Κεντέρης-Θάνου: Γιατί δεν έτρεξαν, ενώ θα μπορούσαν, το 2004 και γιατί σιωπούν
14:42 - 26 Ιουνίου 2020
Αποκαλύψεις για τον συμβιβασμό ανάμεσα σε IAAF – Κεντέρη/Θάνου. Οσα έγιναν στο CAS και φωνάζουν ότι η IAAF επιχείρησε να «θάψει» τους αθλητές με αστήρικτες κατηγορίες. Στοιχεία που εμφανίζονται για πρώτη φορά. Ιωαννίδης: «Η ΔΟΕ λειτούργησε στην Αθήνα ως ανώτατος μονάρχης, σαν να μην υπήρχε ούτε κυβέρνηση ούτε οργανωτική επιτροπή». Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για την διεθνή και την ελληνική «ομερτά».
Συμπληρώνονται σήμερα 14 χρόνια μετά τον «συμβιβασμό της Λοζάνης», δηλαδή τη γραπτή συμφωνία ανάμεσα στην Παγκόσμια Ομοσπονδία Στίβου (IAAF), τον Κώστα Κεντέρη και την Κατερίνα Θάνου για να κλείσουν την αθλητική υπόθεση του αιώνα, δηλαδή την υπόθεση που στιγμάτισε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 προτού καν αυτοί αρχίσουν.
Δεκατέσσερα χρόνια μετά από την ημέρα του συμβιβασμού και της κατάπαυσης του πυρός, ήρθε η στιγμή να γίνουμε σοφότεροι σχετικά με το περιεχόμενο της συμφωνίας του ιστορικού συμβιβασμού. Διότι το περιεχόμενο της συμφωνίας φανερώνει και αναδεικνύει το τι προηγήθηκε αυτής, δηλαδή το τι συνέβη από τον Αύγουστο του 2004 μέχρι τον Ιούνιο του 2006. Και μέσα από την εξέταση των στοιχείων αυτής της υπόθεσης ο αναγνώστης έχει μια ευκαιρία να ξαναδεί την ιστορία της 12ης Αυγούστου 2004 από μια άλλη οπτική γωνία.
Μέχρι σήμερα, όσοι παρακολουθήσαμε αυτή την υπόθεση που πόνεσε πολύ μια ολόκληρη χώρα, έχουμε καταλήξει σε συμπεράσματα σε σχέση με τους αθλητές και τον προπονητή τους. Εχουμε καταλήξει, σχετικά με τις ευθύνες τους. Δεν περιμέναμε μέχρι την 6η Σεπτεμβρίου του 2011, που το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων έκρινε αθώους τον Κεντέρη και την Θάνου για το τροχαίο ατύχημα. Εχουμε όλοι καταλάβει το τι, κι ας μη μάθαμε ποτέ το πώς. Εχουμε αποφασίσει. Αυτό το κείμενο παραθέτει μια σειρά από στοιχεία - τεκμήρια σχετικά με την ιστορία του συμβιβασμού ανάμεσα στους αθλητές και την παγκόσμια ομοσπονδία στίβου προκειμένου να βοηθήσει τον αναγνώστη να αντιληφθεί ποιοι και πώς έφεραν τον Κεντέρη και την Θάνου στην δύσκολη θέση που βρέθηκαν το βράδυ της 12ης Αυγούστου 2004, όταν αποφάσισαν να ανέβουν στο μηχανάκι του Τζέκου.
Η Συμφωνία υπεγράφη στις 25 Ιουνίου 2006 στο ξενοδοχείο Beau Rivage της Λοζάνης και εγκρίθηκε την επόμενη ημέρα 26 Ιουνίου από το Δικαστήριο μετά από μια σύντομη ακροαματική διαδικασία. Είχαν προηγηθεί μια ακροαματική διαδικασία ενώπιον του ΣΕΓΑΣ (Σύνδεσμος Ελληνικών Γυμναστικών Αθλητικών Σωματείων) στην οποία οι αθλητές είχαν αθωωθεί, δύο ακροαματικές διαδικασίες στην Λοζάνη και 22 μήνες ανταλλαγής υπομνημάτων και αποδεικτικών στοιχείων μεταξύ των πλευρών.
Οι κατηγορίες που αντιμετώπιζαν ο Κεντέρης και η Θάνου ήταν:
Χάσιμο ελέγχου σε Σικάγο, Τελ Αβίβ και Αθήνα.
Αρνηση ελέγχου στην Αθήνα.
Αποφυγή ελέγχου στην Αθήνα.
Στον συμβιβασμό, οι αθλητές αποδέχθηκαν ότι έχασαν τους ελέγχους σε Σικάγο και Τελ Αβίβ. Δεν αποδέχθηκαν ότι ο έλεγχος της Αθήνας, τον οποίο αναγνώρισαν ότι έχασαν, επέφερε άρνηση ή αποφυγή. Οι IAAF και ΔΟΕ δεν μπόρεσαν να αποδείξουν άρνηση και αποφυγή ελέγχου, ενώ η WADA (World Anti-Doping Agency) παρέμεινε ως παρατηρητής. Στον συμβιβασμό, η IAAF αποδέχθηκε ότι στις 12 Αυγούστου 2004 δεν υπήρξε αποφυγή του αντι-ντόπινγκ ελέγχου από τον Κεντέρη και την Θάνου!
Η Συμφωνία δεν επέφερε τιμωρία (η «προσωρινή» διαθεσιμότητα τους κράτησε μακριά από αγώνες σχεδόν για δύο χρόνια). Το δικαστήριο (CAS) διέγραψε την υπόθεση από το αρχείο του, γι’ αυτό και δεν υπάρχει πουθενά καταχωρημένη η απόφαση. Οι αθλητές τυπικά και ουσιαστικά απέφυγαν την τιμωρία, κράτησαν τα βραβεία τους, τα μετάλλια τους, τις θέσεις τους στις ένοπλες δυνάμεις και τις οικονομικές απολαβές τους. Και φυσικά το μεγαλύτερο όφελός τους ήταν ότι απέφυγαν τις ποινικές κυρώσεις που θα τους επιβάλλονταν στην Ελλάδα αν αποδεικνύονταν «ντοπαρισμένοι», αφού το ντόπινγκ είναι ποινικό αδίκημα για την ελληνική δικαιοσύνη. Χάρη στην επίτευξη αυτού του ιστορικού συμβιβασμού ο Κεντέρης και η Θάνου δεν είχαν την τύχη της Μάριον Τζόουνς.
Αυτή η συμφωνία συμβιβασμού, που υπεγράφη στις 26 Ιουνίου 2006 στην Λοζάνη έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας «ομερτά». Προκειμένου να «πάρουν» αυτή τη συμφωνία, ο Κεντέρης και η Θάνου δεσμεύτηκαν στο κείμενο ότι δεν θα κινήσουν ή συνεχίσουν οποιαδήποτε διαδικασία οπουδήποτε κατά της IAAF, της ΔΟΕ ή της WADA σχετικά με θέματα που προέκυπταν από τη διαχείριση του ελέγχου ντόπινγκ πριν από αυτήν τη συμφωνία ή σχετικά με την επιβολή τυχόν κυρώσεων (συμπεριλαμβανομένης της προσωρινής αναστολής). Δεσμεύτηκαν να μην μιλήσουν ποτέ δημοσίως για να αποκαλύψουν το περιεχόμενο της συμφωνίας και το περιεχόμενο της ακροαματικής διαδικασίας κατά την οποία αποκαλύφθηκαν ένα σωρό σοβαρά στοιχεία. Με άλλα λόγια, οι IAAF και ΔΟΕ αγόρασαν την παντοτινή σιωπή των Κεντέρη – Θάνου με αντάλλαγμα την «αθώωσή» τους σχετικά με το ντόπινγκ, δηλαδή για μια κατηγορία που έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν και να τεκμηριώσουν· αν μπορούσαν, θα είχαν καταδικάσει τους δύο αθλητές και δεν θα αναγκάζονταν να συμβιβαστούν. Γι’ αυτό άλλωστε τους είχαν σύρει στο CAS, με την επιδίωξη να τους καταδικάσουν. Και όσα θα διαβάσετε παρακάτω, που αποτελούν στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στην εξέλιξη αυτού του δικαστικού αγώνα, είναι στην πραγματικότητα και οι λόγοι που οδήγησαν την IAAF και την ΔΟΕ στην επιλογή να «αγοράσουν» την σιωπή των Κεντέρη και Θάνου.
Το βράδυ της 12ης Αυγούστου 2004 ο δικηγόρος Γρηγόρης Ιωαννίδης, ο οποίος έχει ήδη γίνει γνωστός ως ειδικός στις υποθέσεις ντόπινγκ χάρη στον χειρισμό της υπόθεσης του Ρίο Φέρντιναντ, δέχεται ένα τηλεφώνημα από τον υφυπουργό Αθλητισμού Γιώργο Ορφανό. Ο Ορφανός ρωτά τον δικηγόρο σχετικά με την υπόθεση, και ακούει από τον Ιωαννίδη ότι οι αθλητές – οι οποίοι δεν είναι πελάτες του μέχρι εκείνο τον καιρό– μπορούν να αγωνιστούν κανονικά στους Ολυμπιακούς Αγώνες διότι δεν έχουν υποπέσει σε παράβαση άρνησης ή αποφυγής ελέγχου αντι-ντόπινγκ. Δηλαδή του εξηγεί ότι η ειδοποίηση, για να είναι έγκυρη, πρέπει να είναι καθαρά προσωπική, πρέπει να κοινοποιηθεί στους ίδιους τους αθλητές και όχι στον αρχηγό της Ελληνικής αποστολής (όπως συνέβη στις 12 Αυγούστου) διαφορετικά είναι άκυρη, σύμφωνα με τα Διεθνή Κριτήρια Ελέγχων. Ο Ιωαννίδης εξήγησε στον Ορφανό ότι τα 60’ λεπτά προθεσμίας για τον έλεγχο είναι επίσης άκυρα, καθώς οι αθλητές δεν βρίσκονται στο Ολυμπιακό Χωριό ούτε έχουν και υποχρέωση να βρίσκονται εκεί (οι ελεγκτές γνωρίζουν ότι δηλωμένη κατοικία των Κεντέρη – Θάνου είναι οι εγκαταστάσεις του Αγίου Κοσμά, επομένως γιατί οι ελεγκτές πηγαίνουν στο Ολυμπιακό Χωριό;). Ο Ορφανός δηλώνει ότι θα προσπαθήσει να μιλήσει με τους αθλητές και αφήνει να εννοηθεί ότι αναμένει εντολή από ψηλότερα προκειμένου να κινηθεί για την διαχείριση της κρίσης προτού ξανατηλεφωνήσει. Δεν ξανατηλεφώνησε, μολονότι είχε δείξει διάθεση να βοηθήσει τους αθλητές. Κι αυτό, λογικά, συνέβη επειδή στις ώρες που ακολουθούν μέχρι την είδηση του τροχαίου ατυχήματος η κυβέρνηση δεν αποφασίζει να αναλάβει αυτή την πρωτοβουλία και να απαιτήσει από τη ΔΟΕ και την IAAF να αφήσουν τους Κεντέρη – Θάνου να αγωνιστούν. Την στιγμή του τροχαίου χάθηκε κάθε άλλη επιλογή για τον χειρισμό της υπόθεσης από την πλευρά της κυβέρνησης.
Οσα ακολούθησαν, από τις 12 Αυγούστου 2004 μέχρι τις 26 Ιουνίου 2006 αποκαλύπτουν σε μεγάλο βαθμό τα όσα είχαν προηγηθεί της παραμονής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.
Πρόεδρος της Πειθαρχικής Επιτροπής της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής ήταν τον καιρό εκείνο ο σημερινός πρόεδρος της ΔΟΕ Τόμας Μπαχ. Στις ημέρες που ακολουθούν, από τις 12 μέχρι τις 18 Αυγούστου 2004 ο Μπαχ απειλεί μέσω τρίτων τους αθλητές ότι αν δεν παραδώσουν τις διαπιστεύσεις τους, θα τους πάρει τα κεφάλια. Τα λόγια του περιέχονται σε καταθέσεις μαρτύρων που χρησιμοποιήθηκαν στην διαδικασία εξέτασης της υπόθεσης από το CAS. Αυτές οι απειλές ήταν ουσιαστικά μια έμμεση παραδοχή από την πλευρά της ΔΟΕ ότι δεν μπορεί να αποκλείσει τους αθλητές από τους αγώνες. Αν εκείνη τη στιγμή οι αθλητές είχαν μεγαλύτερη επίγνωση των δικαιωμάτων τους, η ιστορία θα είχε γραφτεί αλλιώς, διότι θα είχαν πατήσει στις απειλές που δέχθηκαν από έναν επικεφαλής μιας πειθαρχικής επιτροπής της ΔΟΕ (ο οποίος ήταν αντιπρόεδρος της ΔΟΕ) και θα είχαν «αγοράσει» την ελεύθερη συμμετοχή τους στους αγώνες. Αυτή η εκτόξευση απειλής από τον Μπαχ έγινε εκ των υστέρων και ένας από τους κύριους λόγους που οδήγησαν τις ΔΟΕ και IAAF στον ιστορικό συμβιβασμό της Λοζάνης. Η μη παράδοση της ειδοποίησης του ελέγχου στους αθλητές, τα 60’λεπτά μόνο για τον έλεγχο, η αναγνώριση των αθλητών μέσα στο Ολυμπιακό Χωριό και ο μη έλεγχος τους, όλα συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι στήθηκε μια παγίδα. Με την ευθύνη όλων, καθώς αν είχαν επίγνωση των κανόνων και διαδικασιών, θα είχαν σταματήσει κάθε προσπάθεια να παγιδευτούν οι αθλητές.
Στην ακροαματική διαδικασία που στήνει η Πειθαρχική Επιτροπή της ΔΟΕ στις 21/8/2004 οι αθλητές δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την συμμετοχή τους στους αγώνες. Σε όλη αυτή τη διαδικασία όμως καταγράφονται ένα σωρό στοιχεία, τα οποία χρησιμοποίησε εκ των υστέρων ο Γρηγόρης Ιωαννίδης, ο οποίος ανέλαβε την εκπροσώπηση των Κεντέρη – Θάνου στο CAS, για να επιτύχει τον συμβιβασμό. Στοιχεία που βοηθούν για μια σειρά από διαπιστώσεις.
Το έγγραφο του πορίσματος της Πειθαρχικής Επιτροπής της ΔΟΕ ήταν από μόνο του ένα αποδεικτικό στοιχείο μη τήρησης των κανονισμών. Στην πρώτη του παράγραφο ανέφερε ότι οι αθλητές δέχθηκαν ειδοποίηση για να περάσουν από έλεγχο επειδή αυτή η ειδοποίηση είχε παραδοθεί στον αρχηγό της ελληνικής ολυμπιακής ομάδας Γιάννη Παπαδογιαννάκη (ενώ ο κανονισμός αναφέρει ότι έγκυρη ειδοποίηση είναι μόνο αυτή που παραδίδεται αυτοπροσώπως στον αθλητή). Στην ίδια παράγραφο αναφέρεται ότι ζητήθηκε από τους αθλητές να εμφανιστούν στον σταθμό doping control στις 19.15 εκείνης της ημέρας. Ειδοποίηση που δεν παραδόθηκε ποτέ αυτοπροσώπως στους αθλητές, οι οποίοι για αυτό τον λόγο βάσει κανονισμών δεν είχαν υποχρέωση να δώσουν το παρών.
Στην 6η και την 8η παράγραφο του πορίσματος αναφέρεται καθαρά ότι όλες οι επικοινωνίες μεταξύ της ΔΟΕ και της ελληνικής πλευράς σταματούν σε τρίτα πρόσωπα και δεν φτάνουν ποτέ απευθείας στους αθλητές. Ο πλησιέστερος στους αθλητές που ενημερώνεται, σύμφωνα με τις μαρτυρίες που αναγράφονται στο πόρισμα, είναι ο προπονητής τους Χρήστος Τζέκος. Όμως ούτε αυτό το στοιχείο είναι αρκετό για να στοιχειοθετήσει κατηγορία μη εμφάνισης σε έλεγχο ντόπινγκ διότι βάσει κανονισμού μια ειδοποίηση που δεν έχει παραδοθεί στα χέρια του αθλητή δεν είναι μια έγκυρη ειδοποίηση. Στο πόρισμα, οι συντάκτες καταγράφουν μια σειρά από εικασίες και σενάρια σχετικά με τη δράση του Τζέκου, δηλαδή αναρωτιούνται αν ο προπονητής ενημέρωσε ή όχι τους αθλητές.
Η κατάληξη του πορίσματος κρύβει όλο το νόημα αυτού που συνέβη στις 12 Αυγούστου: τα τρία μέλη της Πειθαρχικής Επιτροπής, δηλαδή ο πρόεδρος Τόμας Μπαχ (σημερινός πρόεδρος της ΔΟΕ), ο Ντένις Οσβαλντ και ο Σερκέι Μπούμκα καταγράφουν ότι οι αθλητές και ο Τζέκος παρέδωσαν τις διαπιστεύσεις τους οικειοθελώς και αποσύρθηκαν από τους αγώνες και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όλα τα σενάρια που έχουν καταγράψει σχετικά με το πώς μπορεί να λειτούργησε ο Τζέκος όταν ειδοποιήθηκε δεν είναι της φύσης που να μπορούν να οδηγήσουν στην επιβολή επιπλέον κυρώσεων από την πλευρά της ΔΟΕ προς τους αθλητές. Φαίνεται καθαρά ότι όλο το όραμα μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν να μην συμμετέχουν οι Κεντέρης – Θάνου στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Κι επειδή δεν μπορούσε να τους τις πάρει, δηλαδή δεν είχε «πάτημα» για να τους επιβάλλει ποινή, η ΔΟΕ δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο από το να ζητήσει από τους αθλητές να παραδώσουν οικειοθελώς τις διαπιστεύσεις τους, όπως συνέβη.
Στις 18 Αυγούστου 2004, κατά τη συνέντευξη Τύπου της ΔΟΕ σχετικά με την κατάληξη του θέματος, όταν οι Κεντέρης, Θάνου, Τζέκος έχουν παραδώσει τις διαπιστεύσεις τους, ο νομικός σύμβουλος της πειθαρχικής επιτροπής της ΔΟΕ Φρανσουά Καράρ είναι αφοπλιστικός: «Ηταν εξαιρετικά σημαντικό να μην συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες και δεν συμμετέχουν», δηλώνει. Μάλιστα στην εξέλιξη αυτής της επικοινωνίας του με τους δημοσιογράφους, όταν ερωτάται σχετικά με το τι θα έκανε η ΔΟΕ αν δεν αποχωρούσαν οικειοθελώς οι αθλητές, ο Φρανσουά Καράρ είναι διαφωτιστικός, μολονότι διευκρινίζει ότι η απάντηση είναι μια δική του υπόθεση και όχι θέση της ΔΟΕ: «H δική μου η αίσθηση είναι πως στην περίπτωση που δεν έκαναν αυτή την ενέργεια, η ΔΟΕ θα τους απέκλειε από τους Αγώνες, με βάση τα στοιχεία που έχω. Επιμένω, όμως, ότι όλα αυτά είναι υποθέσεις». Ο Καράρ έκανε μια υπόθεση. Ωρα να κάνω κι εγώ μία: ακόμη και αν η ΔΟΕ αφαιρούσε τις διαπιστεύσεις τους, οι αθλητές θα είχαν το δικαίωμα να προσφύγουν στο CAS, το οποίο θα συνεδρίαζε και θα έπαιρνε απόφαση σε διάστημα μερικών ωρών. Κατά συνέπεια, αν δεν παρέδιδαν οικειοθελώς τις διαπιστεύσεις τους, ο Κεντέρης και η Θάνου θα είχαν πιθανότητες να καταφέρουν να αγωνιστούν ακόμη και αν τους τιμωρούσε, σε πρώτο βαθμό, η πειθαρχική επιτροπή της ΔΟΕ.
Η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή ήταν η πρώτη που πήρε την απόφαση να αφήσει εκτός ολυμπιακής αποστολής τον Κεντέρη και την Θάνου, το Σάββατο 14 Αυγούστου, «μέχρι να συνεδριάσει η πειθαρχική επιτροπή της ΔΟΕ», όπως αναφερόταν στην απόφασή της μετά από συνεδρίαση 4,5 ωρών. Η σχετική απόφαση ελήφθη με πέντε ψήφους υπέρ και μια κατά, αυτή του Λάμπη Νικολάου, προέδρου της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, ο οποίος υποστήριξε ότι θα έπρεπε οι αθλητές να αποπεμφθούν άμεσα και οριστικά.
Μετά το τέλος της συνεδρίασης, ο δικηγόρος Μιχάλης Δημητρακόπουλος, ο οποίος εκπροσωπούσε τον Κεντέρη και την Θάνου, έκανε τις παρακάτω δηλώσεις: «Αυτήν τη στιγμή η φωνή μου είναι η φωνή τους. Αισθάνομαι θλίψη και στενοχώρια που πρόεδρος της ΕΟΕ είναι ο Λάμπης Νικολάου. Δεν ζητήσαμε ευνοϊκή μεταχείριση. Ζητήσαμε δικαιοσύνη, όπως συμπεριφέρονται σε όλους του αθλητές του πλανήτη. Ομως, λάβαμε άδικη συμπεριφορά. Δεν έχουν καν παρουσιαστεί στην Πειθαρχική Επιτροπή. Δεν είναι ντοπαρισμένοι. Κανείς δεν τους έχει ζητήσει να περάσουν από έλεγχο. Κανένα έγγραφο δεν έχει την υπογραφή τους. Ούτε Ελληνας ούτε αλλοδαπός ζήτησε να περάσουν από έλεγχο και αρνήθηκαν. Για όλους, αν δεν υπάρχει άρνηση ή νόμιμη κοινοποίηση, δεν υπάρχει παράπτωμα».
Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης του τροχαίου, τον Ιανουάριο του 2011, σε ερώτηση του Μιχάλη Δημητρακόπουλου ο Βασίλης Σεβαστής απαντά: «Εγώ μετέφερα στα παιδιά το μήνυμα του κ. Νικολάου, που μου ζήτησε να μεσολαβήσω προκειμένου οι αθλητές να παραδώσουν τις κάρτες τους, «για το καλό όλων», όπως μου είπε. Μου είπε: «Πείστε πάση θυσία τους αθλητές να παραιτηθούν για το καλό όλων»».
Στην κατάθεσή του ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου σχετικά με την υπόθεση του τροχαίου, ο δημοσιογράφος Φίλιππος Συρίγος είπε ότι «η ΔΟΕ πιεζόταν από τις μεγάλες δυνάμεις του στίβου για διενέργεια ελέγχου στους δύο αθλητές, και ο πρόεδρος της ΔΟΕ Ζακ Ρογκ τηλεφώνησε στο μέλος της ΔΟΕ Λάμπη Νικολάου για να του ζητήσει να εμφανιστούν οι αθλητές στο Ολυμπιακό Χωριό και να υποβληθούν σε έλεγχο επειδή οι μεγάλες δυνάμεις του στίβου απειλούσαν ότι αν δεν ελεγχθούν θα τίναζαν τους Αγώνες στον αέρα». Ο Λάμπης Νικολάου, όπως και ο υπαρχηγός της ελληνικής αποστολής Μανόλης Κολυμπάδης, όπως και οι Ζακ Ρογκ, Τόμας Μπαχ δεν βρήκαν νόημα να ταξιδέψουν στην Λοζάνη για να καταθέσουν στο CAS.
Από τις 12 το μεσημέρι της 12ης Αυγούστου ο Νικολάου είχε δεχθεί επιστολές από τον υπεύθυνο της υγειονομικής επιτροπής της ΔΟΕ Πατρίκ Σαμάζ, στις οποίες ανέφερε ότι η ΔΟΕ αναζητούσε τους Κεντέρη – Θάνου για να τους περάσει από έλεγχο. Ο Νικολάου ανέλαβε τον χειρισμό της υπόθεσης στην επικοινωνία του με τον Ζακ Ρογκ, παρουσία των Σεβαστή, Παπατώλη, στο ξενοδοχείο Caravel. O Νικολάου ήταν αυτός που ενημέρωσε εγγράφως τον Πατρίκ Σαμάζ στις 15.45 της 12ης Αυγούστου ότι ο Κεντέρης και η Θάνου βρίσκονταν εκείνη την στιγμή στο Ολυμπιακό Χωριό.
Οσο κι αν ψάξει κανείς, μέχρι σήμερα δεν θα βρει καμία δημόσια τοποθέτηση του Λάμπη Νικολάου σχετικά με το θέμα, με εξαίρεση μια σύντομη περιγραφική της διαδικασίας δήλωσή του αμέσως μετά τη συνεδρίαση της ΕΟΕ στις 14 Αυγούστου 2004. Οσο κι αν ψάξει κανείς, δεν θα βρει καμία δημόσια δήλωση ή σχόλιο της Γιάννας Αγγελοπούλου επί του θέματος που συγκλόνισε την Ελλάδα και έκανε τον γύρο του κόσμου την παραμονή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Για ένα τόσο σοβαρό θέμα όσο αυτό, ο πρόεδρος της ΕΟΕ, που ήταν μέλος της ΔΟΕ, και η πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής των Αγώνων της Αθήνας δεν μίλησαν ποτέ. Ποτέ.
Την ίδια ακριβώς στάση με την Αγγελοπούλου τήρησε τότε, το 2004 και τηρεί μέχρι σήμερα ο Κώστας Καραμανλής. Ούτε – τότε – ως Πρωθυπουργός, ούτε εκ των υστέρων βρήκε νόημα να τοποθετηθεί για μια υπόθεση που είχε πληγώσει τόσο την εικόνα της Ελλάδας και στην οποία, ως κυβερνήτης της χώρας, είχε λόγο.
Η ελληνική «ανεπάρκεια»
Οι αθλητές την πάτησαν και το πλήρωσαν ακριβά, επειδή δεν είχαν τις γνώσεις για να διαχειριστούν αυτήν την κρίση. Εκείνη την ημέρα, την παραμονή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, όπως και όλες τις προηγούμενες, οι αθλητές και – κυρίως αυτός – ο προπονητής τους λειτουργούσαν με την συνείδηση ότι όλα θα κυλήσουν ομαλά διότι αυτό τους υπόσχονταν οι «υπεύθυνοι». Αυτόν τον αέρα ο Χρήστος Τζέκος τον είχε αποκτήσει πολλά χρόνια νωρίτερα, και ειδικά μετά από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σύδνεϋ το 2000, δηλαδή από τον καιρό που άρχισε να φέρνει βαριά μετάλλια στην Ελλάδα. Σε μια ιστορία που θυμίζει το περιεχόμενο του Icarus, του ντοκιμαντέρ που αποκάλυψε το ρώσικο σχέδιο για την παραγωγή ολυμπιακών μεταλλίων, οι κυβερνήσεις έκαναν τον Τζέκο να νιώθει ότι μπορεί να ξεπερνά κάθε εμπόδιο, κι ας μην ενέκριναν, τουλάχιστον επίσημα, το σχέδιο «Κόροιβος» που στόχευε στον πολλαπλασιασμό των ελληνικών ολυμπιακών μεταλλίων στους αγώνες της Αθήνας.
Στην συμπεριφορά του επικεφαλής της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής Γιάννη Παπαδογιαννάκη και του εκ των επικεφαλής της ελληνικής ομάδας στίβου Γιάννη Σταματόπουλου φαίνεται καθαρά πόσο απροετοίμαστοι ήταν ο ΣΕΓΑΣ και η ολυμπιακή ομάδα για την πιθανότητα να αντιμετωπίσουν μια τέτοια κατάσταση. Ενας επικεφαλής υπέγραψε μια ειδοποίηση για έλεγχο ντόπινγκ που είναι βάσει κανονισμού καθαρά προσωπική. Δεν ήξερε, και έκανε τέτοιο σφάλμα, ένας επικεφαλής ολυμπιακής αποστολής; Πως κατείχε αυτήν την θέση ενώ δεν γνώριζε βασικούς κανόνες; Στους χειρισμούς εκείνων των κρίσιμων ωρών, όταν κανείς κοιτάζει τη συμπεριφορά των ελληνικών αθλητικών υπευθύνων, δηλαδή της ολυμπιακής ομάδας και του ΣΕΓΑΣ, διακρίνει στην πρώτη ανάγνωση αμάθεια και πανικό. Με τη συμπεριφορά τους οι ελληνικές αρχές βοήθησαν την ΔΟΕ να επιτύχει το όραμά της, που ήταν η αφαίρεση των διαπιστεύσεων των αθλητών προκειμένου να χάσουν τους αγώνες. Αν αυτή τη στάση την είχαν επειδή εκτελούσαν εντολές ή όχι, αυτό είναι κάτι που δεν έχουμε μάθει τεκμηριωμένα μέχρι σήμερα. Διότι τα στόματα παραμένουν ακόμη και σήμερα κλειστά. Σφραγισμένα.
Κατά την διαδικασία εξέτασης της υπόθεσης από το CAS στη Λοζάνη αποδείχθηκε ότι ο Δημήτριος Βαλασιάδης, ένας εκ των υπευθύνων για τις δειγματοληψίες στο Ολυμπιακό Χωριό το 2004, ο οποίος είχε δηλώσει τόσο προς την ΔΟΕ και τον ΣΕΓΑΣ όσο και δημόσια ότι είχε αναζητήσει τους αθλητές, προκειμένου να τους ελέγξει, στο Ολυμπιακό Χωριό και δεν τους βρήκε, είχε όντως δει τους Κεντέρη – Θάνου στο Ολυμπιακό Χωριό και προτίμησε να μην τους ελέγξει. Στην κατάθεσή του στο CAS ο Βαλασιάδης έπεσε σε πολλές αντιφάσεις (υπάρχει μια αναφορά του που δόθηκε στην ΔΟΕ που λέει ότι τους είδε σε απόσταση 50-100μ, αλλά στην ερώτηση αφού τους είδε γιατί δεν τους σταμάτησε δεν απάντησε), με συνέπεια το πάνελ των δικαστών του CAS να κρίνει ότι η κατάθεσή του δεν ήταν αξιόπιστη. Ποιου; Αυτού που έφερε την ευθύνη για τον έλεγχο ντόπινγκ σε αθλητές ολυμπιακών αγώνων. Αυτού πάνω στον οποίο έχτισε η ΔΟΕ όλη την επικοινωνία της στις κρίσιμες ημέρες του Αυγούστου 2004, όταν έχτιζε την φήμη ότι αναζητούσε επί τρεις μήνες τους Κεντέρη – Θάνου και δεν μπορούσε να τους βρει για να τους ελέγξει.
Στην ίδια ακροαματική διαδικασία στο CAS ο Πατρίκ Σαμάζ, Διευθυντής της υγειονομικής επιτροπής της ΔΟΕ, δεν μπορούσε να πιστοποιήσει ότι οι διαδικασίες ακολουθήθηκαν σωστά. Στην αντεξέτασή του, η οποία διήρκεσε 2,5 ώρες, ο δικηγόρος των Κεντέρη – Θάνου Γρηγόρης Ιωαννίδης τον πίεσε να αποδεχτεί ότι όλος ο έλεγχος ήταν μια παγίδα κατά των αθλητών και ότι η ΔΟΕ ποτέ δεν είχε πρόθεση να περάσει τους αθλητές από έλεγχο. Του ζήτησε να πει στο δικαστήριο γιατί η ΔΟΕ απέκρυψε τα πρακτικά της διαδικασίας ελέγχου και γιατί ο Βαλασιάδης δεν ειδοποίησε τους αθλητές όταν τους είδε σε απόσταση 50 μέτρων. Απέφυγε την ερώτηση, αισθάνθηκε άσχημα και ζήτησε να σταματήσει για λίγο η διαδικασία για να συντονιστεί, δηλώνοντας ότι δεν μπορεί να συνεχίσει. Στην δεύτερη ακροαματική διαδικασία αρνήθηκε να εμφανιστεί στο δικαστήριο δηλώνοντας ότι έχει προγραμματίσει εγχείρηση και δεν μπορεί να παρουσιαστεί. Δεν προσκόμισε ποτέ στοιχεία αυτής της εγχείρησης στο CAS.
Αστήρικτες κατηγορίες
Η IAAF προσπάθησε με την συνδρομή του FBI να αναμείξει τους αθλητές με την Balco, την αμερικανική εταιρεία παραγωγής αναβολικών στεροειδών του Βίκτορ Κόντε, ο οποίος συνδέθηκε με αθλητές που βρέθηκαν ντοπαρισμένοι, όπως η Μάριον Τζόουνς. Γινόταν πλέον φανερό ότι η πιο σοβαρή κατηγορία, της αποφυγής του ελέγχου δεν μπορούσε να τεκμηριωθεί. Ο δικηγόρος των Κεντέρη – Θάνου κατά τη διάρκεια της εξέλιξης της διαδικασίας στο CAS πήρε στοιχεία από το FBI που αποδείκνυαν το περιεχόμενο τηλεφωνικών συνομιλιών και emails των εμπλεκομένων, σύμφωνα με τα οποία οι Κεντέρης - Θάνου δεν είχαν ανάμειξη με την Balco.
Η ΔΟΕ και η IAAF προσπάθησαν επίσης με την βοήθεια ειδικού μάρτυρα, της Κριστίν Εγιότ, να αποδείξουν στο CAS ότι το προφίλ των αθλητών με ανεβασμένα ερυθρά αιμοσφαίρια ήταν το προφίλ αθλητών που ντοπάρονται. Η πλευρά των αθλητών παρουσίασε ως ειδικό μάρτυρα τον καθηγητή Δημήτριου Κουρέτα και κατάφερε να αντικρούσει τα επιχειρήματα με συνέπεια το δικαστήριο να αρνηθεί να εξετάσει τέτοια στοιχεία. Ο Κουρέτας ενημέρωσε τους δικαστές, μέσω επιστολής που έστειλε προς το CAS ο Γρηγόρης Ιωαννίδης, ότι προτού ταξιδέψει στη Λοζάνη για να εξεταστεί δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από άγνωστο ο οποίος του είπε «αν ταξιδέψεις στην Λοζάνη θα υποφέρεις όπως ο Φίλιππος Συρίγος». Ο Φίλιππος Συρίγος είχε δεχθεί δολοφονική επίθεση με μαχαίρι τον Οκτώβριο του 2004 στην Καλλιθέα.
Τον Νοέμβριο του 2005 ένας Σουηδός ερευνητής, ο Σβεν Βέτερ που ενεργούσε για λογαριασμό της IAAF πλησίασε τον Φίλιππο Συρίγο, όπως ο ίδιος έγραψε εκ των υστέρων στην «Ελευθεροτυπία» (13/2/2011), και του ζήτησε πληροφορίες που θα ενοχοποιούσαν τους Κεντέρη – Θάνου. Του ζήτησε επίσης να καταθέσει στο CAS σε βάρος των δύο Ελλήνων αθλητών. Ο Συρίγος αρνήθηκε. Και εκ των υστέρων ενημερώθηκε από τον Γρηγόρη Ιωαννίδη ότι ο Σουηδός ερευνητής κατέθεσε εγγράφως προς το CAS ότι ο Συρίγος του δήλωσε ότι οι Κεντέρης – Θάνου βρίσκονταν πίσω από την δολοφονική επίθεση που δέχθηκε! Ο Συρίγος κατέθεσε εγγράφως σε ένορκη κατάθεση προς το CAS την μαρτυρία ότι ουδέποτε δήλωσε ότι θεωρεί τον Κεντέρη και την Θάνου ως εντολείς της επίθεσης που δέχθηκε. Ποιος παρουσίασε τον ψευδομάρτυρα Σβεν Βέτερ; Η Παγκόσμια Ομοσπονδία Στίβου.
Στην διαδικασία του CAS, όπως και στην πειθαρχική διαδικασία του ΣΕΓΑΣ, ο Ιωαννίδης κατάφερε να αποδείξει όχι μόνο ότι ο έλεγχος της Αθήνας έγινε παράτυπα, αλλά και ότι η ΔΟΕ απέφευγε τους αθλητές, σαν να μην είχε πρόθεση να τους ελέγξει. Ο Ιωαννίδης απέδειξε ότι δεν μπορείς να χάσεις τον ίδιο έλεγχο και να τον αποφύγεις, καθώς η αποφυγή συνιστά και πρόθεση, δηλαδή γνωρίζεις ότι γίνεται έλεγχος. Οι ΙAAF και ΔΟΕ δεν κατάφεραν να αποδείξουν γνώση/πρόθεση των αθλητών, και κατά συνέπεια ουσιαστικά σύρθηκαν στον συμβιβασμό.
Δημιουργώντας την ατζέντα των γεγονότων της 12ης Αυγούστου, και εξετάζοντας τα στοιχεία των γεγονότων που προηγούνται της επιλογής των Κεντέρη – Θάνου να ανεβούν στην μηχανή του Τζέκου, ο παρατηρητής γίνεται σοφότερος.
Το πρωί της 12ης Αυγούστου, στις 10 π.μ. συνεργείο της WADA εμφανίζεται στο Ρέθυμνο, όπου προετοιμάζεται η αμερικανική ολυμπιακή ομάδα, και πραγματοποιεί αιφνιδιαστικό έλεγχο σε 6 αμερικανούς αθλητές. Στην ακροαματική διαδικασία του CAS η πλευρά των Κεντέρη – Θάνου εμφανίζει μαρτυρία ενός Κρητικού δημοσιογράφου ο οποίος καταθέτει με τεκμηρίωση ότι τη στιγμή που οι ελεγκτές εμφανίστηκαν στην βάση της αμερικανικής ομάδας οι επικεφαλής ειδοποίησαν την αστυνομία ότι δέχονται τρομοκρατική επίθεση, με συνέπεια να εισέλθουν στον χώρο των αθλητών οι ελεγκτές της WADA με πολύ μεγάλη καθυστέρηση – δηλαδή να κερδίσουν οι Αμερικανοί χρόνο που ήταν αρκετός για να αφαιρέσουν από τον χώρο όποιον αθλητή ήθελαν, όπως τον Μόρις Γκριν, ο οποίος λίγες ώρες αργότερα δήλωσε ότι βρίσκεται στην Αθήνα. Μάλιστα για το θέμα αυτό ρωτήθηκε στις 18/8 ο νομικός σύμβουλος της πειθαρχικής επιτροπής της ΔΟΕ Φρανσουά Καράρ, κατά τη συνέντευξη Τύπου για την ανακοίνωση της αποχώρησης των Κεντέρη – Θάνου. Ξένοι δημοσιογράφοι τον ρώτησαν σχετικά με το τι συμβαίνει με τον Μόρις Γκριν και άλλους Αμερικανούς αθλητές που αναζητούνται και δεν εντοπίζονται. «Η ΔΟΕ δεν έχει καμία φερόμενη σαν παραβίαση των κανόνων ελέγχου ντόπινγκ, επόμενη ερώτηση», ήταν η απάντησή του.
Στις 14.30 της 12ης Αυγούστου ο διευθύνων σύμβουλος της Ολυμπιακής Επιτροπής των ΗΠΑ Τζιμ Σερ συναντάται με στελέχη της ΔΟΕ, τους εκδηλώνει την δυσαρέσκεια των Αμερικανών που παρουσιάζονται ως ύποπτοι για ντόπινγκ και απαιτεί να γίνει ο αντίστοιχος έλεγχος σε Κεντέρη και Θάνου προειδοποιώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση η Ολυμπιακή Επιτροπή των ΗΠΑ θα εξετάσει το ενδεχόμενο να αποσύρει την αθλητική αποστολή από τους αγώνες. Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης για το τροχαίο, τον Ιανουάριο του 2011, σε ερώτηση του συνηγόρου υπεράσπισης Μιχάλη Δημητρακόπουλου ο- πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ το 2004- Βασίλης Σεβαστής επιβεβαίωσε ότι είχε ακούσει ότι ομάδες όπως των ΗΠΑ, της Σουηδίας και της Αυστραλίας είχαν απειλήσει να αποσυρθούν από τους αγώνες σε περίπτωση που συμμετείχε ο Κεντέρης.
Στις 15.30 η υγειονομική επιτροπή των αγώνων της Αθήνας λαμβάνει εντολή από την WADA και την ΔΟΕ για να υποβάλει σε έλεγχο τον Κεντέρη και την Θάνου (ο Βαλασιάδης ομολογεί στην κατάθεση του στο CAS ότι αυτή ήταν η εντολή του, δηλαδή για προθεσμία 60’ λεπτών. Ο κανόνας όμως τότε έλεγε ότι τα 60’ λεπτά δίνονται μόνο όταν ειδοποιηθεί ο ίδιος ο αθλητής, αυτοπροσώπως). Περίπου την ίδια ώρα ο πρόεδρος της ΔΟΕ Ζακ Ρογκ καλεί επειγόντως στο ξενοδοχείο Caravel τον πρόεδρο του ΣΕΓΑΣ Βασίλη Σεβαστή και του ζητεί να τον ενημερώσει πού ακριβώς βρίσκονταν οι Κεντέρης – Θάνου πριν από την επίσκεψή τους στο Ολυμπιακό Χωριό. Στις 17.15 το συνεργείο της υγειονομικής επιτροπής βρίσκει στο Χωριό τον αρχηγό της ελληνικής ολυμπιακής ομάδας Γιάννη Παπαδογιαννάκη και τον ενημερώνει ότι αναζητεί τους δύο αθλητές. Του παραδίδει τις ειδοποιήσεις και αυτός υπογράφει ότι τις παραλαμβάνει στις 18.15. Αυτή η υπογραφή ήταν η αρχή του τέλους της συμμετοχής των δύο αθλητών στους αγώνες. Του ανακοινώνεται ότι οι αθλητές έχουν προθεσμία μιας ώρας για να εμφανιστούν. Στις 22.00 η ελληνική αποστολή ζητεί από την ΔΟΕ παράταση χρόνου προκειμένου να εντοπίσει τους αθλητές. Στις 22.15 γίνεται γνωστό ότι συνεδριάζει η εκτελεστική επιτροπή της ΔΟΕ για να αποφασίσει τι θα πράξει. Στις 00.20 της Παρασκευής κυκλοφορεί ανακοίνωση της ΔΟΕ για έκτακτη συνεδρίαση της πειθαρχικής επιτροπής της ΔΟΕ, στην οποία καλούνται οι Κεντέρης – Θάνου. Στις 01.10 π.μ. ενημερώνεται η τροχαία ότι στο νοσοκομείο ΚΑΤ νοσηλεύονται από περίπου τις 00.15 π.μ. οι δύο αθλητές μετά από τροχαίο ατύχημα στην περιοχή της Γλυφάδας.
Μέχρι σήμερα, με εξαίρεση την αποκάλυψη του τηλεφωνήματος του υφυπουργού Αθλητισμού Ορφανού προς τον δικηγόρο Ιωαννίδη το βράδυ της 12ης Αυγούστου, δεν έχει καταγραφεί οποιαδήποτε κίνηση ή απόπειρα κίνησης κάποιου που λειτουργούσε για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης ή της οργανωτικής επιτροπής των αγώνων προς υπεράσπιση των αθλητών. Δεν έχει καταγραφεί οποιαδήποτε προσπάθεια αποτροπής του σχεδίου της ΔΟΕ για την εκδίωξη των δύο αθλητών από τους αγώνες της Αθήνας. Μοιάζει σαν να μην υπήρξε αντίσταση.
Για τον Γρηγόρη Ιωαννίδη αυτή ήταν μια υπόθεση καριέρας. Χάρη στον τρόπο που την χειρίστηκε, το 2009 βραβεύτηκε ως ένας εκ των 20 κορυφαίων δικηγόρων στον κόσμο στο Αθλητικό Δίκαιο, διότι αυτή ήταν μια υπόθεση παγκόσμιας απήχησης – οι New York Times την είχαν χαρακτηρίσει ως «αθλητική υπόθεση του αιώνα». Ζήτησα από τον δικηγόρο με εξειδίκευση στο αθλητικό δίκαιο, ο οποίος είναι διευθυντής μεταπτυχιακού προγράμματος International Sports Law in Practice στο Sheffield Hallam University της Αγγλίας να μου απαντήσει σε δύο βασικά ερωτήματα. Ισως στην πρώτη δημόσια τοποθέτησή του, 14 χρόνια μετά την συμφωνία του συμβιβασμού με τις IAAF και ΔΟΕ, ο Γρηγόρης Ιωαννίδης είναι από κατατοπιστικός έως και διαφωτιστικός, για κάποιον που δεσμεύεται από την εμπιστευτικότητα της συμφωνίας.
Θα ήθελα μια σύνοψη των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε ο δικηγόρος που χειρίστηκε αυτή την υπόθεση στο CAS και έφτασε στην συμφωνία του συμβιβασμού με την IAAF. Τα συμπεράσματα σχετικά με το τι συνέβη στις 12 Αυγούστου 2004. Δεν αναφέρομαι στο “τροχαίο”, αλλά στα όσα έχουν προηγηθεί και κυρίως στην στάση των ΔΟΕ, IAAF, ΣΕΓΑΣ, Κυβέρνησης απέναντι στον Κεντέρη και την Θάνου.
«Το κυρίως συμπέρασμα, το οποίο βασίζεται τόσο στην νομική ανάλυση των τότε εφαρμοσθέντων κανόνων, αλλά και των αποδεικτικών στοιχείων και καταθέσεων, τονίζει ξεκάθαρα ότι οι αθλητές μπορούσαν και έπρεπε να αγωνιστούν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Οι διαπιστεύσεις δεν έπρεπε να παραδοθούν και φυσικά η ίδια η ΔΟΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούν να στοιχειοθετηθούν κατηγορίες κατά των αθλητών, όπως αποδεικνύεται και από την Απόφαση της Πειθαρχικής της Επιτροπής στις 21 Αυγούστου 2004. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο ήταν σημαντικό για την ΔΟΕ οι αθλητές να παραδώσουν τις διαπιστεύσεις τους και να αποσυρθούν από τους αγώνες.
Σε καμία περίπτωση δεν στοιχειοθετείται χαμένος έλεγχος στις 12 Αυγούστου 2004, καθώς ουδέποτε οι αθλητές έλαβαν ειδοποίηση για έλεγχο. Η ειδοποίηση παραδόθηκε παράτυπα στον αρχηγό της Ελληνικής Ολυμπιακής Ομάδας. Ο κανόνας ξεκάθαρα τόνιζε ότι η ειδοποίηση είναι καθαρά προσωπική, δηλαδή πρέπει να την παραλάβει ο ίδιος ο αθλητής, καθώς το σκεπτικό του νομοθέτη δίνει βάση στην γνώση του ελέγχου από τον αθλητή.
Σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων και τις καταθέσεις των μαρτύρων στις διαδικασίες που ακολούθησαν μετέπειτα στην Λοζάνη, οι ελεγκτικές αρχές είχαν εντοπίσει τους αθλητές στο Ολυμπιακό Χωριό, επομένως είχαν την δυνατότητα να τους ελέγξουν, σε αντίθεση με αυτά που διακήρυτταν, ότι δηλαδή δεν μπορούσαν να τους βρουν επί τρεις μήνες. Οι αθλητές είχαν επισκεφτεί το Αρχηγείο της ελληνικής αποστολής στο Ολυμπιακό Χωριό όπου τους δόθηκαν τα κλειδιά για τα δωμάτια τους, είχαν επισκεφτεί τα δωμάτια τους, είχαν μιλήσει με κόσμο και μάλιστα σύμφωνα με τις μαρτυρίες οι ελεγκτές γνώριζαν ότι οι αθλητές ήταν μέσα στο Χωριό και μάλιστα τους είχαν εντοπίσει από κοντινή απόσταση. Επιπροσθέτως, οι πάντες γνώριζαν ότι οι αθλητές είχαν ως μόνιμο προπονητικό κέντρο, το κέντρο του Αγίου Κοσμά και οι αρχές μπορούσαν επίσης να τους εντοπίσουν και εκεί. Μάλιστα με χρονολογική ανάλυση η οποία στοιχειοθετήθηκε με καταθέσεις μαρτύρων, αποδείχτηκαν τα ακριβή μέρη στα οποία βρισκόντουσαν οι αθλητές και πάντα σύμφωνα με αυτά που είχαν δηλώσει στις ατομικές τους πληροφορίες. Ήταν και αναγνωρίσιμοι και εύκαιροι για έλεγχο. Επομένως το λογικό ερώτημα είναι ποιος απέφευγε ποιον; Οι ελεγκτικές αρχές δεν είναι υποχρεωμένες να καταδιώκουν έναν συγκεκριμένο αθλητή συνέχεια, αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση που δηλώνουν ότι δεν μπορούσαν να βρουν τους αθλητές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, είχαν την ευκαιρία να τους υποβάλουν σε έλεγχο και δεν το έκαναν.
Αυτό που προκαλεί λύπη είναι ότι οι αθλητές έμειναν μόνοι τους στην πιο δύσκολη στιγμή τους, χωρίς σωστή καθοδήγηση και συμβουλή. Άλλωστε αυτό το έχουν δηλώσει δημόσια και οι δυο τους. Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΕΓΑΣ προσπάθησε μετέπειτα να στηρίξει τους αθλητές όσο περισσότερο μπορούσε, δημιουργώντας μια δίκαιη ακροαματική διαδικασία, για να μπορέσουν οι αθλητές να παρουσιάσουν τις θέσεις τους, όπως και έγινε. Η ζημιά όμως είχε γίνει καθώς για 22 συνεχόμενους μήνες το τεκμήριο της αθωότητας είχε καταπατηθεί κυρίως από τις κατηγορούσες αρχές και δύο άνθρωποι που είχαν τιμήσει την χώρα τους σε όλη την υφήλιο, βρέθηκαν κατηγορούμενοι για ένα έγκλημα που δεν είχαν διαπράξει. Εντύπωση επίσης προκαλεί και το γεγονός ότι η ΔΟΕ ενήργησε ως ανώτατος μονάρχης, ειδικά μέσα σε μια χώρα η οποία όχι μόνο δημιούργησε τον θεσμό της δημοκρατίας, αλλά έδωσε και στον πλανήτη τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μετά από πολύχρονες αναλύσεις, κάποιος μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ΔΟΕ ενήργησε λες και δεν υπήρχε ούτε κυβέρνηση, αλλά ούτε και οργανωτική επιτροπή. Οπως αποδείχτηκε αργότερα, η ΔΟΕ δεν μπορούσε να στοιχειοθετήσει κατηγορίες κατά των αθλητών και παρέπεμψε το θέμα στην IAAF (βλέπε απόφαση της Πειθαρχικής Επιτροπής). Εξακολουθεί έως και σήμερα όμως να τηρεί μια εκδικητική στάση, καθώς αρνείται παράλογα και χωρίς ηθική και νομική βάση, να δώσει το χρυσό μετάλλιο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σύδνεϋ, στην νόμιμη κάτοχο του, που δεν είναι άλλη από την Κατερίνα Θάνου (να υπενθυμίσω ότι η IAAF έχει ήδη αναβαθμίσει την Κατερίνα Θάνου στην 1η θέση του συγκεκριμένου αγωνίσματος)».
Στην κατάθεση του στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο σχετικά με την υπόθεση του “τροχαίου”, ο δημοσιογράφος Φίλιππος Συρίγος είχε μιλήσει για τις πιέσεις του τότε προέδρου της ΔΟΕ Ζακ Ρογκ προς το μέλος της ΔΟΕ Νικολάου προκειμένου να εμφανιστούν οι Κεντέρης - Θάνου στο Ολυμπιακό Χωριό και να υποβληθούν σε έλεγχο επειδή οι μεγάλες δυνάμεις του στίβου απειλούσαν την ΔΟΕ ότι αν δεν ελεγχθούν αυτοί οι αθλητές θα τίναζαν τους Αγώνες στον αέρα. Τι λέτε για αυτά;
«Δεν είχα ασχοληθεί με το ποινικό σκέλος της υπόθεσης, επομένως δεν μπορώ να σχολιάσω στοιχεία που εμπεριέχονται σε δικογραφία στην οποία δεν έχω δουλέψει. Ο συγκεκριμένος όμως δημοσιογράφος έδωσε κατάθεση υπέρ των αθλητών στην Λοζάνη στην οποία απέδειξε ότι οι κατηγορούσες αρχές προσπαθούσαν να κατασκευάσουν στοιχεία για να μπορέσουν να στηρίξουν τις κατηγορίες. Μάλιστα στην εν λόγω κατάθεση αποδείχτηκε ότι ένας συγκεκριμένος ελεγκτής έδωσε ψευδή κατάθεση τονίζοντας ότι ο Έλληνας δημοσιογράφος θεωρούσε τους αθλητές υπεύθυνους για την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Αυτό βέβαια δεν ήταν αλήθεια και για αυτόν τον λόγο ο Έλληνας δημοσιογράφος κατέθεσε υπέρ των αθλητών.
Σε συνάρτηση, με τα άνωθι, οι προσπάθειες για να στηριχτούν οι κατηγορίες ήταν πολλές και σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις ήταν άστοχες. Υπήρξε προσπάθεια να στηριχθεί κατάθεση ειδικού μάρτυρα, ότι τα ερυθρά αιμοσφαίρια των αθλητών ήταν ανεβασμένα, επομένως οι αθλητές θα πρέπει να έκαναν χρήση απαγορευμένων ουσιών. Ο δικός μας ειδικός μάρτυρας όμως, καθηγητής Δημήτριος Κουρέτας, κατέρριψε αυτούς τους ισχυρισμούς ως αναληθείς και επιστημονικά αβάσιμους και το δικαστήριο στην Λοζάνη δεν τους έκανε δεκτούς.
Σε μια άλλη περίπτωση, υπήρξαν προσπάθειες να δημιουργηθεί ένας σύνδεσμος μεταξύ των αθλητών και του γνωστού εργαστηρίου Balco στην Καλιφόρνια (η έρευνα αυτή οδήγησε και στην φυλάκιση της Μάριον Τζόουνς). Και αυτή η προσπάθεια απέτυχε, καθώς μετά από την έρευνα του FBI και τα στοιχεία που μας δόθηκαν (τηλεφωνικές συνομιλίες, γραπτά ηλεκτρονικά μηνύματα) αποδείχτηκε ότι ουδέποτε και ουδεμία σχέση είχαν οι αθλητές με αυτό το εργαστήριο»
Και φθάνει η ώρα του «δια ταύτα». Της Ελλάδας της κόστισε ένα σωρό λεφτά, που ακόμη πληρώνουμε, για να διοργανώσει Ολυμπιακούς Αγώνες και να επιχειρήσει να γίνει το κέντρο της γης για ένα καλοκαίρι. Για να διαφημιστεί. Αυτό ήταν το όραμα με το οποίο ζήσαμε, οι Ελληνες, για περίπου μια επταετία πριν από τους Αγώνες. Κι εκείνο το καλοκαίρι προτού προλάβει να κάνει τελετή έναρξης, η Ελλάδα δεν δυσφημίστηκε απλώς· ταπεινώθηκε όσο περισσότερο θα μπορούσε να της συμβεί με μια «αθλητική» είδηση που έκανε σε δευτερόλεπτα τον γύρο του πλανήτη: η ΔΟΕ πήρε τις διαπιστεύσεις του χρυσού ολυμπιονίκη του Σύδνεϋ και της αργυρής ολυμπιονίκη του Σύδνεϋ και τους απέκλεισε από τους αγώνες την ώρα που αυτοί καβαλούσαν τη μηχανή του προπονητή τους για να φτάσουν μέχρι το ατύχημα και το ΚΑΤ. Εχουν περάσει 16 χρόνια για μια υπόθεση τόσο σοβαρή και μέχρι σήμερα ουδείς έχει αποδώσει ευθύνες σε κανέναν και ουδείς νοιάστηκε να φροντίσει προκειμένου να πει στους Ελληνες όλη την αλήθεια για μια τόσο μαύρη ιστορία.
Η Ελλάδα δεν έχει νοιαστεί ποτέ να διαλευκάνει μια υπόθεση τόσο σοβαρή, από την οποία προκύπτουν ευθύνες που θα έπρεπε να αποδοθούν σε κυβερνήσεις, οργανωτική επιτροπή, ομοσπονδίες, γιατρούς, γραμματείς και φαρισαίους. Οι αθλητές υπογράφουν μια διεθνή ομερτά, για να μη χάσουν τα κεκτημένα αφού δεν μπορούν να τα βάλουν – περισσότερο από όσο τα έβαλαν – με τα θηρία, με τις πολυεθνικές εταιρείες και τις πιστωτικές κάρτες που απειλούσαν ότι θα τραβήξουν τις χορηγίες. Κι είναι σαν να υπέγραψαν και μια δεύτερη ελληνική ομερτά, δεδομένου ότι δεν μίλησαν ποτέ δημόσια για να κατονομάσουν αυτούς που τους είχαν δώσει τις υποσχέσεις προστασίας που αθετήθηκαν. Τι πήραν ως αντάλλαγμα για αυτή τη σιωπή; Συνδέεται αυτή η σιωπή με το delete της υπόθεσης με τη μηχανή του Τζέκου και τα λάδια της;
Η ΕΡΤ, η οποία έχει χρηματοδοτήσει κάθε λογής ντοκιμαντέρ για κουνούπια, πεταλούδες και αμοιβάδες δεν έχει βρει νόημα να χρηματοδοτήσει την παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ που θα προσφέρει στους Ελληνες την επίγνωση που τόσο ακριβά έχουν πληρώσει. Δηλαδή δεν φροντίζει κανείς για το ελάχιστο: για να μάθουμε από αυτό που πάθαμε. Αν η Ελλάδα δεν κάνει αυτό, πώς να κάνει το άλλο; Δηλαδή πώς να αποδώσει ευθύνες στα μέλη της υψηλής της κοινωνίας, τα οποία ασκούσαν διοίκηση ή επιρροή στη διοίκηση και εξυπηρετούσαν συμφέροντα – ελληνικά ή ξένα;
Στον δημοσιογράφο, ακόμη και στην ερευνητική δημοσιογραφία, δεν αναλογεί ο ρόλος του εισαγγελέα. Σε μια υπόθεση που βρωμάει τόσο πολύ, από παντού, και από την οποία διαρκώς πετάγονται ένα σωρό φαντάσματα, είναι πολύ δύσκολη η αποστολή της διασταύρωσης των πληροφοριών και των στοιχείων. Εχει πάρα πολύ ψέμα μέσα της αυτή η υπόθεση. Και πάρα πολλά στόματα που παραμένουν ακόμη, 16 χρόνια μετά, σφραγισμένα. Αυτό το κείμενο αποτελεί ακόμη ένα μικρό βήμα. Μέχρι το επόμενο.
Πηγή: Gazzeta.gr