Gerd Muller: Ένας αυτοκαταστροφικός Bomber

Τον έχουν χαρακτηρίσει ως «ο καλύτερος επιθετικός παίκτης που είδε ποτέ ο κόσμος», προσθέτοντας πως «άπαξ και έφτανε η μπάλα στα πόδια του... τα υπόλοιπα γίνονταν ιστορία». Ο προπονητής του, το πάλαι ποτέ, στην εθνική της Δυτικής Γερμανίας, Helmut Schön τον είχε περιγράψει ως «τον άνθρωπο για τα μικρά γκολ». Για τον κόσμο ήταν ο «Der Bomber». Για τον ίδιο «ένας τύπος που... μύριζα το γκολ και για αυτό ήμουν ένα κλάσμα δευτερολέπτου πιο γρήγορος από τον αμυντικό».
Το μεγαλείο του Gerd Müller δεν αποτυπώνεται πλήρως στα 735 τέρματα που έβαλε στα επίσημα ματς της καριέρας του (από το 1963 έως το 1981). Μηδέ στα 14 που μέτρησε σε δυο Παγκόσμια Κύπελλα -και ήταν ρεκόρ έως το 2006- ή στα 365 γκολ, σε 427 παιχνίδια στην Bundesliga -αυτή η επίδοση δεν έχει "πέσει" από το Νο1. Ειρήσθω εν παρόδω, ο Lionel Messi του πήρε ένα ρεκόρ, το 2012, όταν σκόραρε το 86ο τέρμα του, σε έναν ημερολογιακό χρόνο. Ο Müller είχε 85, από το 1972.

Αλλά άλλο είναι το θέμα μας: πως δεν θυμάται τίποτα πια. Όχι από τα περασμένα μεγαλεία. Από όσα ζει τα τελευταία χρόνια, ανήμπορος να αυτοσυντηρηθεί. Ο μεγάλος Γερμανός χρειάζεται πλέον, βοήθεια για να «βγάλει» την ημέρα. Έχει δίπλα του και τις δυο οικογένειες του. Αυτή που δημιούργησε με τη σύζυγο του, αλλά και την Bayern Munich.
Το 1945, δεν είχαν μείνει πολλά να θυμίζουν το γραφικό του Nördlingen, της μικρής πόλης που βρίσκεται στην Βαυαρία. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ισοπεδώσει την έκταση των 68.10 χιλιομέτρων, στην οποία εκτεινόταν η γενέτειρα του Gerhard Müller. Ο παιδικός του φίλος, Martin Jeronim αποκάλυψε -στο ντοκιμαντέρ του SkySports για τον Bomber- πως «η πόλη μας ήταν όπως κάθε άλλη πόλη της Γερμανίας, εκείνη τη χρονιά. Οι βομβαρδισμοί και ό,τι είχε μείνει από αυτούς, είχαν θέσει την περιοχή σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης».
Με την πάροδο του χρόνου, η κατάσταση βελτιώθηκε, με τον αθλητισμό να δίνει κουράγιο στους πολίτες αυτού του τόπου να συνεχίσουν να προσπαθούν. Το θαύμα της Βέρνης, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954 ήταν αυτό που ενέπνευσε και τον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας, ο οποίος τότε ήταν 8 χρόνων. Στον τελικό, η «νατσιοναλμανσάφτ» βρέθηκε να χάνει 0-2, πριν πανηγυρίσει την κατάκτηση του τροπαίου, επικρατώντας της Ουγγαρίας 3-2. Η ελπίδα επέστρεψε στις ζωές όλων, καθώς αντιλήφθηκαν πως ό,τι και αν συνέβαινε, είχαν το ποδόσφαιρο να τους προσφέρει ανάταση ψυχής. Να τους δείχνει το δρόμο.
«Θυμάμαι πως πάντα παίζαμε ποδόσφαιρο, αμέσως μετά το σχολείο. Δεν υπήρχε και κάτι άλλο να κάνουμε. Οι γονείς μας ήταν φτωχοί. Ο αδελφός μου είχε μια καλή δουλειά και ήταν εκείνος που μου αγόρασε το πρώτο ζευγάρι ποδοσφαιρικά παπούτσια». Στα 9 του, ήταν μέλος της σχολικής ομάδας και αμέσως τον πήραν στην εφηβική ομάδα της 1861 Nördlingen. Κάποιοι που είχαν προβλέψει το μέλλον, είχαν φροντίσει να κρατήσουν τα παπούτσια του και τη φανέλα που φορούσε, εκείνη την εποχή. Ως νέος, είχε επιλέξει να πάει ως μαθητευόμενος σε ένα εργοστάσιο που ήταν δίπλα στο προπονητήριο. Το ποδόσφαιρο ωστόσο, είχε γίνει ήδη προορισμός ζωής. Έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι τη σεζόν 1962-63 είχε σκοράρει 180 γκολ και εξήγησε πως τα όφειλε όλα... στην πατατοσαλάτα της μητέρας του.

