Αναστασιάδη, δεν ελέγχεται για οποιεσδήποτε κυβερνητικές αποφάσεις, αφού η δουλειά του ήταν να εφαρμόζει την πολιτική του Προέδρου σε έναν και μόνο θεματικό τομέα, το Κυπριακό. Άρα ο δικός τους υποψήφιος μπορεί να καταταγεί εύκολα στην αντιπολίτευση, καθώς δεν ήταν κυβερνητικό στέλεχος. Το ΑΚΕΛ αντιστρέφει το δίλημμα, λέγοντας πως η επιλογή είναι μεταξύ της προοδευτικής αλλαγής και της συνέχισης των όσων αρνητικών αποδίδει στην Κυβέρνηση Αναστασιάδη, στην οποία κατατάσσει τόσο τον Αβέρωφ Νεοφύτου, όσο και τον Νίκο Χριστοδουλίδη.
Σε ό,τι αφορά τον ίδιο τον Νίκο Χριστοδουλίδη, φαίνεται πως αποφεύγει να κατατάξει τον εαυτό του είτε στην συμπολίτευση είτε στην αντιπολίτευση. Αντιθέτως, φαίνεται να πατά και στις δύο βάρκες, προσβλέποντας σε ψήφους προερχόμενες και από τις δύο πλευρές. Αφενός δεν αποποιείται τις Συναγερμικές του καταβολές και δεν παίρνει αποστάσεις από τη διακυβέρνηση Αναστασιάδη, ποντάροντας στην εκλογική βάση του ΔΗΣΥ, και αφετέρου βρίσκεται σε διαβουλεύσεις με κόμματα της αντιπολίτευσης για συνεργασίες, προωθώντας μία ατζέντα ανανέωσης, με στόχο τους δικούς τους ψηφοφόρους. Στην ουσία, ο υποψήφιος βρίσκεται μάλλον σε μια γκρίζα ζώνη, που του επιτρέπει να λειτουργεί ως ανεξάρτητος και πολυσυλλεκτικός, αλλά τον καθιστά ταυτόχρονα στόχο και των δύο μεγάλων κομμάτων, αφού ο ένας τον «φορτώνει» στον άλλο, ώστε να τον πιάνουν κι εκείνον τα σκάγια. Ακόμη κι αυτό αποτελεί, σε κάποιο βαθμό, διαφοροποίηση, υπό την έννοια ότι αντί τα δύο μεγάλα κόμματα να αξιοποιούν τις δυνάμεις τους για να επιτίθενται το ένα στο άλλο, όπως συνηθίζεται, μονίμως επιτίθενται ταυτόχρονα σε δύο μέτωπα.
Με τις διάφορες παραμέτρους που δημιουργούν αυτές οι παραδοξότητες αναμένεται να παρακολουθήσουμε έναν διαφορετικό προεκλογικό. Το ερώτημα που συνεχίζει να αιωρείται, ωστόσο, είναι κατά πόσον θα είναι καλύτερος απ’ αυτά που έχουμε συνηθίσει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: