Του βρήκαν δουλειά στον Κάμπο, αρνήθηκε και του έκοψαν το Ε.Ε.Ε.
06:50 - 03 Απριλίου 2019
Με την υπόδειξη ότι η κάθε περίπτωση λήπτη Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος(ΕΕΕ) όταν αυτός αρνείται μια θέση εργασίας, θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά και στη βάση των δεδομένων του συγκεκριμένου προσώπου και όχι αυτοματοποιημένα, η Επίτροπος Διοικήσεων και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρία Στυλιανού-Λοττίδη, δικαίωσε οικογενειάρχη και πατέρα ανάπηρου παιδιού που υπέβαλε παράπονο στο γραφείο της, όταν του έκοψαν το ΕΕΕ.
Όπως αναφέρεται σε σχετική έκθεση της Επιτρόπου, η οποία δημοσιοποιήθηκε πριν από μερικές ημέρες, ο άνδρας ο οποίος είναι νυμφευμένος με δυο παιδιά, ζήτησε να επανεξεταστεί το αίτημά του για να του παραχωρείται ξανά το ΕΕΕ από την Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας όταν διεκόπη τον Μάιο 2017, επειδή, όπως τον ενημέρωσαν, οι καταθέσεις της οικογένειας του υπερέβαιναν το επιτρεπόμενο από την οικεία νομοθεσία ποσό.
Κατόπιν τούτου, υπέβαλε στις 19 Ιουνίου 2017, ένσταση εναντίον της απόφασης για τερματισμό του ΕΕΕ προσκομίζοντας σχετικά αποδεικτικά στοιχεία σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία τα οικογένειας.
Η ένστασή του εγκρίθηκε εν μέρει και αποφασίστηκε να επανεξεταστεί η υπόθεση, με τον ίδιο παρά τις συνεχείς εκκλήσεις να μη λαμβάνει κάποια απάντηση.
Είπε όχι σε δυο δουλειές
Όταν η Επίτροπος αποτάθηκε στην αρμόδια Υπηρεσία, της τονίσθηκε ότι ο λόγος που δεν εγκρίθηκε ξανά ο παραπονούμενος για να λαμβάνει ΕΕΕ, ήταν η απόφασή του να απορρίψει δυο θέσεις εργασίας, μια στο Τμήμα Δασών και μια θέση στην κατηγορία μηχανικοί και επισκευαστές αυτοκινήτων.
Η Υπηρεσία ανέφερε ότι για την πρώτη θέση επικαλέστηκε την απόσταση και για τη δεύτερη τον μισθό.
Ως εκ τούτου, θεωρήθηκε εκούσια άνεργος από την Υπηρεσία Επιδομάτων, η οποία με απόφασή της ημερομηνίας 1ης Οκτωβρίου 2018, κατέστησε δικαιούχο ΕΕΕ τη σύζυγο και το παιδί του, ενώ σ’ ότι αφορά στο μικρότερο παιδί του παραπονούμενου λαμβάνει, όπως σημειώθηκε, από μόνο του ΕΕΕ, ως άτομο με αναπηρία λόγω των αυξημένων αναγκών που έχει για τις θεραπείες που λαμβάνει σε μηνιαία βάση.
Η απόσταση μέχρι τον Κάμπο
Όπως αναφέρεται σε σχετική έκθεση της Επιτρόπου, η οποία δημοσιοποιήθηκε πριν από μερικές ημέρες, ο άνδρας ο οποίος είναι νυμφευμένος με δυο παιδιά, ζήτησε να επανεξεταστεί το αίτημά του για να του παραχωρείται ξανά το ΕΕΕ από την Υπηρεσία Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας όταν διεκόπη τον Μάιο 2017, επειδή, όπως τον ενημέρωσαν, οι καταθέσεις της οικογένειας του υπερέβαιναν το επιτρεπόμενο από την οικεία νομοθεσία ποσό.
Κατόπιν τούτου, υπέβαλε στις 19 Ιουνίου 2017, ένσταση εναντίον της απόφασης για τερματισμό του ΕΕΕ προσκομίζοντας σχετικά αποδεικτικά στοιχεία σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία τα οικογένειας.
Η ένστασή του εγκρίθηκε εν μέρει και αποφασίστηκε να επανεξεταστεί η υπόθεση, με τον ίδιο παρά τις συνεχείς εκκλήσεις να μη λαμβάνει κάποια απάντηση.
Είπε όχι σε δυο δουλειές
Όταν η Επίτροπος αποτάθηκε στην αρμόδια Υπηρεσία, της τονίσθηκε ότι ο λόγος που δεν εγκρίθηκε ξανά ο παραπονούμενος για να λαμβάνει ΕΕΕ, ήταν η απόφασή του να απορρίψει δυο θέσεις εργασίας, μια στο Τμήμα Δασών και μια θέση στην κατηγορία μηχανικοί και επισκευαστές αυτοκινήτων.
Η Υπηρεσία ανέφερε ότι για την πρώτη θέση επικαλέστηκε την απόσταση και για τη δεύτερη τον μισθό.
Ως εκ τούτου, θεωρήθηκε εκούσια άνεργος από την Υπηρεσία Επιδομάτων, η οποία με απόφασή της ημερομηνίας 1ης Οκτωβρίου 2018, κατέστησε δικαιούχο ΕΕΕ τη σύζυγο και το παιδί του, ενώ σ’ ότι αφορά στο μικρότερο παιδί του παραπονούμενου λαμβάνει, όπως σημειώθηκε, από μόνο του ΕΕΕ, ως άτομο με αναπηρία λόγω των αυξημένων αναγκών που έχει για τις θεραπείες που λαμβάνει σε μηνιαία βάση.
Η απόσταση μέχρι τον Κάμπο
και η έλλειψη γνώσεων
Τη δική του θέση για την απόρριψη των δυο θέσεων εργασίας έθεσε ενώπιον της Επιτρόπου Διοικήσεως ο παραπονούμενος σε σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με το Γραφείο της.
Σύμφωνα με τις δικές του δηλώσεις, η πρώτη θέση εργασίας που του προτάθηκε ήταν στον Κάμπο της Τσακκίστρας και, δεδομένου ότι κατοικεί στη Λευκωσία, η καθημερινή μετάβασή του εκεί ήταν αδύνατη, ενώ σε ό,τι αφορά τη δεύτερη θέση εργασίας, ανέφερε ότι δεν είναι μηχανικός αυτοκινήτων αλλά μοτοσυκλετών, γεγονός για το οποίο το Γραφείο Εργασίας είναι ενήμερο.
Ξεχωριστή η κάθε περίπτωση
Στις εισηγήσεις και τα συμπεράσματά της, η Επίτροπος Διοικήσεως τόνισε ότι στην υπό εξέταση περίπτωση, ενεργοποιήθηκε το άρθρο 22 του Νόμου με αποτέλεσμα η στήριξη προς την οικογένεια να συνεχιστεί, μετά την κήρυξη του παραπονούμενου ως εκούσια άνεργος, αφού η Υπηρεσία κατέστησε δικαιούχους την σύζυγο και την κόρη του, γεγονός το οποίο χαρακτήρισε θετική εξέλιξη.
Υπέμνησε ταυτόχρονα ότι κατά την εξέταση της συγκεκριμένης υπόθεσης από τις αρμόδιες υπηρεσίες, δεν φαίνεται να συνεκτιμήθηκαν οι λόγοι για τους οποίους ο παραπονούμενος απέρριψε, τόσο την πρώτη όσο και τη δεύτερη θέση εργασίας που του προτάθηκαν.
«Δεν λήφθηκε, δηλαδή, υπόψη ο παράγοντας της απόστασης της κατοικίας του από τον τόπο εργασίας της πρώτης θέση που του προτάθηκε, όπως και το ότι αυτός δεν κατείχε, όπως ανέφερε, τις αναγκαίες γνώσεις ώστε να αποδεχθεί τη δεύτερη θέση», σύμφωνα με την Επίτροπο.
Υπογράμμισε ακόμη, ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία, η κήρυξη ενός ατόμου ως εκούσια ανέργου, στηρίζεται στα αποτελέσματα της «κοινωνικής παρέμβασης», η οποία λαμβάνει χώρα για σκοπούς διαπίστωσης κατά πόσο ένας δικαιούχος ΕΕΕ παύει ή όχι να είναι δικαιούχος.
Για το λόγο αυτό, κάλεσε την υπηρεσία κατά τη διαδικασία κήρυξης ενός δικαιούχου ως εκούσια άνεργο άτομο, να προβαίνει σε ουσιαστική συνεκτίμηση των λόγων που προβάλλονται από τον εκάστοτε ενδιαφερόμενο, ως λόγοι μη αποδοχής θέσεων εργασίας.
«Η απλή επίκληση άρνησης προτεινόμενης θέσης εργασίας χωρίς τη συνεκτίμηση των λόγων που οδήγησαν στην άρνηση της θέσης, μπορεί να οδηγήσει σε άδικες και ανεπιεικείς αποφάσεις, οι οποίες δεν θα αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές επιδιώξεις των ενδιαφερόμενων ατόμων που ενδεχομένως, για βάσιμους λόγους, να μην ήταν σε θέση να αποδεχθούν προτεινόμενη ή προτεινόμενες θέσεις εργασίας», τονίζει.
Επιπρόσθετα, σημειώνει ακόμη, ότι ενδεχόμενη απόφαση για απόρριψη των λόγων μη αποδοχής θέσης εργασίας και η, εν τέλη, κήρυξη ενός δικαιούχου ως εκούσια ανέργου, θα πρέπει να αιτιολογείται επαρκώς, ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση της απόφασης αυτής καθώς και ο έλεγχος της νομιμότητάς της. Σε αντίθετη, δε, περίπτωση, εύλογα δημιουργείται η εντύπωση ότι οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται αυτοματοποιημένα, χωρίς την αναγκαία εξέταση των εξατομικευμένων περιστάσεων κάθε περίπτωσης.
Τη δική του θέση για την απόρριψη των δυο θέσεων εργασίας έθεσε ενώπιον της Επιτρόπου Διοικήσεως ο παραπονούμενος σε σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με το Γραφείο της.
Σύμφωνα με τις δικές του δηλώσεις, η πρώτη θέση εργασίας που του προτάθηκε ήταν στον Κάμπο της Τσακκίστρας και, δεδομένου ότι κατοικεί στη Λευκωσία, η καθημερινή μετάβασή του εκεί ήταν αδύνατη, ενώ σε ό,τι αφορά τη δεύτερη θέση εργασίας, ανέφερε ότι δεν είναι μηχανικός αυτοκινήτων αλλά μοτοσυκλετών, γεγονός για το οποίο το Γραφείο Εργασίας είναι ενήμερο.
Ξεχωριστή η κάθε περίπτωση
Στις εισηγήσεις και τα συμπεράσματά της, η Επίτροπος Διοικήσεως τόνισε ότι στην υπό εξέταση περίπτωση, ενεργοποιήθηκε το άρθρο 22 του Νόμου με αποτέλεσμα η στήριξη προς την οικογένεια να συνεχιστεί, μετά την κήρυξη του παραπονούμενου ως εκούσια άνεργος, αφού η Υπηρεσία κατέστησε δικαιούχους την σύζυγο και την κόρη του, γεγονός το οποίο χαρακτήρισε θετική εξέλιξη.
Υπέμνησε ταυτόχρονα ότι κατά την εξέταση της συγκεκριμένης υπόθεσης από τις αρμόδιες υπηρεσίες, δεν φαίνεται να συνεκτιμήθηκαν οι λόγοι για τους οποίους ο παραπονούμενος απέρριψε, τόσο την πρώτη όσο και τη δεύτερη θέση εργασίας που του προτάθηκαν.
«Δεν λήφθηκε, δηλαδή, υπόψη ο παράγοντας της απόστασης της κατοικίας του από τον τόπο εργασίας της πρώτης θέση που του προτάθηκε, όπως και το ότι αυτός δεν κατείχε, όπως ανέφερε, τις αναγκαίες γνώσεις ώστε να αποδεχθεί τη δεύτερη θέση», σύμφωνα με την Επίτροπο.
Υπογράμμισε ακόμη, ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία, η κήρυξη ενός ατόμου ως εκούσια ανέργου, στηρίζεται στα αποτελέσματα της «κοινωνικής παρέμβασης», η οποία λαμβάνει χώρα για σκοπούς διαπίστωσης κατά πόσο ένας δικαιούχος ΕΕΕ παύει ή όχι να είναι δικαιούχος.
Για το λόγο αυτό, κάλεσε την υπηρεσία κατά τη διαδικασία κήρυξης ενός δικαιούχου ως εκούσια άνεργο άτομο, να προβαίνει σε ουσιαστική συνεκτίμηση των λόγων που προβάλλονται από τον εκάστοτε ενδιαφερόμενο, ως λόγοι μη αποδοχής θέσεων εργασίας.
«Η απλή επίκληση άρνησης προτεινόμενης θέσης εργασίας χωρίς τη συνεκτίμηση των λόγων που οδήγησαν στην άρνηση της θέσης, μπορεί να οδηγήσει σε άδικες και ανεπιεικείς αποφάσεις, οι οποίες δεν θα αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές επιδιώξεις των ενδιαφερόμενων ατόμων που ενδεχομένως, για βάσιμους λόγους, να μην ήταν σε θέση να αποδεχθούν προτεινόμενη ή προτεινόμενες θέσεις εργασίας», τονίζει.
Επιπρόσθετα, σημειώνει ακόμη, ότι ενδεχόμενη απόφαση για απόρριψη των λόγων μη αποδοχής θέσης εργασίας και η, εν τέλη, κήρυξη ενός δικαιούχου ως εκούσια ανέργου, θα πρέπει να αιτιολογείται επαρκώς, ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση της απόφασης αυτής καθώς και ο έλεγχος της νομιμότητάς της. Σε αντίθετη, δε, περίπτωση, εύλογα δημιουργείται η εντύπωση ότι οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται αυτοματοποιημένα, χωρίς την αναγκαία εξέταση των εξατομικευμένων περιστάσεων κάθε περίπτωσης.