Κάποιες μεγάλες ομάδες είχαν αρχίσει να ρωτούν για εκείνον. Ατυχώς, η ομάδα που υποστήριζε από παιδί, αυτή που υποστήριζαν όλοι στην πόλη του (η Nuremberg) δεν ήταν στη λίστα. «Αν με είχαν προσεγγίσει, θα είχα αρπάξει την ευκαιρία στο δευτερόλεπτο. Θα έκανα τα πάντα, για να παίξω εκεί. Μέχρι που θα πήγαινα με το ποδήλατο έως εκεί». Αυτό δεν έγινε και γλίτωσε και την ποδηλατάδα μέχρι τη Νυρεμβέργη, όπου ούτως ή άλλως πήγαινε -με αυτοκίνητο και τους φίλους του- για να δουν τα ματς. Έως το 1964 δεν έχανε αγώνα. Μετά, τα πράγματα άλλαξαν. Δεν πήγαινε στην αγαπημένη του ομάδα, γιατί δεν προλάβαινε. Είχε δουλειές.
Τον κάλεσε η Bayern και εκείνος αποδέχθηκε την πρόκληση. Ούτως ή άλλως πάλι κοντά στο σπίτι του θα ήταν (οι δυο πόλεις απέχουν μιάμιση ώρα, με το αυτοκίνητο). Οι Βαυαροί έπαιζαν τότε, στην Regionalliga Süd. Στην πρώτη του χρονιά, ηγήθηκε της πρόκρισης στην Bundesliga. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν όλα ρόδινα. Προπονητής ήταν ο Γιουγκοσλάβος (γεννημένος στο Ζάγκρεμπ) "Čik" Čajkovski, ο οποίος ήταν επικριτικός ως προς το... φιζίκ του Müller. Τον πείραζε διαρκώς για τη σωματοδομή του και ρωτούσε τον κόσμο «τι υποτίθεται πως πρέπει να κάνω με αυτόν τον τύπο, με αυτόν τον κοντό αρσιβαρίστα;», θυμάται ο ίδιος ο θρύλος.
Τα πόδια του ήταν κοντά, σε σύγκριση με το πάνω μέρος του σώματος του -που όπως έλεγε ο Čajkovski ήταν σαν βαρέλι, με τους μηρούς του να χρειάζονται... 64 εκατοστά μεζούρας για να μετρηθούν. Ο προπονητής δικαιολογήθηκε χρόνια αργότερα, εξηγώντας ότι "όταν ήλθε ήταν μικρόσωμος και είχε πολλά περισσότερα κιλά... από το κανονικό, από τα κιλά που συνηθίσαμε να τον βλέπουμε στην πορεία. Του είχα δώσει το παρατσούκλι «κοντόχοντρος, χοντρός Müller».
Σιγά-σιγά, άρχισε να διαπιστώνει πως ο παίκτης που είχε στα χέρια του (παρεμπιπτόντως, είχε και τους Franz Beckenbauer και Sepp Maier) ήταν πολλά περισσότερα. «Για καλή μου τύχη, μετά τις τέσσερις εβδομάδες του αρχικού σταδίου προετοιμασίας, είχαμε φιλικά παιχνίδια με δέκα ομάδες. Δεν είχα θέση starter. Προφανώς, κάποια στιγμή ο προπονητής σκέφτηκε "δεν του δίνω μια ευκαιρία;" Πολύ σύντομα συνειδητοποίησα ότι με εμπιστεύεται. Ακολούθησαν αγώνες που δεν με έβγαζε από το γήπεδο». Η αλήθεια ήταν κάπως διαφορετική. Ο Čajkovski έκανε την καρδιά του πέτρα και άρχισε να υπολογίζει στον Müller, αφότου έδωσε τη σχετική... οδηγία ο πρόεδρος του συλλόγου, Wilhelm Neudecker.
Μέσω αυτής της διαδικασίας, άρχισε και να σκοράρει. Στο ντεμπούτο του στη λίγκα, τον Οκτώβριο του 1964, έβαλε δυο γκολ εναντίον της FC Freiburg, ενώ ανάλογη ήταν και η εξέλιξη. Εξ ου και το «κοντόχοντρος Müller» διεγράφη και αντικαταστάθηκε από το "Der Bomber". Ο δημοσιογράφος Uli Köhler εξηγεί πως «όταν παίκτης σκοράρει με δυνατό σουτ, ο λαός μας συνηθίζει να λέει πως "βομβαρδίζει τα δίχτυα", γιατί αν το σουτ είναι δυνατό, είναι σαν βόμβα» και μέσω των διαδοχικών... ρίψεων που έκανε η φήμη του -σε όλον τον κόσμο- άρχισε να προηγείται του ιδίου.
Μαζί με τους Beckenbauer και Maier, έβαλαν την Bayern σε περίοπτη θέση, στον παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χάρτη. Άμα την άνοδο, τερμάτισαν στην τρίτη θέση της βαθμολογίας, ενώ σήκωσαν το DFB Cup, άρση που έκαναν και άλλες τρεις χρονιές (1967, 1969, 1971). Χάριν αυτών των παιδιών (αν και ο Beckenbauer επιμένει πως "αν δεν ήταν ο Gerd και τα γκολ του, η Bayern δεν θα γινόταν ποτέ, αυτό που έγινε και η Γερμανία δεν θα κατακτούσε ποτέ το ευρωπαϊκό ή το παγκόσμιο κύπελλο"), οι Βαυαροί πήραν το πρώτο τους πρωτάθλημα, το 1969, πριν κάνουν το back to back to back (ή πιο απλά hat-trick) το 1972, 1973 και το 1974.  Δεν έμειναν στα εντός συνόρων δρώμενα -που αφορούσαν και τέσσερα εθνικά κύπελλα. Το 1967 κατέκτησαν το Winner's Cup, απέκτησαν ως προσωνύμιο το "dream team" και... το δικαιολόγησαν το 1974, το 1975 και το 1976 που έφτασαν στην κορυφή της Ευρώπης (πήραν το τότε European Cup).
Ο Müller είχε επιτύχει κάτι ασύλληπτο: ήταν ο πρώτος σκόρερ της ομάδας του, σε κάθε σεζόν από το καλοκαίρι του 1964 έως αυτό του 1978. Στα 21 (το 1967) αναδείχθηκε «ο καλύτερος Γερμανός παίκτης». Το αυτό θα συνέβαινε και τις δυο επόμενες χρονιές. Το 1970 έγινε και ο πρώτος Γερμανός που κατέκτησε τον τίτλο «καλύτερος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής». Για επτά σεζόν ήταν ο πρώτος σκόρερ της Bundesliga, ενώ το ρεκόρ του ήταν τα 40 γκολ της αγωνιστικής περιόδου 1971-72. Ουδείς άλλος το έχει απειλήσει έκτοτε. «Η FC Bayern είναι το πρώτο και το δεύτερο σπίτι μου», είχε πει στο ντοκιμαντέρ του SkySports, που σε εκείνο το σημείο θυμήθηκε τα ματς με την Atletico Madrid, για τον τελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου το 1974. Και τα δυο διεξήχθησαν στο Heysel Stadium των Βρυξελλών.

Το πρώτο παιχνίδι διεξήχθη στις 15/5 και έληξε 1-1. «Την επομένη, ουδείς μπορούσε να κουνηθεί στην προπόνηση. Ήμασταν πολύ κουρασμένοι. Ήταν θαύμα πώς καταφέραμε να παίξουμε μια μέρα μετά. Η σεζόν είχε φτάσει στο τέλος της, ενώ ήμασταν ήδη πρωταθλητές Γερμανίας», θυμάται ο Hoeneß «μαζέψαμε ό,τι μας είχε μείνει σε δύναμη και κουράγιο και τα δώσαμε στο τελευταίο ματς. Η κατάληξη ήταν να κάνουμε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της σεζόν, αν όχι στην ιστορία της Bayern». Αποτέλεσμα 0-4 για τους Βαυαρούς, με δυο γκολ του Hoeneß και άλλα δυο του Müller, για την αρχή του hat trick που λέγαμε.
O πρόεδρος της Bayern -και παλιός θρύλος- Karl-Heinz Rummenigge είχε πει ότι «οι βάσεις για αυτό που έγινε η Bayern, μπήκαν στη δεκαετία του '70 και στις τρεις διαδοχικές χρονιές που η ομάδα αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή ήταν η πιο επιτυχημένη περίοδος της Bayern, στην Ευρώπη. Αν δεν ήταν τα γκολ του Gerd δύσκολα θα φτάναμε σε αυτά τα επίπεδα. Παρά την επιτυχία του, στα γήπεδα, παρέμεινε ταπεινός και προσγειωμένος και αυτό ήταν το πιο εντυπωσιακό του στοιχείο». Σε 62 συμμετοχής σε διεθνείς διοργανώσεις, διασυλλογικού επιπέδου, σκόραρε 68 γκολ και όπως είχε πει ο Rudi Voller «έτσι πέρασε στην αιωνιότητα».
Μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος με την Bayern, το 1969, ταξίδεψε για το Μεξικό, μαζί με τους υπόλοιπους διεθνείς της Δυτικής Γερμανίας, για το Παγκόσμιο Κύπελλο (1970). «Αν ρωτήσετε άλλους παίκτες, θα σας πουν ότι το καλύτερο World Cup ήταν αυτό του 1974, στο Μόναχο. Για εμένα, ήταν του Μεξικού (παρ’ ότι στο Μόναχο ήταν εκείνος που έβαλε τη χώρα του στην κορυφή, με το γκολ στον τελικό εναντίον της Ολλανδίας). Όλα είχαν πάει πάρα πολύ καλά. Κανείς δεν μας ενοχλούσε, είχαμε μια υπέροχη ομάδα -κατ' εμέ καλύτερη από εκείνη στο ευρωπαϊκό του 1972. Ήταν υπέροχο». Στην πρεμιέρα, το Μαρόκο προηγήθηκε, πριν σκοράρουν ο Müller με τον Uwe Seeler και σώσουν την παρτίδα (2-1).
Ήταν ξεκάθαρο ότι ο προπονητής, Helmut Schön έπρεπε να προβεί σε αλλαγές και μάλιστα το συντομότερο δυνατό. «Δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιος έπρεπε να παίζει με ποιον. Θυμάμαι είχε έναν σταυρό στο δωμάτιο του και μετά το πρώτο ματς πήγε να προσευχηθεί. Όλοι αναρωτιόμασταν τι θα προκύψει από αυτό; Ποια έμπνευση θα έχει; Κατέληξε σε ένα σχήμα που ήταν τρελό». Άλλαξε θέση τον Seeler, για να βοηθά τον Müller. "Ενδεχομένως να ήμουν λίγο μεγάλος σε ηλικία, τότε. Είχα φτάσει τα 35" ομολογεί ο Seeler, «τα media είχαν επιτεθεί στον Schön, μόνο και μόνο επειδή με είχε πάρει στην αποστολή. Είχε ωστόσο, μια πολύ καλή ιδέα και δούλεψε μια χαρά. Δημιούργησα πολλές ευκαιρίες για τον Gerd». Τόσες που αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του τουρνουά, με 10 γκολ. «Ο Uwe δεν σταμάτησε ποτέ να τρέχει. Πάντα είχε κόκκινο πρόσωπο. Εκείνες τις ημέρες, όμως, είχε γίνει ακόμα πιο κόκκινο. Έτρεχε σαν τρελός», προσθέτει ο Müller.

Στα προημιτελικά συνάντησαν τη Μεγάλη Βρετανία. «Θέλαμε να νικήσουμε» αναπολεί ο Seeler, «όλοι έκαναν λόγο για εκδίκηση -από το 1966. Όταν υπάρχει όμως, παιχνίδι μπροστά σου, δεν σκέφτεσαι τέτοια πράγματα. Σκέφτεσαι μόνο τη νίκη». Η αρχή δεν ήταν καλοί για τους Γερμανούς. «Κάναμε ηλίθια λάθη και βρεθήκαμε στο 0-2. Τότε σκεφτήκαμε πως τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολα». Μόνο που δεν έγιναν, γιατί εμφανίστηκε ο Beckenbauer να δώσει ανάσα ζωής. «Μας έδωσε πολύ μεγάλη δύναμη. Τότε καταλάβαμε όλοι πως μπορούμε να τα καταφέρουμε. Μετά, ήμουν τυχερός σε μια κεφαλιά (σκόραρε χτυπώντας την μπάλα, με το πίσω μέρος του κεφαλιού του) και το σκορ είχε γίνει 2-2». Ως προς αυτήν την έμπνευση του Seeler, o Müller είχε σχολιάσει «δεν έχει σημασία πώς σκοράρεις. Ένα γκολ είναι πάντα γκολ. Το μόνο που μετρά, είναι να περάσει η μπάλα τη γραμμή». Ο τελευταίος διαμόρφωσε αποτέλεσμα, στην παράταση και το γενικότερο σχόλιο του ήταν «παίξαμε καλά».
Η πορεία ολοκληρώθηκε στα ημιτελικά, οπότε η Ιταλία επικράτησε 4-3, στην εξτρά περίοδο και προκρίθηκε. «Ο κόσμος μιλά ακόμα για αυτό το παιχνίδι, γιατί άλλαζε συνέχεια το προβάδισμα, ενώ και οι δυο ομάδες έκαναν τα πάντα για να νικήσουν» σχολίασε ο Seeler, για αυτό που έμεινε στην ιστορία ως "game of the century". Αν δεν ήταν αυτό, σίγουρα πρόκειται για ένα από τα πιο αλησμόνητα παιχνίδια, στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων. Και οι λόγοι ήταν πολλοί. Οι περισσότεροι εναντίον της ομάδας του.
Το 1-0 για τους "ατζούρι" διαδέχθηκε η αποκόλληση ώμου του Beckenbauer. Δεν αποσύρθηκε, διότι η ομάδα του είχε ήδη κάνει τις αλλαγές της, με τον Karl-Heinz Schnellinger, να ισοφαρίζει στις καθυστερήσεις του δεύτερου ημιχρόνου. Ο σχολιαστής της γερμανικής τηλεόρασης είχε πει «από όλους τους τύπους, σκόραρε ο Schnellinger». Όχι γιατί ήταν απίθανος, αλλά επειδή έπαιζε στην Ιταλία. Η «νατσιοναλμανσάφτ» ήταν ήδη εξοντωμένη, συν του ότι δεν είχε δικαίωμα αλλαγής, παρ' όλα αυτά βρήκε τον τρόπο (με τον Müller) να προηγηθεί στο 94'. Τέσσερα λεπτά αργότερα το σκορ ήταν 2-2 (λόγω του Tarcisio Burgnich ). Ο Luigi Riva έδωσε εκ νέου το πάνω χέρι στους Ιταλούς, πριν ο Müller κάνει τρεις τις ισοπαλίες (με εκπληκτική κεφαλιά) και ενόσω ο σκηνοθέτης έδειχνε το replay, ο Gianni Rivera είχε ήδη διαμορφώσει το 4-3, στο 111'.

Η δική του πορεία με το εθνόσημο στο στήθος, που παρεμπιπτόντως είχε ξεκινήσει -σε επίπεδο ανδρικής ομάδας- το 1966 και το 2-0 επί της Τουρκίας, ολοκληρώθηκε το 1974, οπότε η παρέα του κατέκτησε τον κόσμο, επί εδάφους Μονάχου. Δηλαδή, στην... έδρα του (Olympiastadion). Αυτή τη φορά, η Δυτική Γερμανία ήταν μεταξύ των φαβορί, όχι όμως στο Νο1 της λίστας. Εκεί βρισκόταν η Ολλανδία και το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο. Έτσι είχε ονομαστεί αυτό που είχε δομήσει ο Rinus Michels στον Ajax (την περίοδο 1965-1973, με την τελευταία διετία να είναι αλήστου μνήμης, λόγω του 46/46 του «Αίαντα», στα εντός έδρας ματς). Η βάση ήταν η εξής: ο οποιοσδήποτε παίκτης μπορούσε να παίξει σε οποιαδήποτε θέση. Είτε ήταν βασικός, είτε αναπληρωματικός. Δηλαδή, ανάλογα με το τι είχαν μπροστά τους, άλλαζαν θέσεις -θεωρία που απαιτούσε αφενός παίκτες, οι οποίοι να νιώθουν άνετα σε πολλές θέσεις, αφετέρου εξαιρετική ικανότητα προσαρμογής. Η εξαίρεση του κανόνα ήταν μία και αφορούσε τον τερματοφύλακα.
Ο Müller ήταν 28 χρόνων, ενώ είχε κατακτήσει και ένα πρωτάθλημα Ευρώπης. Ήταν το 1972, με νίκη επί της ΕΣΣΔ στον τελικό «ομάδα που δεν φοβόμασταν, αφού είχαμε νικήσει και σε φιλικό προετοιμασίας, εκείνη τη χρονιά». Έβαλε δυο γκολ αυτό το βράδυ, στο ματς που τελείωσε 3-0 και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του τουρνουά. Το 1974 λοιπόν, οι καλύτεροι βρέθηκαν στο ματς που είχε για φόντο το τρόπαιο. Μόλις στο πρώτο λεπτό -πριν καν ακουμπήσουν την μπάλα οι Γερμανοί-, ο Uli Hoeneß ανέτρεψε τον Johan Cruyff, στη μεγάλη περιοχή, ο Johan Neeskens πήγε στα 11 μέτρα και «άνοιξε» το σκορ. Από την άσπρη βούλα ισοφάρισαν οι Γερμανοί (με τον Paul Breitner να αναλαμβάνει την εκτέλεση -ενώ οι άλλοι παίκτες περίμεναν πως θα το κάνει... ο άνθρωπος μας) στο 25ο λεπτό.
Το momentum ήταν με τους οικοδεσπότες, με τον Müller να παίρνει ένα ρίσκο που δικαίωσε όλο το έθνος. «Ο Bonhof μου έδωσε την μπάλα, στο ύψος της μεγάλης περιοχής. Όπως πήγαινα για το τέρμα, τρεις αμυντικοί ήλθαν προς το μέρος μου. Έκανα ένα βήμα πίσω, βγήκαν εκτός θέσεις και... αυτό ήταν». Τι ήταν; Το Παγκόσμιο Κύπελλο στη χώρα του, παρουσία 75.000 φιλάθλων. Παρεμπιπτόντως, ήταν η πρώτη φορά που εθνική πήρε ως πρωταθλήτρια Ευρώπης, το Παγκόσμιο -έως ότου εμφανίστηκε η Γαλλία το 2000 και μετά η Ισπανία.

Με 14 γκολ σε δυο Παγκόσμια Κύπελλα, είχε καθίσει στο Νο1 των σκόρερ όλων των εποχών και το 2006 τον απομάκρυνε ο Ronaldo (έφτασε τα 15 στο ματς με την Γκάνα), πριν έλθει ο Miroslav Klose (το 2014) να τον ρίξει στην τρίτη θέση. Αν τον ρωτούσατε, θα σας έλεγε ότι «το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι το ανώτερο τρόπαιο που μπορείς να κερδίσεις. Και τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα έχουν τη χάρη τους, αλλά δεν συγκρίνονται με τα παγκόσμια».
Λίγο μετά το τέλος των εορτασμών, ανακοίνωσε πως κρεμά τη φανέλα με το εθνόσημο. Είχε κάποια προβλήματα με την ομοσπονδία (ο Hoeneß έχει δηλώσει πως «αν υπήρχαν λογικοί άνθρωποι στην ομοσπονδία, ο Gerd θα συνέχιζε να παίζει. Ήταν τεράστια απώλεια για την ομάδα»), ενώ τα ΜΜΕ τον κατηγόρησαν πως αποχωρεί ως αντίποινο στην απόφαση της ομοσπονδίας, να μην επιτρέψει στις συζύγους των παικτών να πάρουν μέρος στους εορτασμούς. Εκείνος διέψευσε, ενημερώνοντας ότι «είχα πει στον προπονητή μας ότι δεν θα συνεχίσω, τρεις ημέρες πριν τον τελικό. Μου ζήτησε να μην πω κάτι, έως το τέλος του τουρνουά και αυτό έκανα».
Το 1979 είχε έλθει το πλήρωμα του χρόνου, για τον Müller. Έτσι αισθάνθηκε όταν ο προπονητής της Bayern, Pal Csernai τον ενημέρωσε πως δεν τον θέλει. Για πρώτη φορά στην καριέρα του, έγινε αναπληρωματικός, ενώ για πρώτη φορά βγήκε στην αγορά, με ταμπέλα πώλησης. Μεγάλωνε και έδειχνε να μην μπορεί να συμβιβαστεί με αυτό το γεγονός. Επίσης, δεν έκανε κάτι για να προλάβει τις εξελίξεις. Να διατηρηθεί σε ένα κάποιο επίπεδο. Στις 6 Μαρτίου του 1979 ο κόσμος θα μάθαινε πως επρόκειτο να διασχίσει τον Ατλαντικό και να παίξει στους Fort Lauderdale Strikers, της North American Soccer League. Είχε υπογράψει για δυόμιση χρόνια. Είχε αποφασίσει να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του, μαζί με τη σύζυγο του.

«Στα πρώτα παιχνίδια, δεν έβαλα ούτε ένα γκολ. Κάποια στιγμή, μου είπαν από την ομάδα πως ο κόσμος ήθελε να δει κάποιον που να μπορεί να βάλει την μπάλα στο τέρμα. Στο πέμπτο παιχνίδι, σκόραρα τέσσερις φορές και ουσιαστικά τότε άρχισε το... σερί των αγώνων που έβαζα γκολ». Δεν ήταν το μόνο αστέρι στην πόλη, καθώς η Fort Lauderdale πήρε και τον George Best. Κάπως έτσι προέκυψε μια «μάχη» γιγάντων. Ή για την ακρίβεια, εγωισμών. Ο Best είχε δηλώσει πως δεν έχει κανέναν λόγο να ζηλεύει τον Müller «γιατί είμαι πολύ καλύτερος από εκείνον», με τον Γερμανό να υποστηρίζει πως «με φοβόταν, γιατί είχε σταματήσει πια να είναι ο μόνος σταρ στις ΗΠΑ. Δεν μου έδωσε ποτέ πάσα. Ούτε μια φορά».
Στην πατρίδα του προσπαθούσαν να καταλάβουν τους πραγματικούς λόγους που είχε πάει στην Αμερική -πέραν του προφανούς που είχε να κάνει με τα χρήματα. Ο Rummenigge είχε εκφράσει την άποψη πως «θα ήταν προτιμότερο να είχε λήξει την καριέρα του, ως παίκτης της Bayern. Αλλά δεν ήταν καλή στιγμή για το άθλημα, όταν έφυγε από το σύλλογο». Το βέβαιο είναι πως ένιωθε σαν χαμένος στις ΗΠΑ. Είχε τη γυναίκα του, για παρέα, αλλά δεν μιλούσε αγγλικά. Το μόνο ενδιαφέρον του ήταν πώς να σκοράρει και πώς να παίζει. Η κοινότητα δεν τον είχε αγκαλιάσει και μάλλον τότε ήταν που όλα άρχισαν να πηγαίνουν στραβά.
Κατέστρεψα τη ζωή μου
Το 1982 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Χάνοντας την ουσιαστική επαφή που είχε με το άθλημα, έχασε τον εαυτό του (αυτά τα στοιχεία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα). Μαζί με κάποιες αποτυχημένες επιχειρηματικές απόπειρες («άνοιξε» εστιατόριο στη Florida που δεν επιβίωσε), το έριξε στο αλκοόλ. «Κατέστρεψα τη ζωή μου» είχε ομολογήσει, στις αρχές τις τελευταίας δεκαετίας. Ήταν ξεκάθαρο πως δεν ήταν καλά. Οι παλιοί του φίλοι (Hoeneß, Rummenigge, Beckenbauer) επιδίωξαν να τον συναντήσουν, για να του πουν αλήθειες. Να τον θέσουν προ των ευθυνών του. Παραδέχθηκε πως δεν ήταν καλά και ζήτησε τη βοήθεια τους. Έκαναν ό,τι μπορούσαν. Από το να του βρουν πού θα πάει για αποτοξίνωση, έως το να του βρουν δουλειά.
Αρχικά, τον έκαναν υπεύθυνο των χορηγών, σκάουτ για νέα ταλέντα και προπονητή των επιθετικών και των τερματοφυλάκων. Μετά, έγινε κόουτς της εφηβικής ομάδας και ασίσταντ στην πρώτη ομάδα (πήρε την άδεια του το 1992), ενώ κράτησε και το τιμόνι της ερασιτεχνικής ομάδας του συλλόγου (1995-96). Σύντομα θα έλεγε ότι «δεν θα μπορούσα να ζω κάτι καλύτερο από το να είμαι στην Bayern». Το 1988 η FIFA του απένειμε την ανώτατη τιμή: το Order of Merit. Έμεινε... στο σπίτι του για 20 χρόνια και στο μεσοδιάστημα, η Adidas λάνσαρε ολόκληρη σειρά με το όνομα του, γαλακτοκομική εταιρία τον προσέλαβε να διαφημίσει τα προϊόντα της, μαζί με τον Thomas Muller, ενώ τον Ιούλιο του 2008 το γήπεδο απ' όπου ξεκίνησαν όλα, στο Nördlingen, πήρε το όνομα του.
Στις 12 Αυγούστου του 2013, έκανε την τελευταία δημόσια εμφάνιση. Ήταν για τα βραβεία της Bild, στο Fischauktionshalle του Αμβούργου και τιμήθηκε για όσα είχε επιτύχει. Δυο χρόνια νωρίτερα, τον Ιούλιο του 2011 είχε ανησυχήσει την Bayern Munich, όταν τον αναζητούσαν για 15 ώρες και δεν μπορούσαν να βρουν σημεία ζωής. Η εφηβική ομάδα του συλλόγου, ήταν στο Trento της Ιταλίας, για προετοιμασία και εκείνος δεν εμφανίστηκε στην προγραμματισμένη σύσκεψη με τον προπονητή, Andries Jonker.
Οι υπεύθυνοι είχαν ψάξει σε όλο το ξενοδοχείο (Villa Madruzzo), στο δάσος, σε όλη την πόλη, αλλά δεν τον εντόπισαν πουθενά και πήραν την αστυνομία. Λίγο πριν τις 6 το απόγευμα, εντοπίστηκε σε μια κεντρική οδό, την Viale De Gasperi χαμένος. Είχε επιβιβαστεί σε ταξί και ζήτησε από τον οδηγό να τον πάει στο σταθμό του τρένου, για να φύγει από εκεί με προορισμό το Μόναχο. Δεν είχε όμως, χρήματα για τη διαδρομή και κατέβηκε στο κέντρο της πόλης. Όταν τον βρήκαν οι αρχές, ήταν αποπροσανατολισμένος. Δεν θυμόταν τι είχε προηγηθεί, ούτε πώς είχε βρεθεί εκεί. Η σύζυγος του ταξίδεψε στην ιταλική πόλη, για να τον συνοδεύσει σπίτι τους. Η Uschi ήταν δίπλα του και στα βραβεία της Bild, όπως είναι δίπλα του και τώρα, στα δύσκολα.

Στις 6 Οκτωβρίου, η Bayern Munich επιβεβαίωσε τις πληροφορίες που ήθελαν τον Müller να έχει πρόβλημα υγείας. Για την ακρίβεια, έχει Alzheimer. Σχεδόν ένα μήνα πριν τα 70α του γενέθλια (τα «κλείνει» στις 3/11) αποκαλύφθηκε πως πάνε χρόνια που παλεύει με αυτήν την ασθένεια, ενώ από τον περασμένο Φλεβάρη τυγχάνει επαγγελματικής φροντίδας, με τη στήριξη πάντα της οικογένειας του, που έχει ζητήσει από τα media και τον κόσμο να σεβαστεί την κατάσταση του ανθρώπου της. Το σημαντικό πια για εκείνον είναι να είναι στο οικογενειακό του περιβάλλον, εκεί που νιώθει ασφαλής.
Την πρώτη εβδομάδα του Οκτώβρη, ο Franz Roth, μέλος του σταφ της Bayern, τον επισκέφτηκε. Εκείνος τον κοιτούσε για ώρα. Δεν του μίλησε πολύ. Του είπε όμως, "hello Βull", όνομα με το οποίο τον αποκαλούν στην ομάδα. Και τότε ο Roth είδε τον Gerd που γνώριζε. Ή τουλάχιστον, μια αναλαμπή αυτού.
Πηγή: Sport24.gr  

 

 

 

 

 

Δειτε Επισης

Ο Λαμίν Γιαμάλ πρεσβευτής της UNICEF για την υπεράσπιση και η προώθηση των δικαιωμάτων των παιδιών
Υποψήφιοι οι Τσάβι και Μασεράνο για την τεχνική ηγεσία της Ίντερ Μαϊάμι
Την Paris FC θα εξαγοράσει η οικογένεια του δισεκατομμυριούχου Μπερνάρ Αρνό
Ο CEO της European Super League άσκησε και πάλι κριτική στο Champions League
Ο Μέσι την... είπε στον Ζαμπράνο που είχε παίξει στον ΠΑΟΚ: «Τι κάνεις ανόητε;»
Ίντερ Μαϊάμι: Τέλος ο Τάτα Μαρτίνο, με νέο προπονητή το 2025 η ομάδα του Μέσι
Nations League: Υποβιβάστηκε η Αλβανία, ανώδυνη απώλεια για τη Γερμανία
Μάντσεστερ Σίτι-Γκουαρδιόλα: Τα βρήκαν για ακόμα ένα έτος
Τζιοβάνι, Ριβάλντο και Σαβιόλα πήραν την πρώτη νίκη της σεζόν με τους Barca Legends
Ολοκληρώνεται το παζλ σε όλες τις κατηγορίες του Nations League